Χαλκός: «Ράλι» προς τα 15.000 δολάρια ο τόνος το 2026 – Πώς ΗΠΑ, δασμοί και AI εκτοξεύουν τις τιμές

Χαλκός: «Ράλι» προς τα 15.000 δολάρια ο τόνος το 2026 – Πώς ΗΠΑ, δασμοί και AI εκτοξεύουν τις τιμές
Photo: Unsplash
H στρατηγική αποθήκευση στις ΗΠΑ, οι φόβοι για δασμούς και η εκρηκτική ζήτηση από την ενεργειακή μετάβαση και τα data centers δημιουργούν δομικό έλλειμμα στην παγκόσμια αγορά.
  • Η αμερικανική Citi προβλέπει τιμές στα 13.000 δολάρια τον τόνο στις αρχές του 2026 και έως 15.000 δολάρια στο β΄ τρίμηνο, με κινητήριες δυνάμεις την ηλεκτροκίνηση, την επέκταση δικτύων ενέργειας και τις επενδύσεις σε data centers για την τεχνητή νοημοσύνη.
  • Οι εισροές χαλκού στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτοξεύτηκαν κατά εκατοντάδες χιλιάδες τόνους το 2025, με τα αποθέματα του LME να υποχωρούν 40% στους 165.000 τόνους και το 40% αυτών να είναι δεσμευμένο για παράδοση.
  • Η Deutsche Bank χαρακτηρίζει το 2025 «έτος βαθιάς διαταραχής», με Glencore και Rio Tinto να υποβαθμίζουν την παραγωγή 2026 κατά 300.000 τόνους, οδηγώντας την αγορά σε δομικό έλλειμμα με κορύφωση στο α΄ εξάμηνο 2026.

Ο χαλκός έχει ξαναζήσει «ράλι» στο παρελθόν, όμως αυτό που βλέπει σήμερα η αγορά μοιάζει περισσότερο με δομική ανατροπή παρά με ακόμη έναν ανοδικό κύκλο. Οι τιμές στο London Metal Exchange κινούνται κοντά σε ιστορικά υψηλά – γύρω στα 11.800 δολάρια ο τόνος – με τα συμβόλαια τριμήνου να ακολουθούν από κοντά, ενώ από την αρχή του έτους η άνοδος αγγίζει περίπου το 35–40%. Πίσω από τους αριθμούς κρύβεται ένας συνδυασμός παραγόντων: στρατηγική αποθήκευση χαλκού στις ΗΠΑ, ανασφάλεια γύρω από μελλοντικούς δασμούς, διαρκείς αναταράξεις στην εξόρυξη και μια ζήτηση που τροφοδοτείται από την ενεργειακή μετάβαση και την έκρηξη των data centers.

Ο χαλκός ως «καύσιμο» της νέας οικονομίας

Για τράπεζες και οίκους όπως η Citi, ο χαλκός είναι πλέον κάτι παραπάνω από ένα κλασικό βιομηχανικό μέταλλο: είναι το βασικό «σύρμα» που ενώνει την πράσινη ενέργεια, την ηλεκτροκίνηση και την τεχνητή νοημοσύνη. Τα δίκτυα μεταφοράς ρεύματος, οι αναβαθμίσεις υποσταθμών, τα καλώδια φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων και οι υποδομές ψύξης και τροφοδοσίας των data centers απαιτούν τεράστιες ποσότητες χαλκού ανά μονάδα επένδυσης.

Με αυτή τη διαρθρωτική ζήτηση ως υπόβαθρο, η Citi βλέπει το μέταλλο να δοκιμάζει τα 13.000 δολάρια ο τόνος στις αρχές του 2026 και, σε αισιόδοξο σενάριο, τα 15.000 δολάρια στο β΄ τρίμηνο, επίπεδα που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν σχεδόν «θεωρητικά» για την αγορά. Άλλοι παίκτες, όπως η ING, τοποθετούν τον πήχη λίγο χαμηλότερα – γύρω στα 12.000 δολάρια – αλλά συμφωνούν ότι το ράλι έχει ακόμη «καύσιμα», ιδιαίτερα όσο η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια και η ψηφιοποίηση συνεχίζουν να τρέχουν.

Η αμερικανική στρέβλωση: αποθήκευση, arbitrage και παγκόσμια έλλειψη

Εκεί όπου η τρέχουσα συγκυρία ξεφεύγει από τα «κλασικά» οικονομικά είναι στον ρόλο των ΗΠΑ. Οι τιμές στην αμερικανική αγορά (COMEX) διαπραγματεύονται με σαφές premium έναντι του Λονδίνου, δημιουργώντας ισχυρό κίνητρο για arbitrage: εταιρείες και traders αγοράζουν χαλκό από την υπόλοιπη υφήλιο και τον στέλνουν στις ΗΠΑ, κλειδώνοντας υψηλότερες τιμές.

Παράλληλα, η συζήτηση για δασμούς στις εισαγωγές εξευγενισμένου χαλκού από το 2027 λειτουργεί ως επιταχυντής: βιομηχανικοί καταναλωτές και traders προτιμούν να «στοκάρουν» σήμερα, παρά να βρεθούν αντιμέτωποι με δασμούς και ακόμη υψηλότερες τιμές αύριο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι εισροές χαλκού στις ΗΠΑ να αυξηθούν κατά εκατοντάδες χιλιάδες τόνους μέσα στη χρονιά, με τα εγχώρια αποθέματα να διογκώνονται, ενώ τα αποθέματα του LME έχουν συρρικνωθεί περίπου κατά 40% σε σχέση με την αρχή του έτους, πέφτοντας στην περιοχή των 165.000 τόνων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σημαντικό ποσοστό αυτών των αποθεμάτων είναι ήδη «δεσμευμένο» μέσω canceled warrants – δηλαδή κρατημένο για φυσική παράδοση σε συγκεκριμένους αγοραστές – κάτι που πρακτικά μειώνει τη διαθέσιμη ποσότητα στην αγορά και ενισχύει τον φόβο για squeeze. Με απλά λόγια: οι ΗΠΑ απορροφούν περισσότερο χαλκό από αυτόν που «αντιστοιχεί» στο μερίδιό τους, αφήνοντας την υπόλοιπη αγορά να λειτουργεί σε καθεστώς τεχνητής στενότητας.

Ορυχεία υπό πίεση και προαναγγελθέν έλλειμμα

Την ίδια στιγμή που οι ροές φυσικού μετάλλου στρεβλώνονται από το δασμολογικό ρίσκο, η πλευρά της προσφοράς δυσκολεύεται να ακολουθήσει. Η Deutsche Bank περιγράφει το 2025 ως «βαθιά διαταραγμένο έτος» για την εξόρυξη χαλκού, με συνεχείς τεχνικές δυσκολίες, κοινωνικές εντάσεις και ρυθμιστικά εμπόδια να οδηγούν σε υποβαθμίσεις παραγωγής από μεγάλους ομίλους.

Μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες, Glencore και Rio Tinto αναθεώρησαν προς τα κάτω τις εκτιμήσεις τους για το 2026, αφαιρώντας περίπου 300.000 τόνους από την αναμενόμενη μελλοντική προσφορά, καθώς προβλήματα σε κομβικά ορυχεία στη Λατινική Αμερική υπονομεύουν τα σχέδια αύξησης παραγωγής. Σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα, η αγορά κινείται ήδη σε καθαρό έλλειμμα, με το κενό ανάμεσα σε προσφορά και ζήτηση να διευρύνεται στο τέλος του 2025 και στις αρχές του 2026 – ακριβώς το χρονικό παράθυρο όπου αναμένονται τα υψηλότερα επίπεδα τιμών.

Τι σημαίνει αυτό για επιχειρήσεις και επενδυτές

Για τις επιχειρήσεις που βασίζονται στον χαλκό – από ενεργειακές εταιρείες και κατασκευαστές εξοπλισμού μέχρι αυτοκινητοβιομηχανίες και τεχνολογικούς ομίλους – το μήνυμα είναι σαφές: η μεταβλητότητα στο κόστος πρώτων υλών ήρθε για να μείνει. Υψηλότερες τιμές χαλκού μεταφράζονται σε ακριβότερα δίκτυα, πιο κοστοβόρες αναβαθμίσεις υποδομών και αυξημένο CAPEX για νέα έργα, κάτι που μπορεί να συμπιέσει περιθώρια κέρδους σε ήδη ενεργοβόρους κλάδους.

Για τους επενδυτές, ο χαλκός εμφανίζεται ως διπλό στοίχημα: από τη μία πλευρά, η αφήγηση του «μετάλλου της πράσινης μετάβασης» και των deficits στηρίζει την ιδέα περαιτέρω ανόδου· από την άλλη, η εξάρτηση από πολιτικές αποφάσεις (δασμοί, εμπορικοί πόλεμοι) και ο κίνδυνος επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης μπορούν να φέρουν απότομες διορθώσεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:

Πηγή: cnbc.com