Ανάλυση: Τα καλά και τα κακά νέα από την πανδημία

Ανάλυση: Τα καλά και τα κακά νέα από την πανδημία
epa08248323 People wearing face masks walk outside Lujiazui station near Pudong’s financial center in Shanghai, China, 25 February 2020 (issued 26 February 2020). More than a month since the COVID-19 and coronavirus outbreak, the usually bustling streets of Shanghai are relatively empty as the city continues to live under virus control measures. Shanghai, which has a population of over 24 million people, has reported 336 cases and three deaths in relation to COVID-19. According to reports, approximately 80 percent of people in the reported cases have recovered. EPA/LIU XINGZHE Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Μετά από πέντε μήνες  «επίσημης» εμφάνισης του κορωνοιού στην ζωή μας (γιατί το πιθανότερο είναι ότι ο ιός επιπόλαζε στην Ουχάν από τον Οκτώβριο),  Ινστιτούτα, ακαδημαϊκά ιδρύματα, think tanks, αλλά και κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, δείχνουν να καταλήγουν σε ορισμένα πρώτα συμπεράσματα.
Άρθρο του Πέτρου Ευθυμίου.
Άρθρο του Πέτρου Ευθυμίου.

Το πρώτο θεμελιώδες συμπέρασμα, είναι ότι όπως οι κυβερνήσεις και οι διεθνείς θεσμοί είχαν αποδειχθεί ανεπαρκείς για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης στην Οικονομία (με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την κρίση του 2008), έτσι και τώρα αποδείχθηκαν απολύτως απαράσκευοι στον τομέα και της Υγείας. Ανίκανοι, είτε να προλάβουν την πανδημία, είτε, έστω, να συντονιστούν στην αντιμετώπιση των συνεπειών του κορωνοιού.

Το κακό νέο, από αυτό το πρώτο κοινό συμπέρασμα, είναι ότι κάθε χώρα κλήθηκε, με τα δικά της μόνον μέσα, να αντιμετωπίσει τις συνέπειες.  Το καλό νέο από το ίδιο συμπέρασμα, είναι, ότι κανείς άλλος ηγέτης στον κόσμο, εκτός από τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Μπολσονάρου στην Βραζιλία, δεν επιθυμεί  η χώρα του να ξαναβρεθεί μόνη, απέναντι σε μια παρόμοια πρόκληση. Το αίτημα για διεθνή συνεργασία, είτε για την πρόληψη παρόμοιων απειλών, είτε για συνέργειες στην αντιμετώπιση είναι καθολικό, και θα προσδιορίσει διαφορετικά, από τώρα και πέρα,  τους κώδικες της παγκοσμιοποίησης.

Η έννοια της προστασίας, άρα της αξίας της ανθρώπινης ζωής, ως κεντρικό ζητούμενο της παγκοσμιοποίησης μπαίνει στην ατζέντα, με οδυνηρό αλλά αποφασιστικό, τρόπο. Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, αυτό να αλλάξει. Για πρώτη φορά, μετά από σαράντα χρόνια αχαλίνωτης πορείας στην κυριαρχία της Οικονομίας  πάνω σε οποιαδήποτε άλλη αξία, το αίτημα της ζωής θέτει νέο πλαίσιο, για κανόνες  και αρχές, στις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης.

Το δεύτερο συμπέρασμα, είναι ότι αυτή η βίαιη, εξαναγκαστική, αλλά απολύτως φυσική επιστροφή, της συντριπτικής πλειοψηφίας των κοινωνιών στον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους, για την αντιμετώπιση της πανδημίας, «εξαέρωσε»  και το κυρίαρχο ιδεολόγημα των τελευταίων σαράντα χρόνων, για το «όλο και λιγότερο κράτος» και την υπαγωγή όλων των ζωτικών οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών στον «υγιή ανταγωνισμό της αγοράς». Οι κοινωνίες απαιτούν και πάλι, ένα ισχυρό, λειτουργικό και αποτελεσματικό κράτος. Αυτό απέδειξε η πανδημία και αυτό είναι ένα άλλο καλό νέο, που όμως κουβαλάει μαζί του και ένα κακό νέο.

Το κακό νέο είναι, ότι στον σημερινό κόσμο, κανένα κράτος, ακόμα και το πιο ισχυρό, δεν μπορεί από μόνο του, να εξασφαλίσει στους πολίτες του την ειρήνη, την ασφάλεια, την ευημερία και την υγεία τους.  Είναι τόσο μεγάλη πια η αλληλεξάρτηση των οικονομιών, είναι τόσο ορατές οι κοινές προκλήσεις, από την κλιματική αλλαγή, τις πανδημίες, τα προσφυγικά και μεταναστευτικά κύματα, την τρομοκρατία κτλ., ώστε να επιβάλλεται να εφευρεθούν οι κοινές απαντήσεις στις  κοινές προκλήσεις.

Πέρα από την ενίσχυση του ρόλου των υπαρχόντων ήδη διεθνών θεσμών συνεργασίας, όπως ο ΟΗΕ, ο ΠΟΥ, η Διεθνής Τράπεζα, το ΔΝΤ, το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ΙLO) κτλ . επείγει να επινοηθούν και να γίνουν πράξη, οι κανόνες που –παγκοσμίως- θα εξισορροπήσουν τις ανάγκες των ανθρώπων  και των κοινωνιών τους, με την λειτουργία της Οικονομίας. Μια Οικονομία που θα λειτουργεί ως συνεκτικό και όχι διαλυτικό στοιχείο των διεθνών σχέσεων, ως παράγοντας κοινωνικής εξισορρόπησης και όχι  ως  δημιουργός των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, που υπονομεύουν, σήμερα, όλες τις δυτικές κοινωνίες.

Όλα αυτά, έφεραν ένα καλό νέο στην Ενωμένη Ευρώπη των «27». Μέσα από την κοπιώδη και σκολιώδη διαδρομή των ευρωπαϊκών συμβιβασμών, για πρώτη φορά, έγινε η μεγάλη παραδοχή, το πρώτο μεγάλο βήμα προς την πραγματική ενοποίηση, η ανάληψη δηλαδή του αμοιβαίου κινδύνου, με σκοπό να υπηρετηθεί το μακρό τελικό κοινό όφελος.

Το «Ταμείο Ανάκαμψης», που  ήδη αποφασίστηκε, μέσω της αύξησης του Ευρωπαϊκού Προϋπολογισμού, αντιστοιχεί με το «ολίγον έγκυος».  Είναι η μεταμφιεσμένη παραδοχή από την πλευρά του Βορρά, ότι το βρέφος της ενοποίησης, κυοφορείται, πλέον, κανονικά.

Το κακό νέο είναι, ότι η ομαλή πορεία της κυοφορίας δεν είναι δεδομένη. Χρειάζονται στιβαρές ηγεσίες, με ευρωπαϊκό όραμα και σχέδιο  –που αυτή την στιγμή, πλην Μακρόν- δεν είναι τόσο ευδιάκριτες στο ευρωπαϊκό τοπίο,  χρειάζονται και ώριμοι λαοί στις επιλογές τους, επίσης. Οι επόμενοι μήνες και τα  επόμενα χρόνια θα είναι καθοριστικά για την Ευρώπη. Γιατί –μην ξεχνάμε- ότι στόχος του Τράμπ, ρητός και επίσημος, είναι η διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ότι, με τα παρόντα δεδομένα, η διάλυση της ΕΕ, είναι μια καλή ευκαιρία για άνοδο του παγκόσμιου ρόλου και των δυνατοτήτων επιρροής και της Ρωσίας και της Κίνας.  Αλλά ότι εξίσου κατηγορηματικές και επίσημες είναι οι θέσεις των Ευρωπαίων λαϊκιστών της Δεξιάς και της Αριστεράς για την ανάγκη διάλυσης της Ευρ. Ένωσης και την επιστροφή στα έθνη-κράτη. Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας, μια ιδιαίτερα δύσκολη κι απαιτητική πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Σε αυτή την ροή των πραγμάτων, η Ελλάδα ήταν πηγή  καλών νέων. Η κυβέρνηση έλαβε έγκαιρα τις σωστές αποφάσεις,στηριγμένη στις εισηγήσεις των κατάλληλων και σωστών ειδικών. Αποτέλεσε –ως τώρα- διεθνές παράδειγμα επιτυχούς αντιμετώπισης της πανδημίας. Προκάλεσε τον σεβασμό και απέκτησε ένα αξιόλογο κεφάλαιο κύρους από την σωφροσύνη των επιλογών της ηγεσίας και από την ώριμη συμπεριφορά της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας.

Ωστόσο τα ελληνικά καλά νέα, έχουν μέσα τους και τον κίνδυνο των εξίσου κακών νέων. Γιατί, ως τώρα, η ιστορική κίνηση του ελληνικού λαού έχει την σταθερά του εκκρεμούς: ανεβαίνει απότομα πολύ ψηλά, και εξίσου απότομα ξαναγυρίζει προς τα πίσω. Στην περίπτωση μας η μεν κυβέρνηση πρέπει να αποφύγει την παγίδα του εφησυχασμού και της αλαζονείας,  η δε κοινωνία  τον πειρασμό να εναποθέσει στην κυβέρνηση τα από τώρα και πέρα,  και ο καθένας μας να γυρίσει στην πριν ζωή του, στην λογική business as usual.

Θα κεφαλαιοποιήσουμε όλοι μας, όσα όλοι μαζί πετύχαμε, μόνον αν αποδεχθούμε, ότι η συλλογικότητα, η πειθαρχία και αυτοπειθαρχία, η αλληλεγγύη, που αναπτύξαμε στην πανδημία, πρέπει να αποτελέσουν την βάση μιας νέας δημιουργικής περιόδου, που θα απαντήσει, πάλι συλλογικά ,στις επιπτώσεις  της πανδημίας και τις απαιτήσεις των ουσιαστικών αποφάσεων για την Ευρώπη που εξελίσσεται και την τουρκική απειλή που επιμένει.

Τότε μόνον θα ξέρουμε, ότι μας περιμένουν μόνον καλά νέα!