Δημοσιονομικοί στόχοι υπαγορεύουν αναμόρφωση φορολογικού 

Δημοσιονομικοί στόχοι υπαγορεύουν αναμόρφωση φορολογικού 
Ανοίγει θέμα επανεξέτασης των φοροαπαλλαγών ο διοικητής της ΤτΕ - Η φοροδιαφυγή, τα πρωτογενή πλεονάσματα και το χρέος μετά το 2032

Αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών και άλλα μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, σε συνδυασμό με την επανεξέταση σειράς φοροαπαλλαγών, συνεισφέρουν στην διεύρυνση της φορολογικής βάσης και εξυπηρετούν τις δεσμεύσεις της χώρας για δημοσιονομική πειθαρχία.

Σημειώνεται ότι η βιωσιμότητα του χρέους απαιτεί πρωτογενή πλεονάσματα και ανάπτυξη άνω του 2%. To δημόσιο χρέος χάρη στην ανάπτυξη και τον πληθωρισμό πέρυσι υποχώρησε κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες ως ποσοστό του ΑΕΠ, ήτοι 171%, η δεύτερη μεγαλύτερη μείωση μέσα σε ένα χρόνο που έχει καταγραφεί στην ιστορία του ευρώ, όπως ανέφερε σε έκθεσή του ο ESM, που έχει στην κατοχή του δάνεια περί τα 230 δισ. ευρώ με “κλειδωμένο” χαμηλό επιτόκιο έως το 2032. Οπότε στο χρόνο που μεσολαβεί μέχρι να λήξει η περίοδος χάριτος θα πρέπει να έχουν διαμορφωθεί συνθήκες για χαμηλότοκο δανεισμό. 

Όπως ανέφερε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών “Η Ελλάδα μετά VII”, ακριβώς επειδή μας ρύθμισαν το χρέος οι εταίροι μας κι έχουμε κάνει πολύ σοφές κινήσεις στον ΟΔΔΗΧ, το έχουμε κλειδώσει με swaps, άρα έχουμε ένα μέσο επιτόκιο γύρω στο 1,4%, όταν ο ονομαστικός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης είναι το άθροισμα του πραγματικού ρυθμού: φέτος 2,4%, συν ο πληθωρισμός. “Φέτος γύρω στο τέσσερα κόμμα κάτι θα είναι κατά μέσο όρο… 4,3% συν 2,5% μειον 1,5% είναι πολύ μεγάλη διαφορά κι αυτό ρίχνει πολύ το δημόσιο χρέος”, ανέφερε για να προσθέσει δύο ακόμη παραμέτρους τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις. 

Και οι τρεις παράγοντες εξελίσσονται θετικά. Φέτος θα έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα γύρω στο 1% του ΑΕΠ και πρέπει να πάμε λίγο πάνω από 2% για να είμαστε σίγουροι για το μέλλον και να έχουμε φτιάξει “τα μαξιλαράκια μας”, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα. Πρόσθεσε δε ότι “σφίγγουν τα πράγματα από 1.1.2024” και αναφερόμενος στο ύψος της φοροδιαφυγής, περί τα 40 δισ. ευρώ αδήλωτων εισοδημάτων άνοιξε το θέμα των φοροαπαλλαγών. Σημείωσε χαρακτηριστικά: “Για να δούμε λίγο τις λεγόμενες φορολογικές δαπάνες στον προϋπολογισμό. Δηλαδή αυτά που η ίδια η κυβέρνηση δίνει, αλλά γιατί να τα δώσει; Ας τα αξιολογήσει πρώτα. Ικανοποιούν το κριτήριο ότι βοηθούν τους πλέον ευάλωτους;

Εγώ δεν λέω, οι ευάλωτοι, ναι να έχουν βοήθεια, αλλά να τα βάλουμε σε ένα κορβανά, διότι θα χρειαστούμε έσοδα. Η Ελλάδα έχει ανάγκες για επενδύσεις, για δημόσιες επενδύσεις. Έχει ανάγκη για μαξιλαράκια να αντιμετωπίσει κρίσεις γεωπολιτικές, κλιματικές. Μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Έχουμε σήμερα σχεδόν το μεγαλύτερο έλλειμμα όλων των χωρών του ΟΟΣΑ. Δεν λέω ότι είναι επικίνδυνο, προσέξτε, διότι δεν προκαλείται από τον δημόσιο τομέα”.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος τόνισε εν κατακλείδι ότι δημοσιονομικά πρέπει να ακολουθούμε μια ορθόδοξη πολιτική. Έτσι, σε συνέχεια την έντασης που έχει προκαλέσει το φορολογικό νομοσχέδιο άνοιξε η συζήτηση και για τις 1.047 φοροαπαλλαγές που προβλέπει ο προϋπολογισμός και στοιχίζουν περίπου 13 δισ. ευρώ, ήτοι 27% των φορολογικών εσόδων. Οπότε στο προσεχές διάστημα πέραν των ψηφιακών εργαλείων για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και των αλλαγών στη φορολογία των επαγγελματιών θα πρέπει να αναμένεται και επανεξέταση σειράς φοροαπαλλαγών ώστε να στοχεύουν σχεδόν αποκλειστικά στους ευάλωτους. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: