CEO Initiative: Ποιες επενδύσεις θέλουμε ως χώρα; H οικονομία, ο ρόλος των τραπεζών και τα Venture Capitals

CEO Initiative: Ποιες επενδύσεις θέλουμε ως χώρα; H οικονομία, ο ρόλος των τραπεζών και τα Venture Capitals
H προσέλκυση επενδύσεων αποτελεί αυτή τη στιγμή ίσως τον νούμερο ένα στόχο της Ελλάδας, στην προσπάθεια της να σημειώσει πιο ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ποιες επενδύσεις όμως θέλουμε ως χώρα;  Υπάρχουν καλές και κακές επενδύσεις; Ποιος είναι ο ρόλος και το σχέδιο της πολιτείας, αλλά και των επενδυτικών σχημάτων;

To responsible ή impact investing αν και δεν είναι κάτι νέο ως όρος στη παγκόσμια χρηματοοικονομική κοινότητα, έχει επανέλθει ουσιαστικά και κερδίζει σε δημοφιλία στα roundtables των επενδυτών παγκοσμίως. Το τοπίο έχει αλλάξει δραματικά. Νέες ευκαιρίες έχουν προκύψει, οι εταιρείες εντάσσουν στον «πυρήνα» της στρατηγικής τους όρους όπως η βιώσιμη ανάπτυξη και δίνουν βάρος στην εταιρική διακυβέρνηση, κρίνονται από τους πολίτες για το αποτύπωμα τους στην κοινωνία και στο περιβάλλον. Τα παραπάνω οδηγούν τους επενδυτές στο να ασκούν τη δραστηριότητά τους, ενσωματώνοντας το «do well by doing good». Με άλλα λόγια … there is no longer need to separate investing with a purpose from financial gains.

Στο πάνελ «Investing with purpose» στο πλαίσιο του CEO Initiative Forum που έλαβε χώρα στη Μεγάλη Βρετανία την Τρίτη 26 Νοεμβρίου, ο Τάσος Ζάχος, Editor-in-Chief του Fortune Greece, φιλοξένησε πέντε γνωστά πρόσωπα από τον χώρο του ελληνικού επιχειρείν και των επενδύσεων: τον Οδυσσέα Κυριακόπουλο, Επιχειρηματία και Πρώην Πρόεδρο του ΣΕΒ· τον Χρήστο Μπαλάσκα, Αντιπρόεδρο και Γενικό Διευθυντή Ελλάδας της Eldorado Gold· τον Παντελή Παπαγεωργίου, Founding Partner της Elikonos Capital Partners· τον Απόστολο Ταμβακάκη, Πρόεδρο και Managing Partner της EOS Capital Partners· και τον Γιάννη Τσακίρη, Υφυπουργό Ανάπτυξης & Επενδύσεων.

Αρχικά, ο Τάσος Ζάχος έθεσε το εξής θεμελιώδες ερώτημα: «Υπάρχουν καλές και κακές επενδύσεις;». Στην απάντησή του, ο κ. Τσακίρης τόνισε τη σημασία της προσέλκυσης επενδύσεων γενικώς, από τη χώρα μας. «Η αλήθεια είναι – και το έχετε ακούσει από πολλά μέλη της κυβέρνησης – ότι ζητάμε να γίνουν επενδύσεις στην Ελλάδα, και ο λόγος που το ζητάμε είναι προφανής: Υπήρξε μεγάλη αποεπένδυση κατά τη διάρκεια της κρίσης, καθώς και μία τεράστια απαξίωση των παγίων των επιχειρήσεων, άρα ζητάμε επί της αρχής να γίνουν επενδύσεις έτσι ώστε να αναπτυχθεί παραπάνω η οικονομία, να μειωθεί η ανεργία, να γίνουν πιο εύρωστα τα ασφαλιστικά ταμεία, κι όλα τα θετικά των επενδύσεων. Η Ελλάδα χρειάζεται επενδύσεις, θέσεις εργασίας, και κεφάλαια – ειδικά από το εξωτερικό – να εισρεύσουν με τη μορφή επενδύσεων».

Ο Υφυπουργός Ανάπτυξης & Επενδύσεων έθιξε και το θέμα της βιωσιμότητας των επενδύσεων: «Προφανώς και οι επενδύσεις πρέπει να είναι βιώσιμες, με την έννοια του μακροχρόνιου προγραμματισμού. Και μια επένδυση, προκειμένου να είναι βιώσιμη, πρέπει να λάβει υπόψη της όχι τα χαρακτηριστικά της αγοράς τα επόμενα δύο χρόνια, αλλά τα χαρακτηριστικά της αγοράς τα επόμενα δέκα χρόνια. Εάν είναι δύο χρόνια, είναι speculation· εάν είναι δέκα χρόνια, προφανώς είναι και μια επένδυση. Κοιτώντας όμως δέκα χρόνια μπροστά, βλέπουμε δύο βασικά πράγματα: την κλιματική αλλαγή και την 4η Βιομηχανική Επανάσταση. Στην Ελλάδα βέβαια ακόμα την κοιτάμε την 4η Βιομηχανική Επανάσταση αλλά είναι εδώ. Και όπως και η κλιματική αλλαγή, εξελίσσεται με γεωμετρικό ρυθμό. Άρα, αυτού του είδους οι επενδύσεις θα κάνουν μακροχρόνια καλό στην Ελλάδα, και σ’ αυτού του είδους τις επενδύσεις στοχεύουμε. Το κάθε μέλος της κυβέρνησης προσπαθεί στο κομμάτι το δικό του – εμείς προσπαθούμε μέσω χρηματοδοτήσεων, μέσω του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και μέσω του ΕΣΠΑ να υποστηρίξουμε την έλευση ξένων επενδύσεων, έτσι ώστε να πετύχουμε μία βιώσιμη και μακροχρόνια ανάπτυξη».

O υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Γιάννης Τσακίρης.

Η «ακτινογραφία» της ελληνικής οικονομίας

Το αμέσως επόμενο ερώτημα του συντονιστή του πάνελ ήταν «κατά πόσο υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να έρθουν τώρα αυτές οι επενδύσεις στην Ελλάδα». Η απάντηση του κ. Ταμβακάκη ήταν θετική: «Ναι, όσον αφορά στο θέμα του χρόνου μην ξεχνάμε ότι η χώρα μας αντιμετώπισε μια κατάσταση όπου το 50% του ισολογισμού των τραπεζών ήταν nonperforming exposures, αυτό είναι σε μια διαδικασία σταδιακής επίλυσης και άρα υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό να ξαναγίνει επανεκκίνηση της οικονομίας. Επίσης, μέσα απ’ την κρίση έχουν ξεκαθαρίσει οι καλές και οι κακές επιχειρήσεις. Κι αν δεν έχουν ξεκαθαρίσει μέχρι στιγμής, θα ξεκαθαρίσουν στο μέλλον. Αυτό διευκολύνει την ανταγωνιστικότητα. Γιατί όταν αφήνεις μια εταιρεία να αναπνέει με το καλαμάκι – οι περίφημες εταιρείες-ζόμπι – στην ουσία στρεβλώνεις τον ανταγωνισμό στη χώρα. Το τρίτο στοιχείο είναι ότι έχουν βελτιωθεί οι θεσμοί τα τελευταία πέντε χρόνια. Η δικαιοσύνη δουλεύει κάπως καλύτερα – δεν είναι το χάλι που είχαμε πριν από πέντε χρόνια. Το πόσο γρήγορα μπορείς να στήσεις μια επιχείρηση έχει βελτιωθεί. Γενικά, ο τρόπος που γίνεται το foreclosure στις τράπεζες έχει βελτιωθεί· δεν λέω ότι είναι το ιδανικό αλλά σίγουρα είμαστε καλύτερα τώρα απ’ ό,τι ήμασταν παλιότερα. Και νομίζω ότι και η τάση της παρούσας κυβέρνησης είναι να βελτιώσει τα πράγματα ακόμα παραπάνω. Αυτό θα δημιουργήσει ένα spin στην οικονομία. Άρα, πιστεύω ότι όλα τα συστατικά είναι εκεί, συν το γεγονός ότι βελτιώνεται το μακροοικονομικό σκέλος. Ταυτόχρονα, η χώρα αποκτά έναν πιο έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό. Όλα αυτά, αν τα συνθέσεις, δημιουργούν συνθήκες μέσα στις οποίες θα πυροδοτηθεί το πράγμα. Τώρα, το πόσο γρήγορα θα πάει, θα το δούμε στην πράξη».

Γιάννης Τσακίρης, Απόστολος Ταμβακάκης και Οδυσσέας Κυριακόπουλος.

Πάνω στο ίδιο θέμα – το κατά πόσο δηλαδή βρισκόμαστε όντως σε ένα σημείο επανεκκίνησης της οικονομίας – ερωτήθηκε και ο κ. Κυριακόπουλος, ο οποίος παρατήρησε ότι «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κλίμα είναι πάρα πολύ καλύτερο. Υπάρχει η αίσθηση ότι η σημερινή κυβέρνηση στηρίζει την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις και κάνει κάθε προσπάθεια να γίνει η χώρα μας πιο ελκυστική. Χρειάζονται επενδύσεις και το καταλαβαίνουν οι πάντες, μια και το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί να λύσει το ζήτημα της απασχόλησης».

Όσο για το κατά πόσο έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την προσέλκυση επενδύσεων, ο ίδιος τόνισε τα εξής: «Οι συνθήκες ωριμάζουν. Η χώρα μας γίνεται ένας τόπος που μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις. Υπάρχει ενδιαφέρον, υπάρχει αισιοδοξία, σε αντιπαράθεση με την Κεντρική Ευρώπη όπου όλοι προβληματίζονται για το ποιο είναι το αύριο και πού θα πάει η οικονομία τους. Οι συνθήκες είναι καλές αλλά δεν αρκεί αυτό – πρέπει να τις αξιοποιήσουμε».

Τάσος Ζάχος

Ο EditorinChief του Fortune Greece, στη συνέχεια, ζήτησε να μάθει τους τομείς εκείνους όπου χρειάζεται περισσότερο επενδύσεις η ελληνική οικονομία και, συνεπώς, θα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας. Στην απάντησή του, ο Παντελής Παπαγεωργίου έδωσε την εξής «ακτινογραφία» της ελληνικής οικονομίας: «Η ελληνική οικονομία είναι οικονομία υπηρεσιών. Το 80% του ΑΕΠ απαρτίζεται από υπηρεσίες. Σε αυτό περιλαμβάνεται και ο κρατικός τομέας. Είμαστε μια οικονομία που παραμένει σε μεγάλο βαθμό υποκινούμενη από το κράτος και από παρεμβάσεις του κράτους. Είμαστε μια οικονομία που έχει να κάνει πάρα πολύ με τον τουρισμό, προφανώς, καθώς και με θαλάσσιες μεταφορές και logistics. Αυτό δεν έχει γίνει τυχαία· έχουμε κάποια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που έχουν να κάνουν με τη γεωγραφική θέση της χώρας. Αυτή είναι μια κατεύθυνση που πρέπει να συνεχιστεί. Βλέπουμε τον τελευταίο καιρό ότι εντείνονται επενδυτικές διεργασίες στους τομείς αυτούς, στα logistics, στο real estate, στον τουρισμό. Η στόχευση θα πρέπει να είναι να προσελκύσουμε επενδύσεις που θα φέρουν προστιθέμενη αξία. Και βεβαίως υπάρχει και η μεταποίηση, υπάρχουν τα τρόφιμα, όπου εμείς σαν fund έχουμε κάνει τρεις επενδύσεις. Κι αυτός είναι ένας τομέας που βλέπουμε ότι έχει δυναμική».

Παντελής Παπαγεωργίου και Χρήστος Μπαλάσκας.

Στο σημείο αυτό, ο Χρήστος Μπαλάσκας έβαλε στη συζήτηση και τον εξορυκτικό κλάδο: «Πέρα από τις μεταφορές, πέρα από το real estate, πέρα από την ενέργεια και τις ανανεώσιμες, πέρα από τη ναυτιλία και τον τουρισμό, η χώρα πρέπει να επενδύσει στην εξόρυξη. Στην εξόρυξη για τους υδρογονάνθρακες, στην εξόρυξη για τα μεταλλικά και μη μεταλλικά ορυκτά. Είναι κάτι που το έχουμε ξεχάσει και το ξεχνάμε». Εύλογα, το αμέσως επόμενο ερώτημα που τέθηκε στον Αντιπρόεδρο της Eldorado Gold αφορούσε το κατά πόσο έχει απενοχοποιηθεί ο εν λόγω κλάδος και οι δραστηριότητές του, στο οποίο ο ίδιος απάντησε τα εξής: «Έχει αντιμετωπιστεί πολύ άσχημα και, ίσως επειδή πριν τη δεκαετία του ’70 είχε μια κακή εικόνα, κουβαλάει ένα ανάθεμα. Αλλά πιστεύω ότι θα μπορέσει να προχωρήσει πάρα πολύ. Ακόμα και στο πάνελ υπάρχουν άνθρωποι που το έχουν υποστηρίξει ενεργά και έστησαν εταιρείες που έδειξαν ότι η υπεύθυνη περιβαλλοντική εξόρυξη είναι ο κανόνας και μπορεί να πάρει την άδεια από την κοινωνία για να λειτουργήσει».

Σε ποια φάση βρίσκεται η επένδυση της Ελληνικός Χρυσός

Εστιάζοντας περαιτέρω στη συγκεκριμένη επένδυση, ο οικοδεσπότης της συζήτησης αναρωτήθηκε με ποιον τρόπο η Ελληνικός Χρυσός διασφαλίζει τη βιωσιμότητά της, καθώς και την αποδοχή της από την κοινωνία. Ο κ. Μπαλάσκας τόνισε σχετικά τα εξής: «Η συζήτηση ξεκίνησε από εκεί αλλά η πραγματική συζήτηση είναι το πολιτικό διακύβευμα. Όταν φτάνουμε να συζητάμε πολιτικά μια επένδυση, τότε έχουμε ξεχάσει κάποια πράγματα. Από τη δικιά μας πλευρά δεν ξεχνάμε το περιβάλλον. Πιστεύουμε στην υπεύθυνη περιβαλλοντική εξόρυξη και το κάνουμε με δύο τρόπους: Πρώτον, εφαρμόζουμε την αρχή της παράλληλης αποκατάστασης. Αυτό είναι κάτι πρακτικό. Αποκαθιστούμε τις περιοχές στις οποίες αναπτυσσόμαστε. Και το δεύτερο είναι ότι παρακολουθούμε την επίπτωση της δραστηριότητάς μας στο περιβάλλον. Είναι υποχρέωσή μας να το κάνουμε και πιστεύω ότι ο Ελληνικός Χρυσός και η Eldorado Gold ξεπερνάει τις συμβατικές υποχρεώσεις της».

Χρήστος Μπαλάσκας

Εκμεταλλευόμενος τη συγκυρία της συζήτησης, ο συντονιστής του πάνελ θέλησε να μάθει από το υψηλόβαθμο στέλεχος της Eldorado Gold σε ποια φάση βρίσκεται η επένδυση. Ο κ. Μπαλάσκας απάντησε τα εξής: «Υπάρχει μια συστηματική και εποικοδομητική συνεργασία και με την ελληνική κυβέρνηση και με το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας. Είμαστε σε φάση που συζητάμε πώς θα επικαιροποιήσουμε το επενδυτικό μας σχέδιο για τη βιώσιμη ανάπτυξη των μεταλλείων της Κασσάνδρας. Πολύ πρόσφατα πήραμε και τις απαραίτητες άδειες για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε την επένδυση στις Σκουριές, και μάλιστα πάρθηκε η απόφαση στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έτσι ώστε να μπορέσουμε να μετακινήσουμε τα αρχαιολογικά ευρήματα στις Σκουριές και να προστατεύσουμε βιομηχανικό εξοπλισμό που έχουμε εκεί, ο οποίος ήταν εκτεθειμένος στις καιρικές συνθήκες τα τελευταία πέντε χρόνια. Άρα, είμαστε σε μια φάση που προχωράμε και θέλουμε το εξής: και η ελληνική κυβέρνηση και εμείς, να φέρουμε τα μέγιστα οφέλη και για το κράτος και για την τοπική περιοχή, αλλά και να προστατεύσουμε με τον καλύτερο τρόπο το περιβάλλον. Αυτό που εμείς ζητάμε είναι προστασία των ξένων επενδυτών από παρεμβάσεις οι οποίες μπορούν να μας δημιουργήσουν θέματα. Αυτό είναι κάτι απαραίτητο προκειμένου να μπορέσουμε να προχωρήσουμε. Και εννοείται ότι αμέσως μετά ξεκλειδώνει το project στις Σκουριές. Είναι 2,2 δισεκατομμύρια δολάρια επένδυση. Θα δώσει 5.000 επιπλέον δουλειές στην περιοχή και 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια έσοδα στο ελληνικό δημόσιο κατά τη διάρκεια ζωής του».

Ο ρόλος και η ευθύνη των τραπεζών

Στη συνέχεια, αφού επεσήμανε ότι «το ελληνικό επιχειρείν αντιμετωπίζει ακόμα και σήμερα σημαντική έλλειψη κεφαλαίων», ο Τάσος Ζάχος θέλησε να μάθει ποια είναι η ευθύνη των τραπεζών γι’ αυτό, και κατά πόσο μπορεί να σπάσει ο κύκλος της υποεπένδυσης. Ο Απόστολος Ταμβακάκης σκιαγράφησε το βασικό πρόβλημα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ως εξής: «Για να είμαι ειλικρινής, θα ήθελα να την αποφύγω αυτή την ερώτηση για τις τράπεζες. Το μεγάλο πρόβλημα των τραπεζών δεν είναι τα NPEs (μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις) πλέον. Υπάρχει μια εμμονή του SSM με τα NPEs – το καταλαβαίνω μέχρι ενός ορίου αλλά σκεφθείτε ότι η χώρα είχε ένα τραπεζικό σύστημα όπου το 50% του ισολογισμού ήταν NPEs. Νομίζω ότι το μεγάλο πρόβλημα των τραπεζών είναι ότι δεν παράγει ακόμα κερδοφορία προ προβλέψεων. Διότι εάν είχε κερδοφορία προ προβλέψεων, το πρόβλημα της επίλυσης των κακών δανείων θα ήταν πολύ πιο εύκολο. Και δυστυχώς, για να μπορέσει να το λύσει αυτό το τραπεζικό σύστημα θα χρειαστεί χρόνος. Πιστεύω ότι λύνεται, αλλά θα χρειαστεί χρόνος, κι ο χρόνος αυτός δεν δίνεται τόσο γρήγορα από τον SSM και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι αργά ή γρήγορα το τραπεζικό σύστημα θα αρχίσει να ρολάρει, θα βρει τον δρόμο του. Σε 3-5 χρόνια θα είναι καλύτερα. Θέλει μεγάλο εσωτερικό μετασχηματισμό το τραπεζικό σύστημα. Πρέπει να γίνει πιο ηλεκτρονικό, να φύγει από την παραδοσιακή μορφή στην οποία λειτουργούσε, το κόστος που έχει το τραπεζικό σύστημα είναι πολύ μεγάλο· πρέπει να αλλάξει αυτό το πράγμα, αλλά δεν αλλάζει σε μία νύχτα».

Τα venture capitals και η επιχειρηματικότητα

Η επόμενη ερώτηση του EditorinChief του Fortune Greece αφορούσε τον ρόλο που καλούνται να παίξουν τα venture capitals. Ο κ. Ταμβακάκης έδωσε μια εικόνα της σχετικής κλίμακας των μεγεθών: «Όταν μιλάμε για venture capitals, μιλάμε για περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ. Άρα, είναι σταγόνα στον ωκεανό. Το έλλειμμα επενδύσεων είναι 12-15 δισεκατομμύρια ευρώ. Άρα, 600 εκατομμύρια ευρώ είναι τίποτα. Τα private equities έρχονται να παίξουν έναν ρόλο κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, γιατί τα private equities που έχουμε εμείς στην Ελλάδα είναι μικρά. Δεν διαχειρίζονται δισεκατομμύρια που μπορεί να ‘χτυπήσεις’ πολύ μεγάλα tickets επενδυτικά. Άρα, αυτό που κάνουμε είναι ότι επικεντρωνόμαστε άλλοι σε ανεπτυγμένες, μη προβληματικές εταιρείες, όπως εμείς, κι άλλοι σε προβληματικές. Αυτό το πράγμα θα καταλήξει να είναι ένας μοχλός για να δημιουργήσεις τους καινούργιους Κυριακόπουλους, τους καινούργιους Θεοδωρόπουλους, τους καινούργιους Δασκαλόπουλους του μέλλοντος».

O Τάσος Ζάχος αναρωτήθηκε κατά πόσο το μόνο κίνητρο των επιχειρηματιών που στρέφονται στα venture capitals είναι μόνο τα χρήματα. Στην απάντησή του, ο Πρόεδρος και Managing Partner της EOS Capital Partners ήταν σαφής: «Όχι, κανένας δεν πρόκειται να κάνει δουλειά για τα χρήματα. Οι λόγοι που θα σε δει κάποιος και θα σε βάλει μέσα στην εταιρεία του, ειδικά σε μας που επενδύουμε σε καλές εταιρείες οι οποίες αν το δεις οικονομικά δεν μας έχουν ανάγκη, είναι άλλοι: Το πρώτο είναι ότι η εταιρεία του παίρνει μια τιμή. Φανταστείτε έναν άνθρωπο που δουλεύει 15-20 χρόνια στην εταιρεία και δεν έχει απολάβει την αξία της εταιρείας. Δηλαδή, αισθάνεται ότι παράγει αξία αλλά δεν έρχεται κάποιος να του πει «αυτό το πράγμα κάνει x λεφτά». Το δεύτερο είναι ότι παίρνει κάποια λεφτά στην τσέπη του μετά από πολλά χρόνια – γιατί ένα κομμάτι θα το πάρει στην τσέπη του. Το τρίτο είναι ότι του βάζεις λεφτά μέσα στην εταιρεία με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, και άρα μια καλή εταιρεία την κάνεις ακόμα καλύτερη, γιατί ο ισολογισμός γίνεται εξαιρετικά πιο ισχυρός. Το τέταρτο είναι ότι οι εταιρείες δεν είναι νούμερα· είναι οι άνθρωποι τους. Εάν συνάδει η ψυχολογία η δική του με τον άνθρωπο που είναι ο καινούργιος επενδυτής, συνήθως κολλάς εύκολα. Αυτό παίρνει καιρό για να γίνει, δεν γίνεται μέσα σε μια νύχτα. Γιατί το εύκολο είναι να δώσεις τα λεφτά· το δύσκολο είναι να συνεργαστείς με τον άλλον. Το πέμπτο είναι ότι χαράζεις μαζί του τη στρατηγική της εταιρείας. Και το έκτο είναι ότι βοηθάς στην εταιρική διακυβέρνηση, που είναι και θέμα του συγκεκριμένου συνεδρίου».

Στο σημείο αυτό, ο moderator του πάνελ κάλεσε τον Founding Partner της Elikonos Capital Partners να συνοψίσει τα κριτήρια βάσει των οποίων το fund επιλέγει τις εταιρείες στις οποίες επενδύει. Ο κ. Παπαγεωργίου ανέφερε σχετικά: «Το πρώτο είναι οι άνθρωποι γιατί όπως είπε ο κύριος Ταμβακάκης, πίσω από τα νούμερα είναι οι άνθρωποι. Είναι πολύ σημαντικός ο μάνατζερ της εταιρείας – να δούμε τι στόχευση έχει, τι αναπτυξιακά πλάνα έχει, τι ομάδα τον πλαισιώνει, γιατί ποτέ κανείς δεν μπορεί να λειτουργήσει μόνος του. Δεύτερον, κοιτάμε την αναπτυξιακή προοπτική της εταιρείας, που έχει να κάνει και με την ίδια την εταιρεία – με το track record της -, αλλά και με τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιείται. Ο κλάδος είναι πολύ σημαντικός, διότι εάν ο κλάδος δεν εξελιχθεί καλά, όποιος κι αν είναι στο τιμόνι της εταιρείας θα έχει πρόβλημα. Τρίτον, κοιτάμε εταιρείες που μπορούν να αναπτύξουν εξωστρέφεια, να δημιουργήσουν δραστηριότητα στο εξωτερικό. Και το τέταρτο, που σχετίζεται και με τη δική μας λειτουργία, είναι ότι κοιτάμε εταιρείες από τις οποίες θα μπορέσουμε και να βγούμε – θα υπάρχει ρευστότητα, θα υπάρχει exit, το οποίο είναι δύσκολο στη δική μας τη δουλειά, ειδικά στην Ελλάδα με τη σημερινή πραγματικότητα».

Κυριακόπουλος: Γιατί πουλήσαμε το 2013 την S&B

Αμέσως μετά, ο Τάσος Ζάχος στράφηκε στον κ. Κυριακόπουλο, ρωτώντας τον κατά πόσο θα λάμβανε σήμερα την ίδια απόφαση με εκείνη του 2013 – την πώληση, δηλαδή, της S&B στον γαλλικό όμιλο Imerys. Ο γνωστός επιχειρηματίας απάντησε τα εξής: «Οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές, προφανώς. Τότε η S&B βρέθηκε σ’ ένα φοβερό δίλημμα: το κόστος χρηματοδότησής της ξεπερνούσε το 9% όταν όλοι οι ανταγωνιστές της παγκοσμίως ήταν στο 1%. Ήτα καταδικασμένη η εταιρεία. Αν δεν βρίσκαμε μια λύση τέτοια, δεν θα υπήρχε τίποτα σήμερα. Δεν πάει ο χρόνος προς τα πίσω. Σήμερα προφανώς θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Η εταιρεία προχωράει μέσα σε μια μεγάλη οικογένεια που λέγεται Imerys. 240 ορυχεία και εργοστάσια παγκοσμίως, 18.000 εργαζόμενοι, μια παλέτα με πάρα πολλά υλικά. Η παλιά S&B συνεχίζει και λειτουργεί και πάει καλά. Το κομμάτι που είχανε πάρει τότε το έχουν διατηρήσει και αναπτύξει σε κάποιο βαθμό».

Δείτε φωτογραφίες από την εκδήλωση ΕΔΩ

Δείτε όλα τα βίντεο και τις δηλώσεις των πρωταγωνιστών ΕΔΩ