ΕΛΠΕ: Με καθαρά κέρδη 90 εκατ. ευρώ έκλεισε το πρώτο τρίμηνο του έτους

ΕΛΠΕ: Με καθαρά κέρδη 90 εκατ. ευρώ έκλεισε το πρώτο τρίμηνο του έτους
Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Λειτουργικά κέρδη ύψους 176 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 90 εκατ. ανακοίνωσε ο όμιλος των Ελληνικών Πετρελαίων για το πρώτο τρίμηνο του 2021, περίοδος κατά την οποία η ζήτηση καυσίμων στην ελληνική αγορά εξαιτίας των περιορισμών στις μετακινήσεις ήταν -όπως επισημαίνεται- η χαμηλότερη ιστορικά.

Τα συγκρίσιμα λειτουργικά κέρδη (αφού αφαιρεθεί δηλαδή η επίπτωση της μεταβολής των διεθνών τιμών και της ισοτιμίας του δολαρίου) ανήλθαν στα 60 εκατ. ευρώ, με τα αντίστοιχα καθαρά κέρδη στα 2 εκατ. ευρώ.

«Οι επιδόσεις των διυλιστηρίων, διεθνώς, συνεχίζουν να επηρεάζονται από τη μειωμένη ζήτηση πετρελαιοειδών στα καύσιμα κίνησης και ιδιαίτερα σε καύσιμα αεροπορίας, λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις. Επιπλέον, σύμφωνα με το νέο πλαίσιο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, αυξήθηκαν σημαντικά οι ποσότητες δικαιωμάτων ρύπων που πρέπει να αγοραστούν από την διεθνή αγορά. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με τη μεγάλη αύξηση της τιμής τους, επιβαρύνει σημαντικά το κόστος λειτουργίας των ευρωπαϊκών διυλιστηρίων και την ανταγωνιστικότητά τους σε σχέση με τρίτες χώρες», αναφέρουν τα ΕΛΠΕ.

Σημειώνεται ακόμη η ανακοίνωση της νέας στρατηγικής «Vision 2025» που στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη σημαντικού χαρτοφυλακίου Ανανεώσιμων Πηγών, 600 MW μέχρι το 2025 και 2 GW μέχρι το 2030, αρχικά σε Φ/Β και χερσαία αιολικά, με μελλοντική επέκταση σε θαλάσσια αιολικά και εφαρμογές αποθήκευσης.

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ, Ανδρέας Σιάμισιης, επεσήμανε:

«Το περιβάλλον στο οποίο λειτουργούμε τους τελευταίους 14 μήνες είναι το δυσκολότερο που είχαμε να αντιμετωπίσουμε εδώ και πολλά χρόνια. Όλες οι επιχειρήσεις, ως μέλη μιας οικονομίας και κοινωνίας που δοκιμάζεται από την πανδημία και τις επιπτώσεις της, έχουν επηρεαστεί και προσαρμόζουν αντίστοιχα τη λειτουργία και τη στρατηγική τους. Ο κλάδος των πετρελαιοειδών έχει πληγεί περισσότερο από άλλους, καθώς οι περιορισμοί στις μετακινήσεις και στα ταξίδια εξακολουθούν να περιορίζουν σημαντικά τη ζήτηση των προϊόντων μας.

Σαν αποτέλεσμα, παρά το γεγονός ότι οι τιμές του πετρελαίου έχουν σταδιακά ανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα, το διεθνές περιβάλλον διύλισης σημειώνει για τέταρτο τρίμηνο στη σειρά τα χαμηλότερα περιθώρια, ενώ η ζήτηση καυσίμων στις βασικές μας αγορές, υπολείπεται σημαντικά του κανονικού επίπεδου. Στο επόμενο διάστημα αναμένουμε ουσιαστική βελτίωση, καθώς η πρόοδος των εμβολιασμών θα επιτρέψει τις εσωτερικές μετακινήσεις αλλά και τα αεροπορικά ταξίδια σε μια περίοδο σημαντική για τον τουρισμό και ιδιαίτερα για τη χώρα μας.

Τα αποτελέσματα του τριμήνου αντικατοπτρίζουν αυτό το περιβάλλον, με χαμηλή κερδοφορία στον κλάδο διύλισης ο οποίος λόγω της βαρύνουσας σημασίας που έχει, υπερκαλύπτει τις βελτιώσεις που έχουν επιτευχθεί στις υπόλοιπες επιχειρηματικές μονάδες του Ομίλου. Στα θετικά του τριμήνου προσμετράται και η υψηλή κερδοφορία κατά ΔΠΧΠ λόγω της αύξησης των τιμών, που καλύπτει μεγάλο μέρος των ζημιών που καταγράφηκαν πέρυσι, ενώ η συνεχιζόμενη μείωση του κόστους χρηματοδότησης επιτρέπει τον σχεδιασμό ενός πιο φιλόδοξου πλάνου ανάπτυξης.

Σε επίπεδο στρατηγικής, είναι πλέον επιτακτική η αναγκαιότητα μετασχηματισμού του Ομίλου και η στροφή προς τη Νέα Ενέργεια με επενδύσεις που συμπληρώνουν τις παραδοσιακές μας δραστηριότητες. Ο Όμιλος λειτουργεί με ένα επιχειρηματικό μοντέλο που σχεδιάστηκε με τα δεδομένα της δεκαετίας του 1990 και έχει μεν καταγράψει μια πετυχημένη πορεία μέχρι σήμερα, αλλά χρειάζεται να αλλάξει, λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες εξελίξεις, καθώς και τις συνθήκες που αναμένεται να επικρατούν στην αγορά ενέργειας και στην οικονομία στα επόμενα χρόνια.

Το πρόγραμμα “VISION 2025” στοχεύει στο να καταστήσει τον Όμιλο πρωταγωνιστή σε αυτή τη νέα αγορά, μέσα από ένα ολιστικό πρόγραμμα βελτίωσης και ανάπτυξης, το οποίο καθορίζει τη στρατηγική μας σε όλες τις δραστηριότητες σε θέματα ESG, στρατηγικής επενδύσεων, εταιρικής δομής, εταιρικής διακυβέρνησης και της εικόνας του Ομίλου στην αγορά. Αποτελεί έναν φιλόδοξο “οδικό χάρτη”, που παρ’ όλες τις δυσκολίες στην υλοποίησή του, είναι απαραίτητο για την περαιτέρω εξέλιξη μας, με σημαντικά οφέλη για όλους τους εμπλεκομένους και την ελληνική οικονομία».