Πάνω από 5 εκατ. είδαν τη συνέντευξη Βαρουφάκη στο γερμανικό ARD!

Πάνω από 5 εκατ. είδαν τη συνέντευξη Βαρουφάκη στο γερμανικό ARD!

Αίσθηση και ποικίλα σχόλια προκάλεσε η εμφάνιση του υπουργού Οικονομικών σε εκπομπή της γερμανικής τηλεόρασης.

«Κάνουμε ό,τι μπορούμε για να λάβουν τα χρήματά τους οι πιστωτές μας, αλλά την ίδια στιγμή πρέπει να λάβουν τα χρήματά τους και οι συνταξιούχοι μας, καθώς και οι δημόσιοι υπάλληλοι» ανέφερε ο κ.Βαρουφάκης σε ζωντανή σύνδεση από την Αθήνα, απαντώντας σε ερωτήσεις για τις άμεσες οικονομικές υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία καλείται να αποπληρώσει μέσα στην εβδομάδα περισσότερα από 700 εκ. ευρώ προς το ΔΝΤ, ενώ στο τέλος του μήνα προβλέπεται δαπάνη άνω των 2 δις ευρώ για την πληρωμή μισθών και συντάξεων.

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη εδώ

Τα γερμανικά ΜΜΕ σχολιάζοντας τη συνέντευξη ανέφεραν ότι για ακόμη μια φορά ο κ. Βαρουφάκης «μίλησε πολύ, αλλά είπε λίγα». Παρόλα αυτά άφησε θετικές εντυπώσεις λόγω έλλειψης αντιλόγου» σημειώνει η Frankfurter Allgemeine.

Αντίλογο εξέφρασε πάντως στο στούντιο της γερμανικής τηλεόρασης (ΑRD) ο Βαυαρός υπουργός Οικονομικών Μάρκους Σέντερ, ο οποίος κάλεσε την ελληνική κυβέρνηση να «φροντίσει τα του οίκου της» και να μην αναλώνεται σε δηλώσεις και επιστολές, ενώ δήλωσε ότι οι Γερμανοί είναι μεν διατεθειμένοι να βοηθήσουν «αλλά δεν είναι αφελείς».

Καλεσμένοι του δημοφιλούς παρουσιαστή Γκύντερ Γιάουχ το βράδυ της Κυριακής ήταν επίσης ο βετεράνος δημοσιογράφος Ερνστ Έλιτς, ο οποίος αρθρογραφεί στην εφημερίδα Bild, καθώς και η οικονομολόγος και δημοσιογράφος της εφημερίδας Tageszeitung Ουλρίκε Χέρμαν, η οποία ανέφερε ότι τα χρήματα του πακέτου βοήθειας δεν έμειναν στην Ελλάδα, αλλά ουσιαστικά «διατέθηκαν για τη διάσωση των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών».

Νέα πυρά από γερμανικά ΜΜΕ
Η Süddeutsche Zeitung σχολιάζει: «(…) Ο έλληνας υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης δεν είναι ένας έμπειρος πολιτικός, εντούτοις το γεγονός ότι είναι προφανώς τόσο επικεντρωμένος στον εαυτό του δίνει την ακριβώς αντίθετη εντύπωση. Αυτό καταδεικνύει άλλωστε και το πλήθος των συχνά αντιφατικών συνεντεύξεών του (…). Όταν κάποιος μιλάει συνεχώς για το πώς και τι θα επιβάλει εναντίον κάποιου, τότε τροφοδοτεί τις υποψίες ότι η δύναμή του έγκειται λιγότερο στις πράξεις και περισσότερο στα λόγια. Και όσο πιο συχνά επαναλαμβάνονται τα λόγια, τόσο περισσότερο γίνονται φλυαρία. Γι΄ αυτό υπάρχει στα γερμανικά και ο ωραίος όρος της ανούσιας φλυαρίας». Αναφερόμενη στη συνέχεια τόσο στο Γ. Βαρουφάκη όσο και στον πρωθυπουργό Α. Τσίπρα, η εφημερίδα σχολιάζει: (…) Η φιλαρέσκεια σε συνδυασμό με έναν αριστερό εθνικισμό, καθώς και μια λογική του ‘τώρα θα τους δείξουμε εμείς’ συνιστούν κακές προϋποθέσεις για μια αρμονική συμβίωση. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς οι πλειοψηφίες στη Γερμανία και στην ΕΕ δεν υιοθετούν σε καμία περίπτωση τα στερεότυπα του λαϊκού τύπου. Η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη και μπορεί να καταφέρει ό,τι κατάφεραν και η Ιρλανδία και η Πορτογαλία».

Ο Βαρουφάκης τα κάνει όλα χειρότερα με τις εμφανίσεις του, επισημαίνει η Neue Osnabrücker Zeitung. «Αντί να βάλει σε τάξη την εγχώρια οικονομική διοίκηση, να εισπράξει φόρους και να δρομολογήσει επιτέλους ιδιωτικοποιήσεις και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, πετά το ένα λεκτικό καπνογόνο μετά το άλλο. Τα μαγικά επί σκηνής έχουν αναμφίβολα το χαρακτήρα ενός σόου. Ωστόσο στο ελληνικό δράμα δεν διαπιστώνονται σαφείς τρόποι δράσης. Κάθε φορά που τίθεται το θέμα συγκεκριμένων αποφάσεων, ο υπουργός προκαλεί νέες ασάφειες. Το πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση στην Ελλάδα θα το καταλάβει μάλλον μόνον όταν κλείσουν τα φώτα στο ρετιρέ του».

Η Frankfurter Allgemeine Zeitung: «Πόλεμος υπάρχει στον περίγυρο της ΕΕ αλλά όχι εντός. Αυτό το γνωρίζει και ο έλληνας υπουργός Άμυνας, ο οποίος κατηγόρησε τον γερμανό υπ. Οικονομικών Σόιμπλε για ψυχολογικό πόλεμο. Φυσικά και συνηθίζεται στις διαπραγματεύσεις της να γίνονται πολλά κόλπα. Το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται η ένωση είναι να καθίσταται θεσμικά αδύνατος ο πόλεμος. Αυτό θα πρέπει να το έχουν πάντα υπόψη τους οι χώρες μέλη και να συμβάλουν στη λεκτική αποκλιμάκωση. Η φυγή προς αξιώσεις από την εποχή του πολέμου, η οποία αρέσει και στο γερμανικό κόμμα της Αριστεράς, συνιστά φυγή από τις αξιώσεις του σήμερα. Το ζητούμενο σήμερα είναι η τήρηση συμφωνιών οι οποίες δεν υπαγορεύονται, αλλά αποφασίζονται από κοινού».

Πηγή: Deutsche Welle