Το σχέδιο της μεγαλύτερης σοκολατοβιομηχανίας του κόσμου ενάντια στην κλιματική αλλαγή

Το σχέδιο της μεγαλύτερης σοκολατοβιομηχανίας του κόσμου ενάντια στην κλιματική αλλαγή
Mars and Snickers bars are seen in this picture illustration taken February 23, 2016. U.S. chocolate maker Mars Inc announced a recall of chocolate bars and other products in 55 countries after bits of plastic were found in one of its products, the Associated Press reported on Tuesday. A statement posted on the website of the Netherlands Food and Consumer Product Safety Authority said Mars recalled Snickers, Mars, Milky Way, Celebrations and Mini Mix after a piece of plastic was found in one of its products that could cause choking. REUTERS/Stefan Wermuth/Illustration Photo:

Η προσπάθεια της Mars είναι ένα παράδειγμα του πώς οι μεγάλες εταιρείες ανταποκρίνονται στην πίεση.

Η Mars, η εταιρεία που παράγει την ομώνυμη σοκολατένια μπάρα και την τσίχλα Wrigley, πρόκειται να ξοδέψει 1 δισεκατομμύριο δολάρια για την προαγωγή της αειφορίας, με μια στρατηγική αύξησης των κερδών μέσω της υιοθέτησης πιο οικολογικών πρακτικών.

«Υπάρχει μια πολύ συγκεκριμένη επιχειρηματική λογική σε όλο αυτό», δήλωσε ο Barry Parkin, επικεφαλής του τμήματος προμηθειών και αειφορίας στη Mars, σε τηλεφωνική του συνέντευξη. «Θα ξοδέψουμε 1 δισεκατομμύριο δολάρια αλλά θα το πάρουμε πίσω αυτό το ποσό πολλαπλά».

Η εταιρεία, η οποία ελέγχεται στενά από την οικογένεια Mars, είχε έσοδα ύψους 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2016. Έχει περίπου 85.000 υπαλλήλους και δεν παράγει μόνο γλυκά. Τα πέντε επιχειρηματικά της τμήματα περιλαμβάνουν προϊόντα διατροφής όπως το ρύζι Uncle Ben, ποτά, προϊόντα φροντίδας κατοικίδιων ζώων, καθώς και ένα τμήμα που ερευνά κάποια θρεπτικά συστατικά στο κακάο που είναι γνωστά ως φλαβονόλες.

Η Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα που συνάφθηκε το 2015 από αντιπροσώπους σχεδόν 200 χωρών έστειλε ένα μήνυμα στην παγκόσμια οικονομία ότι η μείωση του άνθρακα αρχίζει και αναδεικνύεται στην πολιτική ατζέντα. Ολόκληροι κλάδοι, από τον πετρελαϊκό μέχρι τον χρηματοπιστωτικό, αρχίζουν να αξιολογούν τους κινδύνους της αδράνειας πάνω στα περιβαλλοντικά ζητήματα. Η προσπάθεια της Mars είναι ένα παράδειγμα του πώς οι μεγάλες εταιρείες ανταποκρίνονται στην πίεση.

Ο Parkin θα διαθέσει περίπου το ένα τρίτο του ποσού για να καταστήσει αποδοτικότερη τη χρήση ενέργειας και νερού από την εταιρεία. Άλλο ένα τρίτο των χρημάτων θα δαπανηθεί για την απλοποίηση της αλυσίδας εφοδιασμού, μέσω μιας απόπειρας άμεσης αγοράς από αγρότες. Και το υπόλοιπο ένα τρίτο θα χρησιμοποιηθεί για την αναδιαμόρφωση των συνταγών δίχως τεχνητά συστατικά.

Η Mars προσπαθεί να μειώσει την έκθεσή της σε περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και διακυβερνητικούς κινδύνους, καθώς είναι σχεδόν αδύνατο να εντοπίζει ακριβώς από πού προέρχονται οι τεράστιες ποσότητες πρώτων υλών που χρησιμοποιεί, σύμφωνα με τον Parkin. Η εταιρεία αγοράζει το 0,2% της παγκόσμιας παραγωγής φοινικέλαιου, το οποίο και προμηθεύεται από χιλιάδες παραγωγούς.

«Δεν μπορείς να έχεις ένα πρόγραμμα συμμόρφωσης που να διασφαλίζει ότι δεν θα υπάρχουν προβλήματα, όταν έχεις αυτό το επίπεδο πολυπλοκότητας», δήλωσε ο Parkin. «Η αποψίλωση των δασών είναι ίσως το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό ζήτημα, ενώ η καταναγκαστική εργασία και η ακραία φτώχεια είναι τα μεγαλύτερα κοινωνικά ζητήματα. Αυτές οι προκλήσεις υπάρχουν όταν προμηθεύεσαι οτιδήποτε από τον αναπτυσσόμενο κόσμο».

Η Mars χρηματοδοτεί προγράμματα που βοηθούν στην ενίσχυση των αποδόσεων σε εκατοντάδες χιλιάδες αγροκτήματα τα οποία παράγουν τα πάντα, από κακάο μέχρι βανίλια, και υπογράφει συμφωνίες μακροπρόθεσμης προμήθειας. Η εταιρεία έχει στόχο να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις δραστηριότητές της στο μηδέν μέχρι το 2040. Το επόμενο βήμα είναι η μείωση της ρύπανσης σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού της.

«Αυτό συμβαίνει εν μέρει επειδή είναι το σωστό πράγμα, αλλά και εν μέρει επειδή υπάρχει ήδη μια τιμή για τον άνθρακα και αναμένουμε αυτή να αυξηθεί», σημείωσε ο Parkin. «Με 26 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα στην εκτεταμένη αλυσίδα εφοδιασμού μας, ακόμα κι αν πάρετε μια συντηρητική τιμή 20 δολαρίων ανά τόνο, αυτό είναι ένα κόστος μισού δισεκατομμυρίου δολαρίων. Όταν θα έχουμε ένα πολύ μικρότερο αποτύπωμα από εκείνο των ανταγωνιστών μας, θα έχουμε κι ένα πλεονέκτημα κόστους».