ΑΠΕ: «Αγκάθι» το έλλειμα του ειδικού λογαριασμού- 100 εκατ. ευρώ πρόσθεσε η πανδημία

ΑΠΕ: «Αγκάθι» το έλλειμα του ειδικού λογαριασμού- 100 εκατ. ευρώ πρόσθεσε η πανδημία
Photo: pixabay.com
Γρίφος η κάλυψη του ελλείμματος του ΕΛΑΠΕ χωρίς να «χαλάσει» το επενδυτικό κλίμα - Στην τελική ευθεία οι αποφάσεις - Αντιδρούν οι παραγωγοί ΑΠΕ στην πιθανότητα θέσπισης εισπρακτικών μέτρων - Ανησυχία και σε επιχειρηματικούς κλάδους που φοβούνται ότι θα κληθούν να πληρώσουν τον λογαριασμό.

Κλιμακώνονται οι διαπραγματεύσεις των εμπλεκομένων μερών για την εξεύρεση λύσης στη βιωσιμότητα του Ειδικού Λογαριασμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), μέσω του οποίου καταβάλλονται οι πληρωμές των παραγωγών ΑΠΕ και στον οποίο το έλλειμμα ξεπερνά κατά τις εκτιμήσεις τα 200 εκατ. ευρώ, μαζί με το αποθεματικό ασφαλείας ύψους 70 εκατ. ευρώ, αφού ήδη οι απώλειες από την πανδημία εκτιμώνται σε 100 εκατ. ευρώ.

Το θέμα είναι μείζονος σημασίας καθώς η σημερινή κατάσταση υπονομεύει τόσο την ομαλή λειτουργία της ενεργειακής αγοράς όσο και το επενδυτικό περιβάλλον και τα φιλόδοξα σχέδια ανάπτυξης της αγοράς πράσινης και καθαρής ενέργειας μεσούσης της απολιγνητοποίησης, project που αποτελεί ναυαρχίδα για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.

Η επίλυσή του προβλήματος είχε τοποθετηθεί σε χρόνο που θα ήταν καλύτερη η εκτίμηση για την επίπτωση της πανδημίας στον κλάδο και οι συνθήκες πλέον είναι πιεστικές. Εν πολλοίς το πρόβλημα δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας στήριξης της βιωσιμότητας της ΔΕΗ με αύξηση των τιμολογίων της και μείωση του ειδικού τέλους μείωσης εκπομπών αερίων ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), που προορίζεται για αποζημίωση των παραγωγών ενέργειας από ΑΠΕ, ώστε να αποφευχθεί η επιβάρυνση των λογαριασμών ρεύματος στους καταναλωτές. Στις αποφάσεις που επηρέασαν την ομαλή ανάπτυξη της αγοράς προσμετράται και η επιβολή έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης το 2012 και το 2014 πριν την αναπροσαρμογή των σταθερών τιμών πώλησης της ενέργειας από ΑΠΕ. Η αγορά άρχισε να επανέρχεται πέρυσι ενώ σήμερα το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Ωστόσο αναπτύσσεται προβληματισμός για το κατά πόσον η κυβέρνηση, που καλείται να πάρει δύσκολες αποφάσεις, θα καταφέρει να εξαλείψει τον κίνδυνο του ελλείμματος, χωρίς να αναχαιτίσει τους ρυθμούς ανάπτυξης της αγοράς.

Ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Κωστής Χατζηδάκης, καλείται να βρει τη χρυσή τομή ώστε να αποδώσει πόρους, ζωτικής σημασίας για τις ΑΠΕ, χωρίς όμως να ζητά από τους παίκτες της χονδρεμπορικής αγοράς να πληρώσουν τον λογαριασμό για το έλλειμμα εκμεταλλευόμενος το θετικό momentum για τον κλάδο, κάτι που αποτελεί υπόνοια, όμως μεταφέρουν στο Fortune Greece κύκλοι της αγοράς. Στο τραπέζι είναι πολλά σενάρια, από την αξιοποίηση κοινοτικών πόρων μέχρι αυξήσεις στα τιμολόγια για επιχειρήσεις της μέσης τάσης αναδρομικά από το 2019. Εάν επικρατήσει το τελευταίο σενάριο μάλιστα και δεδομένου ότι η βιομηχανία αναμένεται να εξαιρεθεί, σύμφωνα με τις άτυπες δεσμεύσεις, θα επιβαρυνθεί ένα ευρύ φάσμα επιχειρήσεων, από εμπορικές αλυσίδες και εταιρείες supermarket μέχρι επιχειρήσεις ho.re.ca.. Αν και οι τελευταίες δέχονται ήδη ισχυρό πλήγμα λόγω της πανδημίας δεν αποκλείεται, με βάση τα συζητούμενα σενάρια, να μοιραστούν το βάρος των αλλαγών από τον επόμενο χρόνο, όταν η πανδημία περάσει σε ύφεση.

Οι προτάσεις

Σημειώνεται ότι οι εταιρείες ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ έχουν πρόταση για την κάλυψη του ελλείμματος του ΕΛΑΠΕ. Εκτιμούν ότι ο λογαριασμός έγινε ελλειμματικός από πλεονασματικός, κυρίως λόγω της μείωσης, το Σεπτέμβριο του 2019, του ΕΤΜΕΑΡ κατά 25% (αναδρομικά από 1/1/2019) και λόγω της πτώσης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και της Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ), ως συνέπεια της πανδημίας, που μείωσαν αναλογικά τα έσοδα του ΕΛΑΠΕ.

Το πακέτο μέτρων που προτείνουν είναι:

  1. Υποβολή από την κυβέρνηση μιας πλήρως αιτιολογημένης και ποσοτικοποιημένης πρότασης ενίσχυσης του ΕΛΑΠΕ από το Ταμείο Ανάκαμψης, που θα καλύπτει τις απώλειες του Ειδικού Λογαριασμού που προκλήθηκαν αποκλειστικά εξαιτίας της πανδημίας. Το ποσό αυτό ανέρχεται τουλάχιστον στα 100 εκατ. ευρώ μόνο για το 2020.
  2. Αύξηση του ποσοστού των εσόδων από τη δημοπρασία δικαιωμάτων εκπομπής CO2 που κατευθύνεται στον ΕΛΑΠΕ, από 65% σε 85%, για μια περίοδο τουλάχιστον 2 ετών. Με το μέτρο αυτό, θα εισρεύσουν στο λογαριασμό πλέον των 100 εκατ. ευρώ το έτος.
  3. Διατήρηση της αντισταθμιστικής χρέωσης του ΜΜΚΘΣΣ και μετά την έναρξη λειτουργίας των νέων αγορών ηλεκτρισμού (120 εκατ. ευρώ/έτος)

Σε κίνδυνο το επενδυτικό κλίμα 

Σκέψεις περί επιβολής νέων εισπρακτικών μέτρων για την κάλυψη του ελλείμματος, αποκλειστικά ή κυρίως εις βάρος των παραγωγών ΑΠΕ, π.χ.  περικοπές (έκτακτες ή μόνιμες) στα έσοδα των εν λειτουργία έργων ΑΠΕ, ή άλλα παρόμοια, είναι ξεπερασμένες, μονοδιάστατες και ατελέσφορες και σύμφωνα με τους επιχειρηματίες του κλάδου θα δυναμιτίσουν το καλό επενδυτικό κλίμα για τις ΑΠΕ – πέραν του γεγονότος ότι αντίκεινται ευθέως στις διατάξεις περί αποφυγής επιζήμιων αναδρομικών ρυθμίσεων της νέας Οδηγίας 2018/2001 για τις ΑΠΕ.

Σημειώνεται τέλος ότι οι φορείς της αγοράς των ΑΠΕ, εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση στην οποία επιχειρηματολογούν για την σημασία της ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, όχι μόνο για τη χονδρεμπορική αγορά αλλά και για τους τελικούς καταναλωτές. Μεταξύ άλλων σημειώνουν ότι στα νοικοκυριά, που αντιπροσωπεύουν αριθμητικά τη σχετική πλειοψηφία των καταναλώσεων στη χώρα μας και απορροφούν το 33% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται ετησίως, οι τιμές του ρεύματος είναι ξεκάθαρα χαμηλότερες του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αλλά και στους μη οικιακούς καταναλωτές, κατηγορία στην οποία ανήκει η μεγάλη πλειονότητα της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις και οι επαγγελματίες και  αντιπροσωπεύει το 46% της ετήσιας κατανάλωσης στη χώρα, η εικόνα παραμένει ίδια. Και σ’ αυτή την κατηγορία οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι  χαμηλότερες σε σχέση με το μέσο όρο στην ΕΕ.

Επίσης, οι ΑΠΕ μειώνουν σημαντικά  την ΟΤΣ, δηλαδή την τιμή της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, με αποτέλεσμα να απολαμβάνουν οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλότερες τιμές αγοράς και να τους δίνεται η δυνατότητα να μετακυλίσουν (λόγω ανταγωνισμού) τις τιμές αυτές στα τιμολόγια των πελατών τους, δηλαδή των ελληνικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Το γεγονός ότι οι τιμές της ελληνικής χονδρεμπορικής αγοράς, οι οποίες είναι πράγματι από τις υψηλότερες στην ΕΕ, δεν συνδέονται αναλογικά με τις χαμηλότερες τιμές της λιανικής οφείλεται σε παράγοντες που δεν σχετίζονται με τις ΑΠΕ ή με τον τρόπο αποζημίωσής τους, τονίζουν οι επιχειρηματίες.

Ενδεικτικά σημειώνεται το μίγμα και η ποιότητα της ελληνικής θερμικής παραγωγής, οι συντελεστές κόστους της παραγωγής αυτής (καύσιμο, παλαιότητα μονάδων, κόστος δικαιωμάτων εκπομπών αερίων ρύπων), η ισχνή παρουσία καθετοποιημένων παικτών (πλην ΔΕΗ) που μπορούν να ανακτούν τα κόστη παραγωγής από διαφορετικές αγορές, οι περιορισμένες έως σήμερα διεθνείς διασυνδέσεις και η αρχιτεκτονική και ρύθμιση της σημερινής χονδρικής αγοράς ηλεκτρισμού.