Σκληρή μάχη με τον χρόνο δίνουν οι αεροπορικές εταιρείες

Σκληρή μάχη με τον χρόνο δίνουν οι αεροπορικές εταιρείες
Η μεγαλύτερη σε διάρκεια πτήση και ο ανταγωνισμός μεταξύ εθνικών αερομεταφορέων και low cost αεροπορικών.

Ο κλάδος των αερομεταφορών, που κλυδωνίστηκε τα τελευταία χρόνια, όσο λίγοι και στιγματίστηκε από «κανόνια» γνωστών αεροπορικών εταιρειών που πλέον έχουν αποχωρήσει από την παγκόσμια αγορά, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει θέματα βιωσιμότητας.

Σε μια προσπάθεια να τονώσουν την ανταγωνιστικότητά τους, οι αεροπορικές  συρρικνώνουν τα ήδη συμπιεσμένα περιθώρια κέρδους, προσφέροντας εισιτήρια σε ελκυστικές τιμές, παρά το υψηλό κόστος των καυσίμων και των φόρων αεροδρομίου που καλούνται να πληρώσουν.

Πέρα όμως από τις καινοτόμες υπηρεσίες και τα προϊόντα που κάνουν ευκολότερη τη ζωή των ταξιδιωτών το μεγαλύτερο στοίχημα που καλούνται να κερδίσουν είναι αυτό της ταχύτητας. Αυτό που απασχολεί τον ταξιδιώτη, είτε ταξιδεύει για επαγγελματικό λόγο είτε για αναψυχή, είναι το πόσο γρήγορα θα φτάσει στον τελικό του προορισμό, πάντα με ασφάλεια και με όσο το δυνατόν λιγότερη ταλαιπωρία.

Η τεχνολογία έχει προχωρήσει τόσο, επιτρέποντας στα σύγχρονα αεροσκάφη να πραγματοποιούν απευθείας πτήσεις μεταξύ διαφορετικών Ηπείρων δίχως να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του ανεφοδιασμού. Υπενθυμίζεται ότι λίγο πριν εκπνεύσει το 2019, η αυστραλιανών συμφερόντων Quantas έγραψε ιστορία στους αιθέρες πραγματοποιώντας τη μεγαλύτερη απευθείας πτήση που έχει καταγραφεί ποτέ στα χρονικά, διάρκειας σχεδόν 20 ωρών!

Μέσω επίσημης ανακοίνωσης η Quantas ενημέρωσε την παγκόσμια τουριστική βιομηχανία ότι ολοκλήρωσε με επιτυχία τη μεγαλύτερη απευθείας πτήση στον κόσμο συνδέοντας τη Νέα Υόρκη με το Σύδνεϋ σε 19 ώρες και 16 λεπτά, ξεπερνώντας την τακτική εμπορική πτήση της Singapore Airlines, που συνδέει τη Σιγκαπούρη με τη Νέα Υόρκη, ενώ στα επόμενα σχέδιά της είναι η απευθείας αεροπορική σύνδεση Λονδίνου – Σύδνεϋ, σε ένα δρομολόγιο το οποίο εκτιμάται ότι θα έχει διάρκεια μιας ώρας περισσότερο.

Ωστόσο, μπροστά στην εκμηδένιση των αποστάσεων, ένα εξίσου κρίσιμο ερώτημα που χρήζει απάντησης, έχει να κάνει με το κατά πόσο ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει βιολογικά μακράς διάρκειας πτήσεις. Και ακόμα και αν οι κουρασμένοι επιβάτες έχουν τη δυνατότητα να πάρουν έναν … υπνάκο, δεν συμβαίνει το ίδιο για τους πιλότους και το πλήρωμα που επιβάλλεται να διατηρούν την ενέργεια και την προσοχή τους καθ’ όλη τη διάρκεια της πτήσης.

Το κατά πόσο το εν λόγω εγχείρημα θα έχει εμπορική επιτυχία και θα επηρεάσει και άλλες αεροπορικές να επενδύσουν στα μακράς διάρκειας ταξίδια, θα εξαρτηθεί από τη ζήτηση του ταξιδιωτικού κοινού.

Όπως εξηγεί στο fortunegreece.com ο Ντίνος Φραντζεσκάκης, Πρόεδρος της Discover the World, είναι πολύ σημαντικό, κυρίως για επιχειρηματίες και στελέχη επιχειρήσεων που πραγματοποιούν συχνά υπερατλαντικές πτήσεις, για λόγους δουλειάς, να γνωρίζουν ότι μπορούν να γλιτώσουν μια μέρα ταλαιπωρίας. Προσθέτει πως εφόσον εξασφαλιστεί η πολυπόθητη πληρότητα θέσεων, και για τις ίδιες τις αεροπορικές είναι λιγότερο κοστοβόρο να εκτελούν μεγάλα δρομολόγια σε συγκεκριμένο ύψος και χωρίς αυξομειώσεις στην ταχύτητα.

Διευκρινίζει δε πως όσο πιο ψηλά πετά ένα αεροπλάνο, και όσο πιο σταθερή ταχύτητα έχει, τόσο λιγότερο καύσιμο καίει. «Είναι το ίδιο ακριβώς με τα αυτοκίνητα. Αυτό που τεστάρουν οι αεροπορικές είναι οι αντοχές των πληρωμάτων. Σίγουρα για το πιλοτήριο θα χρειαστούν δύο πληρώματα που θα κοιμούνται εναλλάξ στην καμπίνα» επισημαίνει.

Ο  κ. Φρανταζεσκάκης προσθέτει πως δεν πρέπει να αγνοούμε από την εξίσωση τον παράγοντα υγεία και το πόσο ο ανθρώπινος οργανισμός είναι σε θέση να αντέξει τόσες ώρες κλεισμένος σε ένα αεροσκάφος, χωρίς να ανανεώνεται το οξυγόνο του. Η εκτίμησή του είναι ότι σε τέτοιου είδους πτήσεις θα είναι απαραίτητα τα ιατρικά δεδομένα των επιβατών αλλά και του πληρώματος.

Θεωρεί δε πως η μεγαλύτερη πρόκληση για τους αερομεταφορείς ανά τον κόσμο δεν θα είναι άλλη από τον ανταγωνισμό μεταξύ των χαμηλού κόστους αεροπορικών και των legacy carriers.

Αξίζει να σημειωθεί πως για τη δοκιμαστική πτήση, η αεροπορική Qantas «εμπιστεύθηκε» ένα νέο Boeing 787-9 Dreamliner, μέσα στο οποίο επέβαιναν 40 μόλις επιβάτες και 10μελές πλήρωμα, μεταξύ των οποίων τέσσερις πιλότοι. Στην πτήση, δεν υπήρχε καθόλου φορτίο, γιατί κάτι τέτοιο θα επέφερε καθυστερήσεις και θα επηρέαζε τον τελικό στόχο, ενώ κάθε επιβάτης ταξίδευε σε θέση η οποία μετατρεπόταν σε κρεβάτι, επιτρέποντάς του να ξεκλέψει κάποιες ώρες ύπνου και να φτάσει ξεκούραστος και φρέσκος στον τελικό του προορισμό.

Η Qantas στοχεύει να ξεκινήσει επισήμως το απευθείας δρομολόγιο Νέα Υόρκη – Σύδνεϋ από το 2022, ενώ να τονιστεί πως σήμερα η συγκεκριμένη πτήση διαρκεί σχεδόν 24 ώρες και εκτελείται με μια ενδιάμεση στάση.