Πώς η ελληνική ακτοπλοΐα παλεύει με κόστη και περιβαλλοντικές υποχρεώσεις
- 25/10/2025, 10:55
- SHARE
Η ελληνική ακτοπλοΐα διανύει μια από τις πιο απαιτητικές περιόδους των τελευταίων δεκαετιών. Η εποχικότητα της ζήτησης, το αυξημένο ενεργειακό κόστος και η πράσινη μετάβαση που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση, δοκιμάζουν τα οικονομικά όρια ενός κλάδου ζωτικής σημασίας για τη νησιωτική Ελλάδα.
Ως αντίβαρο, το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής έχει ήδη προκηρύξει διεθνή διαγωνισμό για τετραετείς συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας στις λεγόμενες άγονες γραμμές, που θα διεξαχθεί στις 4 Νοεμβρίου 2025. Οι νέες συμβάσεις στοχεύουν στη δημιουργία σταθερού πλαισίου προβλεψιμότητας και οικονομικής ασφάλειας για τις εταιρείες, ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις εκσυγχρονισμού και πράσινης τεχνολογίας.
Το ETS και η πράσινη μετάβαση
Η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (EU ETS) έχει ήδη προκαλέσει σημαντικές επιβαρύνσεις στα πλοία που δραστηριοποιούνται στις γραμμές της Κρήτης. Οι εταιρείες καλούνται να αγοράζουν δικαιώματα εκπομπών CO₂, αυξάνοντας το ημερήσιο κόστος λειτουργίας κατά χιλιάδες ευρώ, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ.
Από το 2029, όλες οι γραμμές της ελληνικής ακτοπλοΐας θα ενταχθούν στο νέο πλαίσιο, καθώς θα λήξει η εξαίρεση για τα μικρότερα νησιά. Παράλληλα, ο κανονισμός FuelEU Maritime θα επιβάλει σταδιακή μείωση της έντασης άνθρακα στα καύσιμα των πλοίων.
Σύμφωνα με ναυτιλιακούς πράκτορες, το ημερήσιο κόστος λειτουργίας ενός συμβατικού πλοίου στη γραμμή της Κρήτης ανέρχεται σε περίπου 63.400 ευρώ, εκ των οποίων 6.500 ευρώ αντιστοιχούν μόνο στο ETS. Για τα Δωδεκάνησα το κόστος φτάνει τα 79.800 ευρώ, ενώ για τις Κυκλάδες αγγίζει τις 42.000 ευρώ.
Το καύσιμο αποτελεί τη μεγαλύτερη επιβάρυνση — έως 45.000 ευρώ ημερησίως στα Δωδεκάνησα — ενώ σημαντικά είναι και τα έξοδα συντήρησης, πληρώματος και ασφάλισης.
Η ανάγκη για «Fund & Reward» και νέες επενδύσεις
Οι εταιρείες του κλάδου ζητούν τη δημιουργία ειδικού ταμείου Fund & Reward, ώστε τα έσοδα από το ETS να επιστρέφουν στην ακτοπλοΐα για τη χρηματοδότηση νέων “πράσινων” πλοίων. Η πρόταση θεωρείται κρίσιμη για τη βιωσιμότητα των δρομολογίων και την υλοποίηση επενδύσεων χαμηλών εκπομπών.
Ο μέσος όρος ηλικίας του στόλου θα φτάσει τα 36 έτη έως το 2030, με την πλήρη αντικατάσταση των πλοίων άνω των 25 ετών να απαιτεί επενδύσεις άνω των 3 δισ. ευρώ. Για την αναβάθμιση των νεότερων πλοίων εκτιμάται ότι θα χρειαστούν επιπλέον 200 εκατ. ευρώ.
Στήριξη μέσω μείωσης τελών και ΦΠΑ
Για να συγκρατηθούν οι αυξήσεις στα εισιτήρια, το Υπουργείο Ναυτιλίας μείωσε τα λιμενικά τέλη κατά 50% για τις συμβατικές γραμμές από Μάιο 2025 έως Απρίλιο 2026. Το μέτρο απορρόφησε μέρος του κόστους που θα μετακυλιόταν στους επιβάτες, λειτουργώντας ως «ανάσα» σε μια περίοδο εκτόξευσης των λειτουργικών εξόδων.
Ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ, Διονύσης Θεοδωράτος, επισημαίνει πως η κοινωνική πολιτική υπέρ των νησιωτών «δεν πρέπει να ασκείται εις βάρος των εταιρειών», υπενθυμίζοντας ότι σε άλλα μέσα μεταφοράς οι εκπτώσεις επιδοτούνται.
Στο φορολογικό πεδίο, ο ίδιος σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στην Ευρώπη – 13% για επιβάτες και 24% για οχήματα – όταν στην Ιταλία είναι 5% και στη Μάλτα μηδενικός.
Νέο μοντέλο δρομολογήσεων
Η εποχικότητα αποτελεί δομική πρόκληση. Το 70% του ετήσιου τζίρου της ακτοπλοΐας συγκεντρώνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ τον χειμώνα τα πλοία συνεχίζουν τη διασύνδεση των νησιών με χαμηλή πληρότητα και αυξημένα κόστη. Ο κλάδος ζητά επανεξέταση του μοντέλου, με αναθεώρηση του ρόλου μεταξύ συμβατικών και ταχυπλόων πλοίων.