Δημήτρης Κουτσόπουλος: Δύναμή μας στην Deloitte είναι οι άνθρωποί μας
- 10/03/2022, 09:56
- SHARE
Ο Δημήτρης Κουτσόπουλος είναι αυτό που στην επιχειρηματική διάλεκτο ονομάζουμε «leader». Ήταν το 2017 όταν έβαλε ένα προσωπικό στοίχημα να αναπτύξει η Deloitte στη Θεσσαλονίκη ένα hub καινοτομίας και εκπαίδευσης, αναγνωρίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις δυνατότητες της πόλης και των νέων επιστημόνων της.
Εκείνη την περίοδο είχα την ευκαιρία να συμμετέχω στην άτυπη ενημέρωση του επικεφαλής των Συμβουλευτικών Υπηρεσιών (Consulting) της εταιρείας σε δημοσιογράφους, στην οποία είχε αναλύσει το όραμά του για τo Deloitte Alexander Competence Center (DACC), ένα πανευρωπαϊκό κέντρο τεχνογνωσίας, εκπαίδευσης και καινοτομίας, με σκοπό την αξιοποίηση του πλούσιου ταλέντου που διαθέτει η πόλη, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αναστροφή του brain drain.
Σχεδόν πέντε χρόνια μετά, η Deloitte απασχολεί στη Θεσσαλονίκη πάνω από 700 άτομα, έχει προχωρήσει σε ακόμη δύο αντίστοιχα κέντρα σε Πάτρα και Ηράκλειο και έχει ανεβάσει συνολικά τον αριθμό των εργαζομένων της σε επίπεδο πέραν των 2.000 σε όλη την Ελλάδα. Το 81% του ανθρώπινου δυναµικού της ανήκει στη γενιά των millennials και Gen Z, µε το 51% να είναι κάτω των 30 ετών.
Στοίχημα άλλωστε ήταν για τον ίδιο να εξελίσσεται συνεχώς από το 1998 που ξεκίνησε στην Deloitte, να δέχεται τις προκλήσεις και να ηγείται τα τελευταία χρόνια του δικτύου εταιρειών στην Ελλάδα, με σύνθημα πλέον το «to make an impact that matters», που αποτελεί τη «δέσμευσή μας ότι θα δημιουργούμε αξία και θα έχουμε θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία, στους ανθρώπους μας και στην οικονομία, σε τοπικό και σε εθνικό επίπεδο».
Στη νέα μας συνάντηση στα γραφεία της Deloitte στην Αθήνα μιλήσαμε για όλα: για την οικονομία και τις ευκαιρίες που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης, για την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό, για την ψηφιακή μετάβαση της χώρας και τις δεξιότητες που είναι σήμερα απαραίτητες, αλλά και για την ηγεσία και πώς αυτή διαμορφώνεται σε μια εποχή που μόνη βεβαιότητα είναι η αβεβαιότητα.
Το Ταμείο Ανάκαμψης, χωρίς αμφιβολία, δημιουργεί μια μοναδική ευκαιρία στην Ελλάδα για την επαναφορά της στην ευημερία και την ανάδειξή της σε σημαντική περιφερειακή δύναμη στην περιοχή. Ποια είναι τα στοιχεία, όμως, που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός;
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι πραγματικά μια μοναδική ευκαιρία για να μετασχηματιστεί η οικονομία της Ελλάδας και να μπορέσει –που σε ορισμένους τομείς ήδη έχει αρχίσει να κλείνει τη διαφορά– να πλησιάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παρατηρούμε ήδη ότι σημειώνεται σημαντική πρόοδος στο θέμα της ψηφιοποίησης αρκετών κλάδων και με τη βοήθεια και τη συνεισφορά των ωφελημάτων που δυνητικά θα προκύψουν από το RRF, πιστεύω ότι θα αλλάξουμε πραγματικά. Στην ουσία μιλάμε για μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση, η οποία θα οδηγήσει τη μετάβαση σε ένα πιο ψηφιακό περιβάλλον και παράλληλα πιο φιλικό και για τις επενδύσεις, αλλά και για τον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας. Επίσης, θεωρώ ότι παρουσιάζεται μια πάρα πολύ σημαντική ευκαιρία, μέσω των πυλώνων που στηρίζει το Ταμείο, για διαρθρωτική μεταρρύθμιση του ευρύτερου δημόσιου τομέα, περιλαμβανομένου του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, αλλά και της ανάπτυξης των υποδομών. Αυτό βέβαια που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι ότι το RRF είναι ένα γιγαντιαίο στην πραγματικότητα ευρωπαϊκό πρόγραμμα, το οποίο θα πρέπει να το απορροφήσουμε εντός ενός σχετικά σύντομου χρονικού διαστήματος, έτσι ώστε να φέρει το προσδοκώμενο όφελος για το σύνολο της κοινωνίας μας.
Αυτό που είναι, λοιπόν, σημαντικό είναι η ταχύτητα υλοποίησης του RRF σε συνδυασμό με την απόλυτη διαφάνεια και την ορθολογική και δίκαιη κατανομή των πόρων που θα έρθουν ώστε να υπηρετούνται πιστά οι κοινές ευρωπαϊκές προτεραιότητες του ψηφιακού και φιλικού προς το περιβάλλον μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής οικονομίας. Επιπλέον, σημαντική είναι και η σωστή οργάνωση, ώστε το RRF να προσφέρει αξία σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Έτσι νομίζω ότι θα πετύχουμε όχι μόνο να επανέλθουμε ως χώρα, αλλά να βρεθούμε μπροστά, αφήνοντας πραγματικά πίσω μας τις οικονομικές κρίσεις.
Aπό τη μεγάλη σας εμπειρία στο συμβουλευτικό κομμάτι, ποιοι είναι οι τομείς στους οποίους πρέπει να εστιάσουμε ως χώρα, σε συνδυασμό με το RRF;
Η ελληνική οικονομία έχει μια σημαντική ευκαιρία χάρη στους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Προκειμένου να αξιοποιηθούν σωστά αυτοί οι πόροι, χρειάζεται να επιδείξουμε ως χώρα και ως κοινωνία γρήγορα αντανακλαστικά και αυξημένη ευελιξία και προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα. Θα πρέπει, λοιπόν, να εστιάσουμε στην καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες, στον ψηφιακό μετασχηματισμό, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής κατάρτισης σε όλες τις ηλικίες, αλλά και στην πράσινη ανάπτυξη.
Σε επίπεδο κλάδων, ως χώρα, έχουμε την ευκαιρία να ανασχηματίσουμε δομικά την οικονομία μας συνειδητοποιώντας τις ραγδαίες αλλαγές που συμβαίνουν παγκοσμίως κυρίως ως συνέπεια των τεχνολογικών εξελίξεων, να συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε ποιοτικά το τουριστικό μας προϊόν αξιοποιώντας το ισχυρό ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα, ενώ παράλληλα να επενδύσουμε σε υψηλής προστιθέμενης αξίας καινοτομία, εξωστρεφή νεωτερική μεταποίηση, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εξωστρεφή φαρμακευτική παραγωγή, μεταφορές και logistics και ασφαλώς στη νεανική επιχειρηματικότητα.
Δέσμευσή μας είναι να δημιουργήσουμε αξία, με θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία, στους ανθρώπους μας και στην οικονομία.
Για την Deloitte Ελλάδος ποιες ευκαιρίες «γεννάει» το Ταμείο Ανάκαμψης;
Ανέφερα νωρίτερα ότι απαιτείται διαφάνεια κατ’ αρχάς σε όλη τη διαχείριση, μια ορθολογική χρήση των πόρων στους τομείς που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καθορίσει, δηλαδή τον ψηφιακό και φιλικό προς το πράσινο περιβάλλον μετασχηματισμό της οικονομίας. Σε αυτόν τον τομέα η Deloitte αλλά και αντίστοιχες συμβουλευτικές εταιρείες μπορούμε να βοηθήσουμε σημαντικά. Τα σχέδιά μας για την υποστήριξη της ελληνικής οικονομίας στοχεύουν στους εξής άξονες: αρχικά να υποστηρίξουμε την κυβέρνηση και τη δημόσια διοίκηση στη διαφανή και κοινωνικά δίκαιη κατανομή της ροής των πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Και, δεύτερον, να υποστηρίξουμε τη διαδικασία αλλά και την αξιοποίηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, βοηθώντας αφενός ως σύμβουλοι τους επενδυτές και αφετέρου ως αξιολογητές που συνδράμουν το τραπεζικό σύστημα, μέσω του οποίου θα διοχετεύονται οι ευρωπαϊκοί πόροι, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Ταμείου προς την «πράσινη» μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Mακροπρόθεσμα, λοιπόν, οι προοπτικές είναι ευοίωνες. Ωστόσο αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μια δύσκολη περίοδο. Πόσο σας ανησυχεί ότι η ενεργειακή κρίση και οι πληθωριστικές πιέσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως «φρένο» για την ανάκαμψη της οικονομίας;
Η ενεργειακή κρίση δεν είναι κάτι που θα περάσει γρήγορα και συνδέεται σε σημαντικό βαθμό με την επιταχυνόμενη μετάβαση σε μια πιο φιλική προς το περιβάλλον οικονομία, η οποία σε επίπεδο Ενωμένης Ευρώπης γίνεται με ταχύτερο ίσως βηματισμό σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο, ακόμα και με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι στόχοι που έχουν τεθεί είναι εξαιρετικά φιλόδοξοι και η κατακόρυφη μείωση σε επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, με μόνη εναλλακτική το φυσικό αέριο, αναπόφευκτα θα δημιουργήσει έναν ενδιάμεσο ορίζοντα πίεσης στις τιμές, έως ότου έχουμε όλες τις απαραίτητες υποδομές για παραγωγή και αποθήκευση ενέργειας από ΑΠΕ, που θα επιταχύνουν την τεχνολογική ωριμότητα που απαιτείται για ένα επαρκές σύστημα ενέργειας. Νομίζω ότι θα τα καταφέρουμε. Και αυτό σαφέστατα έχει ένα κόστος. Επιπλέον, πρέπει να συνυπολογίσουμε παράγοντες που έχουν να κάνουν με την επικαιρότητα, γεωπολιτικά γεγονότα που συμβαίνουν τώρα, όπως η κρίση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, καθώς και το πότε θα αναστραφούν οι διευκολυντικές πολιτικές από τις κεντρικές τράπεζες, που επηρεάζουν τις πληθωριστικές τάσεις. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού δεν θα γίνει άμεσα.
Ωστόσο, αν εξαιρέσουμε αυτή την παράμετρο, βλέπουμε παράλληλα να αλλάζει το επιχειρηματικό τοπίο στην Ελλάδα, που μπαίνει στο «ραντάρ» των επενδυτών. Πολυεθνικές εταιρείες ανακοινώνουν επενδύσεις στον χώρο της τεχνολογίας, ενώ ελληνικές startups εξαγοράζονται από μεγαλύτερες ξένες εταιρείες. Τι κομίζει στην επιχειρηματικότητα της χώρας η διαφαινόμενη ωρίμανση του οικοσυστήματος καινοτομίας;
Σαφέστατα και έχουμε αλλαγή, η οποία ευνοείται αρχικά από τη σταθερότητα στο φορολογικό καθεστώς και από τα κίνητρα που δίνονται σε όποιον θέλει να επενδύσει στην Ελλάδα. Ο συνδυασμός αυτός δίνει τη δυνατότητα σε ξένους επενδυτές να αναζητήσουν ευκαιρίες στη χώρα μας, σε συνδυασμό με το ισχυρό ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτει η Ελλάδα. Όπως προκύπτει από όλες τις αναλύσεις, είναι σαφές ότι κάποιος θα αναζητήσει ευκαιρίες «value for money» σε μια χώρα που ακόμα ενδεχομένως τα κόστη να είναι πιο χαμηλά σε σχέση με άλλες, ενώ υπάρχει σημαντική τεχνογνωσία και δυναμική.
H επένδυση της Deloitte στη Θεσσαλονίκη «έδειξε τον δρόμο» και σε άλλες μεγάλες εταιρείες που επένδυσαν στην πόλη. Ποια είναι τα επόμενα βήματα αυτής της επένδυσης και πώς δημιουργεί θέσεις εργασίας με υψηλή προστιθέμενη αξία για την οικονομία;
Η επένδυση στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε σαν ένα προσωπικό στοίχημα, το οποίο γρήγορα αγκάλιασε το σύνολο των συνεταίρων της Deloitte. Στην πόλη είχαμε ως εταιρεία ανέκαθεν μια ομάδα που υποστήριζε τις τοπικές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις ευρύτερα της Βορείου Ελλάδος.
Από τη δραστηριότητά μας εκεί παρατηρήσαμε ότι υπάρχει πάρα πολύ αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό, υπάρχει κόσμος που θέλει να ζει και να εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, και τα πανεπιστήμια λειτουργούν αποτελεσματικά ως φυτώρια ταλέντου και δεξιοτήτων. Είναι μια ωραία πόλη, έχει μια δυναμική νεολαία, με πολλούς νέους επιστήμονες να βγαίνουν από τα πανεπιστήμιά της. Κι όμως, όλα έδειχναν στάσιμα. Κάπως έτσι αποφασίσαμε ότι θα ήταν ευκαιρία να αναδειχθούν ταλέντα. Ξεκινήσαμε με μια μικρή ομάδα στις αρχές του 2018, για να επενδύσουμε σε ένα κέντρο καινοτομίας και ανέλιξης δεξιοτήτων, το Alexander Competence Center, με στόχο να υποστηρίξει έργα που αναλαμβάνει η Deloitte διεθνώς. Αρχικά, στόχος μας ήταν να φτάσουμε το 2021 να απασχολούμε 250 άτομα, ωστόσο καταφέραμε τελικά μέχρι το τέλος της περασμένης χρονιάς να τα διπλασιάσουμε, με διάθεση να μεγαλώσουμε περαιτέρω και στο επόμενο διάστημα. Άρα αυτό που αναζητούσαμε υπήρχε, και θέλω να τονίσω ότι, εκτός από την αγορά που μας αγκάλιασε, μας βοήθησαν πραγματικά και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ώστε να βρούμε το κατάλληλο δυναμικό και να δημιουργήσουμε σημαντικό όφελος και θέσεις εργασίας για την τοπική κοινωνία.
Ποια είναι τα επόμενα βήματα και ποιες άλλες πόλεις περιλαμβάνουν;
H λογική μας είναι να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε το ταλέντο στην πηγή, στη γεωγραφική θέση που βρίσκεται. Τι πιο ωραίο υπάρχει από το να μπορέσεις να δώσεις σε έναν νέο άνθρωπο τη δυνατότητα να κάνει κάτι πάρα πολύ ενδιαφέρον και να λειτουργεί, επειδή ο ίδιος ή η ίδια το επιθυμεί, από το σπίτι του, από τη βάση του; Έχοντας λοιπόν αυτό κατά νου, δημιουργήσαμε, εκτός της Θεσσαλονίκης, ένα κέντρο στην Πάτρα και ένα στο Ηράκλειο της Κρήτης, που απασχολούν σήμερα 50 και 30 ανθρώπους, αντίστοιχα.
Πώς σχεδιάζετε την επόµενη µέρα, ποια θα είναι η στρατηγική και ποια τα πλεονεκτήµατα που θα αξιοποιήσετε για τη φυγή προς τα εµπρός;
Είμαστε μια εταιρεία που επενδύουμε στα ταλέντα και στις ικανότητες των ανθρώπων μας, όπως και στα εργαλεία μας, στις πλατφόρμες και γενικά την τεχνολογία, αλλά και την τεχνογνωσία που εξασφαλίζει η παγκοσμιοποιημένη δομή μας, ώστε να παρέχουμε την υψηλότερη δυνατή ποιότητα υπηρεσιών στους πελάτες μας. Για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να διαμορφώσουμε και τις αντίστοιχες συνθήκες για την εταιρική οικογένειά μας εδώ στην Deloitte. Αυτή η δέσμευση υπαγορεύεται από τις αξίες μας: να ανοίγουμε τον δρόμο προς έναν πιο βιώσιμο κόσμο. Να φροντίζουμε ο ένας τον άλλον. Να προσφέρουμε υπηρεσίες με ηθική και ακεραιότητα. Να συνεργαζόμαστε για να δημιουργούμε μετρήσιμο αντίκτυπο. Να προάγουμε τον σεβασμό της διαφορετικότητας και τη συμπερίληψη. Η αποστολή μας καθοδηγείται από έναν σκοπό: «to make an impact that matters», που αποτελεί τη δέσμευσή μας ότι θα δημιουργούμε αξία και θα έχουμε θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία, στους ανθρώπους και συνεργάτες μας και στην οικονομία, σε τοπικό και σε εθνικό επίπεδο.
Αυτό πώς μπορείς, όμως, να το κάνεις πράξη;
Έχουμε δημιουργήσει το Deloitte Foundation εδώ και αρκετά χρόνια, το οποίο είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός, που χρηματοδοτείται από τους συνεταίρους της Deloitte, διοχετεύοντας ένα ποσοστό από την κερδοφορία του σε δωρεές που εντάσσονται σε τέσσερις πυλώνες: πολιτισμός, παιδεία, περιβάλλον και εθνικές καταστάσεις έκτακτων αναγκών. Ενδεικτικά, προχωρήσαμε πριν από έναν χρόνο περίπου σε μια pro-bono μεγάλη μελέτη πάνω στο σχέδιο «Αστυπάλαια 4.0», όπου εκπονήσαμε ένα στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης με στόχο την ανάδειξη της Αστυπάλαιας σε ένα νησί-πρότυπο για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Παράλληλα υποστηρίζουμε το πρόγραμμα Worldclass που έχει ως στόχο να βοηθήσει ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες να αποκτήσουν ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στην εκπαίδευση. Η παγκόσμια φιλοδοξία της Deloitte μέσω του προγράμματος είναι να στηρίξει 100 εκατομμύρια ανθρώπους έως το 2030, ενώ από το 2017, που ξεκίνησε, έχει επηρεάσει 11,7 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Τέλος, ακολουθούμε τη στρατηγική του παγκόσμιου δικτύου της Deloitte WorldClimate για να υιοθετήσουμε υπεύθυνες επιλογές για το κλίμα εντός και εκτός του οργανισμού μας, με στόχο τις μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα µέχρι το 2030 για όλο το δίκτυό μας. Επίσης, ο ρόλος σας στη διαχείριση του μεγάλου «κύματος» δωρεών από τον ιδιωτικό τομέα στο πρώτο «κύμα» της πανδημίας ήταν κομβικός…
Αυτό πραγματικά είναι ένα case study που αξίζει να αναφερθεί, καθώς βοηθήσαμε πάρα πολύ στη διαχείριση όλων των δωρεών που δόθηκαν προς το κράτος από διαφόρους ιδιώτες ή/και οργανισμούς στις αρχές της πανδημίας, όταν υπήρχε κόσμος που ήθελε πραγματικά να βοηθήσει αλλά δεν ήξερε πώς, και δεν ήταν εύκολο ουσιαστικά να δώσει απλά χρήματα κάπου. Πήραμε την πρωτοβουλία να στήσουμε όλο τον μηχανισμό και τη μεθοδολογία για την υποδοχή των δωρεών, σε συνεχή συνεργασία με το υπουργείο Υγείας, ώστε να παρακολουθούμε ποιες είναι οι ανάγκες και να μπορέσουμε να τις συνδέσουμε με τους προμηθευτές που μπορούσαν να ανταποκριθούν άμεσα και επαρκώς. Δουλέψαμε με μια ομάδα 10 ανθρώπων για ένα διάστημα περίπου έξι μηνών, 24/7, και διαχειριστήκαμε συνολικά δωρεές άνω των 100 εκατομμυρίων. Ο τρόπος που η πολιτεία αντεπεξήλθε σε όλη αυτή τη διαδικασία ήταν καταπληκτικός και είχε αποτέλεσμα, δεδομένων πάντα των ειδικών συνθηκών που ζήσαμε.
Μιλώντας για τον ρόλο της πολιτείας, το χάσμα δεξιοτήτων φαίνεται ότι διευρύνεται λόγω της ψηφιακής επιτάχυνσης και της αλλαγής εταιρικής κουλτούρας που δρομολόγησε η πανδημία Covid-19. Πώς μπορεί να αναπτυχθεί ένα εθνικό πλάνο δεξιοτήτων για την ψηφιακή οικονομία και ποιος ο ρόλος της εκπαίδευσης, αλλά και των εταιρειών;
Η Ελλάδα, λόγω της κρίσης που έχει περάσει τα τελευταία περίπου 12-13 χρόνια, δεν είχε αντιμετωπίσει ουσιαστικό πρόβλημα διαθεσιμότητας ανθρώπινου δυναμικού. Το πρόβλημα που σήμερα αντιμετωπίζει –γιατί υπάρχει πρόβλημα, μικρό ακόμη, αλλά μεγαλύτερο στο εγγύς μέλλον– προκύπτει από το γεγονός ότι για να μπορέσεις να έχεις ανθρώπους που είναι καλά εκπαιδευμένοι, ώστε να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, πρέπει να ξεκινήσεις από πάρα πολύ νωρίς. Επίσης, είναι γεγονός ότι οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται με τις νέες τεχνολογίες τα τελευταία χρόνια είναι πάντα περισσότερες από αυτές που καταργούνται σε παραδοσιακούς τομείς, οπότε φαίνεται να προκύπτει μεγαλύτερη ζήτηση από την πλευρά των εταιρειών σε σχέση με την προσφορά. Είναι, λοιπόν, πολύ σημαντικό να επικεντρωθούμε στο upskilling και στο reskilling μεγαλύτερων ενδεχομένως εταιρειών. Η Deloitte επενδύει στην ανάπτυξη και την ενίσχυση των «ανθρώπινων ικανοτήτων» των εργαζομένων της, ανεξαρτήτως ηλικίας, απελευθερώνοντας τη δυναμική του ταλέντου τους. Παράλληλα, εντοπίζουμε τους νέους και ταλαντούχους ανθρώπους σε όλη τη χώρα, τους εκπαιδεύουμε σε συνεχιζόμενη βάση και τους εντάσσουμε στις ομάδες μας. Έτσι δημιουργούμε τους leaders του αύριο, το ανθρώπινο δυναμικό της νέας ψηφιακής εποχής για την Ελλάδα.
Εντοπίζουμε ταλαντούχους ανθρώπους σε όλη τη χώρα, τους εκπαιδεύουμε και τους εντάσσουμε στις ομάδες μας. Έτσι δημιουργούμε τους leaders του αύριο.
Η πανδημία άλλαξε, επίσης, το mindset πολλών ανθρώπων και εταιρειών όσον αφορά την εργασία –και πολύ σύντομα μάλιστα. Υπάρχει αυτό που λένε στο εξωτερικό «Μεγάλη Παραίτηση», δηλαδή εργαζόμενοι που αφήνουν τις δουλειές τους και μετακινούνται σε άλλες. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό το φαινόμενο και δη στις ανεπτυγμένες οικονομίες;
Είναι πραγματικά ένα πρωτοφανές φαινόμενο, με πολλές παραιτήσεις στον δυτικό κόσμο, με έμφαση την Αμερική, κυρίως χαμηλότερα αμειβομένων εργασιών που λόγω της ροής κρατικών επιδομάτων εξαιτίας της πανδημίας, αναζητούν καλύτερες εταιρείες. Η πανδημία, ο χρόνος που επέτρεψε στους ανθρώπους να ξαναπροσδιορίσουν τη σχέση με την οικογένειά τους και να τη δουν ως το μόνο πραγματικό τους καταφύγιο, τους οδήγησε σε προσωπικές αναζητήσεις. Έτσι, επαναπροσδιόρισαν και τον ρόλο της εργασίας στη ζωή τους, τι είναι αυτό που χρειάζονται από την εργασία τους και τους εργοδότες τους. Έτσι, διεκδικούν καλύτερους μισθούς και περισσότερα ή καλύτερα benefits. Όπως είχαμε δει και από τις ετήσιες έρευνες της Deloitte για τους millennials και την Gen Z, και οι δύο είχαν μιλήσει γι’ αυτό σε προτεραιότητα. Ωστόσο, το αίτημα των καλύτερων απολαβών έχει να κάνει και με την προσδοκία τους από μια επιχείρηση να μοιράζεται περισσότερο τον πλούτο που οι εργαζόμενοί της συμβάλλουν στο να παραχθεί, καθώς πιστεύουν πως οι εταιρείες έχουν την ευθύνη να προωθούν την κοινωνική κινητικότητα και να οδηγούν στην κοινωνική αλλαγή. Έχω μια θεωρία αναφορικά με την εργασία. Τρεις είναι οι παράμετροι που μπορούν να σε επηρεάσουν προκειμένου να παραμείνεις και να εξελιχθείς σε μια εταιρεία, και πιο συγκεκριμένα: α) το αντικείμενο, β) το περιβάλλον/κουλτούρα της εταιρείας, καθώς και γ) οι οικονομικές απολαβές. Ο συνδυασμός όποιων δύο από τους τρεις παράγοντες συνήθως είναι αρκετός.
Από αυτά τα τρία χαρακτηριστικά που αναφέρατε, ποιο είναι αυτό που σας κράτησε 20 χρόνια στη Deloitte;
Μου άρεσε πάρα πολύ το αντικείμενό μου και εξακολουθεί να μου αρέσει, καθώς και η κουλτούρα της εταιρείας και το περιβάλλον της, που με έκαναν να νιώθω σαν στο σπίτι μου από την πρώτη στιγμή. Ένα περιβάλλον με συνεχόμενες προκλήσεις και πολύ αξιόλογους συναδέλφους και «δασκάλους». Αυτός ο συνδυασμός ήταν αρκετός για να μην αναζητήσω ποτέ κάτι άλλο. «Σειρήνες» μπορεί να υπήρχαν, αλλά δεν ήταν ικανές να με παρασύρουν. Στην Deloitte έχουμε τη χαρά της συνεχόμενης εξέλιξης, αναπτύσσουμε συνεχώς καινούργιες υπηρεσίες, δημιουργούμε καινούργιες σχέσεις με πελάτες, ερχόμαστε σε επικοινωνία με συναδέλφους. Ξεκίνησα σε μια εταιρεία που το 1998 αριθμούσε 70 άτομα και σήμερα είμαστε μια εταιρεία που απασχολεί πάνω από 2.000 άτομα. Άρα εγώ έπρεπε και πρέπει σχεδόν καθημερινά να εξελίσσομαι.
Ένας μάνατζερ σε υψηλότερο επίπεδο τι χρειάζεται για να πάει μπροστά;
Είναι σαφές ότι για να μπορέσει να προχωρήσει κάποιος θα πρέπει, πέρα από τις τεχνικές γνώσεις και hard skills, να έχει και ανθρώπινες ικανότητες. Είμαι οπαδός της θεωρίας ότι είσαι τόσο «καλός» όσο η ομάδα σου, οι άνθρωποί σου. Είναι πολύ σημαντική, λοιπόν, η δυνατότητα να κατανοήσεις τους συνεργάτες σου, να αναδείξεις τα προτερήματά τους ή/και να τους βοηθήσεις στις περιοχές που χρήζουν βελτίωσης, καθώς και να είσαι έτοιμος καθημερινά να γίνεις challenged από αυτούς, αλλά και να τους καθοδηγήσεις προς την επόμενη ημέρα.
Ο ηγέτης ηγείται ανθρώπων, ηγείται βάσει κανόνων και δεν θα είναι ηγέτης για πάντα.
Ποικιλομορφία, ισότητα, ενσυναίσθηση είναι χαρακτηριστικά που υιοθετούνται όλο και περισσότεροι από τους ηγέτες. Πόσο έχει αλλάξει ο ρόλος τους σήμερα;
Η διαφορετικότητα είναι μοναδική πηγή άντλησης αξίας. Η δυναμική που αναπτύσσεται από τη συνεργασία διαφορετικών ανθρώπων έχει εκπληκτικά ωφελήματα, τόσο για την εταιρεία μας, όσο και για τους πελάτες μας. Είναι, λοιπόν, πολύ λογικό που στην Deloitte, όπου ο πυρήνας όλων όσα κάνουµε είναι οι άνθρωποί µας, η εταιρική µας κουλτούρα να βασίζεται στην εµπιστοσύνη, στον σεβασµό και στη συνεργασία. Τέλος, επειδή με ρωτάς για την ηγεσία, υπάρχει ένα ρητό του αρχαίου ποιητή Αγάθωνα που με καθοδηγεί: Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η ενσυναίσθηση ήταν, είναι και θα είναι ουσιαστική για τη συνεργασία, αλλά και για την περαιτέρω ανάδειξη της δύναμης της ομάδας.
*Η συνέντευξη δημοσιεύεται στο νέο Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα
**Φωτογραφίες: Σύλβια Διαμαντοπούλου.