Η παρουσία των ελληνικών προϊόντων στη Γαλλία – Ποια η εμπορική συνεργασία των δυο χωρών

Η παρουσία των ελληνικών προϊόντων στη Γαλλία – Ποια η εμπορική συνεργασία των δυο χωρών

Οι διμερείς οικονομικές και εμπορικές σχέσεις των δυο χωρών και το ενδιαφέρον για γαλλικές επενδύσεις στην Ελλάδα.

Άνοδο καταγράφουν οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Γαλλία, βελτιώνοντας και το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών, ενώ ταυτόχρονα η Γαλλία συγκαταλέγεται παραδοσιακά μεταξύ των χωρών που επιδεικνύουν έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά. Αναλυτικότερα, η αξία των ελληνικών εξαγωγών κατέγραψε άνοδο 6,62% προς τη Γαλλία το 2016 έναντι του 2015, φθάνοντας τα 710,7 εκατ. ευρώ.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση για την οικονομία της Γαλλίας και τις διμερείς σχέσεις για το 2016, που συνέταξε το γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας της Ελλάδας στο Παρίσι, που επικαλείται στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ), το 2012 οι ελληνικές εξαγωγές στη Γαλλία ανέρχονταν στα 666 εκατ. ευρώ, το 2013 μειώθηκαν και διαμορφώθηκαν στα 617 εκατ. ευρώ, το 2014 σημείωσαν άνοδο στα 652 εκατ. ευρώ, το 2015 αυξήθηκαν περαιτέρω ξεπερνώντας οριακά το επίπεδο του 2012, φθάνοντας στα 667 εκατ. ευρώ, και το 2016 ανήλθαν στα 711 εκατ. ευρώ.

Συνολικότερα, κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας ο μέσος όρος των ελληνικών εξαγωγών στη Γαλλία ανέρχεται στα 662,6 εκατ. ευρώ, με την υψηλότερη τιμή να σημειώνεται το 2016 και τη μικρότερη το 2013 με 617 εκατ. ευρώ.

Στον αντίποδα, η αξία των εισαγωγών από τη Γαλλία παρέμεινε ουσιαστικά σταθερή το 2016 (μείωση 0,57% σε σχέση με το 2015), φθάνοντας τα 1,94 δισ. ευρώ. Αναλυτικότερα, σύμφωνα πάντα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι ελληνικές εισαγωγές από τη Γαλλία το 2012 ανέρχονταν σε 2.247 εκατ. ευρώ, το 2013 αυξήθηκαν οριακά στα 2.261, ενώ το 2014 μειώθηκαν στα 2.200 εκατ. ευρώ, το 2015 μειώθηκαν περαιτέρω στα 1.951 εκατ. ευρώ και το 2016 σημείωσαν νέα μείωση, φθάνοντας στα 1.940 εκατ. ευρώ.

Συνολικότερα, στην τελευταία πενταετία η υποχώρησή τους έφθασε το 13,6%, με την κύρια αιτία της πτώσης τους να ανευρίσκεται στην παρατεταμένη ύφεση της ελληνικής οικονομίας, όπως υπογραμμίζεται στην ετήσια έκθεση για την οικονομία της Γαλλίας και τις διμερείς σχέσεις για το 2016, που εξέδωσε η πρεσβεία της Ελλάδας στο Παρίσι.

Ως εκ τούτου, γίνεται πρόδηλο ότι το διάστημα 2012-2016, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ισοζύγιο του διμερούς εμπορίου Ελλάδας-Γαλλίας παραμένει σταθερά ελλειμματικό για τη χώρα μας.

Ωστόσο, το έτος 2014 και ιδίως τα έτη 2015 και 2016 παρατηρείται βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, από -1.548 εκατ. ευρώ το 2014 σε -1.229 το 2016.

Μάλιστα, το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών από τις εξαγωγές έφθασε το 2016 το 36,60% που είναι και η καλύτερη επίδοση των τελευταίων έξι ετών, επισημαίνεται στην έκθεση της ελληνικής πρεσβείας.
Όσον αφορά τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών των δύο χωρών, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, υποχωρεί συνεχώς σε όλη την πενταετία (με μόνη εξαίρεση μία μικρή αύξηση το 2016, λόγω της αύξησης κατά 6,62% των ελληνικών εξαγωγών στη Γαλλία).

Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ισχυρή ύφεση της ελληνικής οικονομίας που περιόρισε σημαντικά τις γαλλικές εξαγωγές, που κατέχουν άλλωστε το μεγαλύτερο ποσοστό του όγκου των διμερών εμπορικών συναλλαγών, προστίθεται.

Η σύνθεση των ελληνικών εξαγωγών το 2016, αναφορικά με τα πρώτα πέντε προϊόντα, δεν σημείωσε αξιόλογες μεταβολές σε σχέση με το 2015. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται, τα τέσσερα πρώτα προϊόντα δεν μεταβλήθηκαν ως προς την κατάταξή τους και συγκεκριμένα: το αλουμίνιο και τα προϊόντα του παρέμειναν στην κορυφή (παρουσιάζοντας μείωση 21,1%), στη 2η θέση παρέμειναν τα φαρμακευτικά προϊόντα σημειώνοντας μείωση 18,28%, στην 3η θέση οι πλαστικές ύλες με μείωση 25,7% και στην 4η θέση τα ιχθυηρά και μαλάκια σημειώνοντας μείωση 17,94%, ενώ στην 5η θέση ανέβηκε από την 6η η κατηγορία παρασκευασμάτων λαχανικών, καρπών και φρούτων.

Ανάλογη είναι η εικόνα και στη σύνθεση των γαλλικών εξαγωγών καθώς δεν υπήρξαν σημαντικές μεταβολές. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στο δελτίο της πρεσβείας μας στο Παρίσι, στις πρώτες τρεις θέσεις δεν σημειώθηκε κάποια μεταβολή. Στην 1η θέση παρέμειναν τα φαρμακευτικά προϊόντα, με μείωση της τάξης του 32,33%, στη 2η θέση παρέμειναν τα κρεατικά με μείωση της τάξης του 25,47% και στην 3η θέση τα προϊόντα αρωματοποιίας με μείωση 24,57%. Την 4η θέση κατέλαβαν τα οχήματα με μείωση 14,39% (από την 6η θέση που κατείχαν το 2015) και την 5η θέση κατέλαβε η κατηγορία λέβητες με μείωση 7,5% (από την 7η θέση το 2015).

Συμπερασματικά, στην έκθεση σημειώνεται πως το ύψος των ελληνικών εξαγωγών θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο, εάν ληφθεί υπόψη το μέγεθος της γαλλικής αγοράς. Διαπιστώνει επίσης πως η διασπορά μεταξύ των καταναλωτικών και ενδιάμεσων αγαθών είναι καλή, ενώ η θέση των κατηγοριών με υψηλή και μέση προστιθέμενη αξία είναι ικανοποιητική λαμβάνοντας υπόψη την επικρατούσα διάρθρωση των συνολικών ελληνικών εξαγωγών.

Η παρουσία προϊόντων με ενσωματωμένη υψηλή τεχνολογία είναι μεν στατιστικά μετρήσιμη, όμως δεν έχει ακόμη το μέγεθος και το εύρος για να συμπληρώσει την παρουσία των παραδοσιακών προϊόντων, ώστε να επιτευχθεί μία ουσιαστική μεγέθυνση των εξαγωγών προς τη Γαλλία, σημειώνεται.

Παρατηρεί, τέλος, πως τα παραδοσιακά εξαγώγιμα ελληνικά αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα παρουσιάζουν μικρή διείσδυση στη γαλλική αγορά με εξαίρεση τα προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας και τα παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών.

Το γεγονός αυτό το αποδίδει στον έντονο ανταγωνισμό που αντιμετωπίζουν από τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα αλλά και από εκείνα που εισάγονταιστην αγορά της Γαλλίας από τρίτες χώρες με τις οποίες η Ε.Ε. έχει συνάψει προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες. Οι τελευταίες ευνοούν πρωτίστως, όπως επισημαίνεται, την εισαγωγή αγροτικών προϊόντων όπου η κοινοτική παραγωγή δεν είναι πλεονασματική.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι γαλλικές επενδύσεις στην Ελλάδα. Με βάση την έκθεση, η Γαλλία συγκαταλέγεται παραδοσιακά μεταξύ των χωρών που επιδεικνύουν έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά. Ωστόσο, κατά την πενταετία 2011-2015 και ιδιαίτερα το 2014 σημειώνεται μείωση των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών των Γάλλων που θα μπορούσε να αποδοθεί, όπως υποστηρίζεται, στη βαθιά ύφεση, αλλά και την ανησυχία για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και τον σχετιζόμενο επιχειρηματικό κίνδυνο.

Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας, οι γαλλικές επενδύσεις στην Ελλάδα το 2011 ανέρχονταν στα 2.020,1 εκατ. ευρώ, το 2012 σε 3.118 εκατ. ευρώ, το 2013 στα 2.092,9 εκατ. ευρώ, το 2014 σε 1.510,6 εκατ. ευρώ και το 2015 στα 1.889,5 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, παρά τη σημαντική πτώση των γαλλικών επενδύσεων προς τη χώρα μας, η Γαλλία το 2015 ήταν στην 4η θέση των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα, όπως και το 2014, με περίπου 1,9 δισ. ευρώ επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, μετά τη Γερμανία (4,9 δισ. ευρώ), το Λουξεμβούργο (4,5 δισ. ευρώ) και την Ολλανδία (4,4 δισ. ευρώ).

Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται σήμερα περίπου 120 θυγατρικές εταιρείες γαλλικών ομίλων και επιχειρήσεων, μικτές επιχειρήσεις ή κοινοπραξίες με αντίστοιχες ελληνικές. Όπως υπολογίζεται στην έκθεση της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι, οι εν λόγω εταιρείες έχουν προβεί σε απευθείας προσλήψεις περίπου 30.000 υπαλλήλων.

Οι γαλλικές εταιρείες ευρίσκονται εγκατεστημένες κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, επιδεικνύοντας μεγάλη διαφοροποίηση στις δραστηριότητές τους.

Οι προτεραιότητες των γαλλικών επιχειρήσεων ως προς την Ελλάδα αφορούν: την ενέργεια, τον τουρισμό, τις βασικές υποδομές (δημόσια έργα –αυτοκινητόδρομοι), υπηρεσίες κοινής ωφέλειας-ύδρευση (ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ), τις μεταφορές (ειδικότερα τους σιδηροδρόμους) και τον τομέα της υγείας. Οι σημαντικότεροι κλάδοι και οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτούς είναι:

-Βιομηχανία (Lafarge – τσιμέντο, Michelin – ελαστικά, S & B – ορυκτά, Nexans -καλώδια, Safran και Thales – αεροναυπηγική, αμυντικά συστήματα, Schneider – ηλεκτρολογικό υλικό)

-Οχήματα ( PSA Peugeot και Renault)

-Ενέργεια (Ήρων ENGIE, – μακροχρόνια διαχείριση τεχνικών εγκαταστάσεων, ενεργειακή διαχείριση και διαχείριση τεχνικών εγκαταστάσεων, Schneider Electric, DCNS και Total)

-Υποδομές & Μεταφορές (Vinci, CMA-CGM –θαλάσσιες μεταφορές, Geodis, Alstom).

-Kαταναλωτικά προϊόντα (Baccarat, BIC, L’Oréal , Hermès, Seb, Dior)

-Φαρμακοβιομηχανία (Sanofi-Aventis, Pierre Fabre Farmaka, Biomerieux)

-Δίκτυα διανομής (Leroy Merlin)

-Τρόφιμα (Danone, Délifrance, Groupe-Bel)

-Ασφάλειες (AXA, Groupama, CNP, Credit Agricole Life, Bureau Veritas Greece)

-Τουρισμός (Accor, Club Med).

Επίσης, σημαντική είναι και η τουριστική ροή από τη Γαλλία στην Ελλάδα. Ο αριθμός των Γάλλων τουριστών που επισκέφθηκαν την Ελλάδα το 2016, σύμφωνα με στοιχεία του γραφείου Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ) Παρισίων, ανήλθε σε 1.700.000, σημειώνοντας αύξηση 6,2% σε σχέση με το 2015, οπότε και επισκέφθηκαν τη χώρα μας 1.600.000 Γάλλοι τουρίστες. Η πλειοψηφία των τουριστών από τη Γαλλία επέλεξε ως τόπο προορισμού κατά το 2016 κυρίως την Κρήτη, τις Κυκλάδες, την Πελοπόννησο και την Αθήνα. Μάλιστα, το ήμισυ των Γάλλων τουριστών ταξιδεύει στην Ελλάδα μέσω οργανωμένων ταξιδιών, ενώ το ήμισυ μεμονωμένα.

Κατά τις προβλέψεις του Γραφείου ΕΟΤ Παρισίων, όπως αναφέρεται στην έκθεση της πρεσβείας μας στο Παρίσι, αναμένεται να σημειωθεί αύξηση των τουριστικών ροών προς τη χώρα μας της τάξεως του 7% εντός του 2017, σε σύγκριση με το 2016.

Παράλληλα, την ίδια τάση εμφανίζουν και οι ελληνικές επενδύσεις στη Γαλλία. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, εμφανίζουν συνεχή μείωση από το 2001, οπότε και ανέρχονταν σε 81,2 εκατ. ευρώ, ωστόσο την περίοδο 2011-2015 εμφανίζουν βελτίωση. Ειδικότερα, το 2011 διαμορφώθηκαν στα 15,8 εκατ. ευρώ, το 2012 17,1, το 2013 19,2, το 2014 23 εκατ. ευρώ και το 2015 19,8 εκατ. ευρώ. Οι σημαντικότερες επενδύσεις ελληνικών εταιρειών στη Γαλλία έχουν πραγματοποιηθεί –κυρίως μέσω θυγατρικών εταιρειών- στους τομείς δομικά υλικά και βιομηχανικά προϊόντα, στις υπηρεσίες τουρισμού, στα φάρμακα και τα καλλυντικών, τα τροφίμων, τα κοσμημάτων, και στην οινοποιία.