Από τις επιδοτήσεις-φάντασμα στην εποπτεία – Τι αλλάζει στους Αναπτυξιακούς νόμους

Από τις επιδοτήσεις-φάντασμα στην εποπτεία – Τι αλλάζει στους Αναπτυξιακούς νόμους
Business team meeting present, investor colleagues consultation and conference new strategy plan business and market growth on financial document graph report, Meeting and Talking. Photo: Shutterstock
Με δύο νέες υπουργικές αποφάσεις, η κυβέρνηση επιχειρεί να εγκαταλείψει οριστικά την κουλτούρα της «χαλαρής εποπτείας».

Για περισσότερο από μισό αιώνα, οι ελληνικοί αναπτυξιακοί νόμοι υπήρξαν η επιτομή της αναπτυξιακής πολιτικής. Γενναιόδωρες επιδοτήσεις, ελπίδες για βιομηχανική αναγέννηση και συχνά απογοητεύσεις. Από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα, οι κρατικές ενισχύσεις συνδέθηκαν με την υπόσχεση ότι θα «ξαναχτίσουν» την ελληνική παραγωγή. Στην πράξη, όμως, ένα σημαντικό μέρος τους χάθηκε σε έργα που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, σε επιχειρήσεις που δεν τήρησαν τις δεσμεύσεις τους ή σε μια γραφειοκρατία που αδυνατούσε να επιβλέψει.

Σήμερα, το τοπίο φαίνεται να αλλάζει. Με δύο νέες υπουργικές αποφάσεις, η κυβέρνηση επιχειρεί να εγκαταλείψει οριστικά την κουλτούρα της «χαλαρής εποπτείας» και να εισάγει μια νέα αρχιτεκτονική λογοδοσίας. Ταυτόχρονα, επιχειρεί να ανακτήσει 480 εκατ. ευρώ από 1.400 επενδυτικά σχέδια των νόμων του 2004 και του 2011, που έμειναν στη μέση.

Η πρώτη από τις δύο σημερινές αποφάσεις θεσπίζει το πλαίσιο «Παρακολούθησης Τήρησης Μακροχρόνιων Υποχρεώσεων». Για πρώτη φορά, όλες οι επιχειρήσεις που έλαβαν ενίσχυση από το 2004 έως σήμερα υπάγονται σε ένα ενιαίο, ψηφιακό και συστηματικό καθεστώς παρακολούθησης.

Οι υποχρεώσεις τους δεν τελειώνουν με την εκταμίευση της ενίσχυσης. Αντίθετα, συνεχίζονται για 3 έως 7 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης. Κάθε χρόνο, οι εταιρείες θα πρέπει να υποβάλλουν ηλεκτρονικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι διατηρούν τις θέσεις εργασίας που είχαν δεσμευθεί, ότι η παραγωγική μονάδα λειτουργεί με τη δυναμικότητα που εγκρίθηκε, ότι ο ενισχυμένος εξοπλισμός παραμένει στη θέση του και δεν έχει μεταβιβαστεί και ότι οι επιδοτήσεις καταγράφονται σωστά στα λογιστικά βιβλία σε ειδικό αποθεματικό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για παλαιότερα σχέδια, οι επιχειρήσεις καλούνται να επανυποβάλουν βασικά δικαιολογητικά, ώστε το Υπουργείο να έχει πλήρη εικόνα. Η πλήρης ψηφιοποίηση του συστήματος αλλάζει το παιχνίδι. Μειώνει τα περιθώρια αδιαφάνειας αλλά αυξάνει τις ευθύνες των επιχειρήσεων, που δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν πίσω από χαρτιά και σφραγίδες.

Η δεύτερη απόφαση συμπληρώνει την πρώτη, θεσπίζοντας κυρώσεις με πραγματικό οικονομικό βάρος. Για τα σχέδια του 2004 και του 2011, τα πρόστιμα επιβάλλονται σωρευτικά, ανάλογα με τα έτη μη συμμόρφωσης. Για τα σχέδια του 2016 και του 2022, θεσπίζεται μια καθαρή φόρμουλα: 0,5% της εγκριθείσας ενίσχυσης για κάθε έτος παραβίασης. Έτσι, μια βιομηχανία που έλαβε 10 εκατ. ευρώ ενίσχυση μπορεί να βρεθεί με πρόστιμο 50.000 ευρώ ανά έτος μη συμμόρφωσης. Το κρίσιμο στοιχείο. Όλα τα πρόστιμα εισπράττονται από την ΑΑΔΕ μέσω του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Αυτό σημαίνει ότι μετατρέπονται σε δημόσιο χρέος, με όλες τις συνέπειες που συνεπάγεται η φορολογική οφειλή.

Το νέο καθεστώς προβλέπει ότι κάθε χρόνο 20% των επιχειρήσεων που υπήχθησαν στον νόμο του 2022 θα ελέγχονται, και 10% των επιχειρήσεων των παλαιότερων νόμων θα περνούν από δειγματοληπτικό έλεγχο.

Οι έλεγχοι δεν περιορίζονται σε έγγραφα. Αν υπάρξουν ενδείξεις παραβίασης, προβλέπονται έκτακτες επιτόπιες αυτοψίες. Η συμμόρφωση παύει να είναι μια τυπική υποχρέωση και γίνεται ζήτημα ουσιαστικής εποπτείας.

Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, η συμμόρφωση μπορεί να θεωρηθεί διαχειρίσιμη. Για τις μικρότερες, όμως, οι ετήσιες δηλώσεις, οι πιθανές αυτοψίες και το διοικητικό βάρος ίσως αποδειχθούν δυσανάλογες. Οι κυρώσεις, αν και λογιστικά «χαμηλές», μπορεί να πλήξουν εταιρείες με περιορισμένη ρευστότητα.

Υπάρχει επίσης το ερώτημα της συνέπειας. Πόσο συστηματικά θα εφαρμοστεί το νέο καθεστώς; Η ιστορία δείχνει ότι οι καλές προθέσεις συχνά εξανεμίζονται μπροστά στις πιέσεις της καθημερινότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: