Είναι η διπλωματική προσπάθεια με τη Βόρεια Κορέα καταδικασμένη να αποτύχει πριν καν αρχίσει;

Είναι η διπλωματική προσπάθεια με τη Βόρεια Κορέα καταδικασμένη να αποτύχει πριν καν αρχίσει;

Τί χρειάζεται να πράξει η κυβέρνηση Τραμπ προκειμένου να μη λήξει άδοξα η πολυαναμενόμενη διαπραγμάτευση με τον Κιμ Γιονγκ-Ουν; 

της Christina Cliff*

Η διπλωματία είναι ένα καλό πράγμα και πάντα υποστηρίζω κάποιου είδους διπλωματική προσπάθεια όταν υπάρχει μια σύγκρουση. Η προγραμματισμένη συνάντηση μεταξύ των ηγετών των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βόρειας Κορέας έχει τη δυνατότητα να ανοίξει έναν διάλογο και να μειώσει τις εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών – και οι επαφές πρόσωπο-με-πρόσωπο τείνουν να είναι πιο αποτελεσματικές σε σχέση με άλλες μορφές επικοινωνίας.

Ωστόσο, εάν οι Αμερικανοί φτάσουν στις συνομιλίες αναμένοντας ένα «ξήλωμα» του βορειοκορεατικού οπλοστασίου, οι διπλωματικές απόπειρες ίσως φανούν καταδικασμένες εξαρχής. Είναι σημαντικό να υπάρχει ορθή διαχείριση των προσδοκιών και να διασφαλισθεί ότι και οι δύο πλευρές κατανοούν εξίσου το τι πρόκειται να συζητηθεί και ποιο είναι το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης.

Τι είδους αποτέλεσμα μπορεί να προκύψει από τις διαπραγματεύσεις; Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Νότια Κορέα θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη διπλωματία για να προωθήσουν τρόπους εξάλειψης των εντάσεων, συμπεριλαμβανομένων και των επιθεωρήσεων της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας όπως π.χ. το Πλαίσιο Συμφωνίας του 1994, το οποίο μεταξύ άλλων εξασφάλιζε στην εποπτική αρχή της Υπηρεσίας πλήρη ευχέρεια επιθεώρησης των αντιδραστήρων της Βόρειας Κορέας. Η Βόρεια Κορέα δεσμεύτηκε να συνεργαστεί πλήρως με την Υπηρεσία και οι ΗΠΑ και η Βόρεια Κορέα συμφώνησαν να ανοίξουν γραφεία διασύνδεσης στην κάθε χώρα για να διευκολυνθεί η επικοινωνία. Πράγματι, μια τέτοια πρόταση μπορεί να πετύχει.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι πρόσφατες ανακοινώσεις που προέκυψαν από τη διάσκεψη κορυφής Βορρά-Νότου μπορούν να ειδωθούν με διάφορους τρόπους. Ας δούμε π.χ. τη δέσμευση της Βόρειας και της Νότιας Κορέας για τη δημιουργία μιας τελικής ειρηνευτικής συμφωνίας. Αυτό σημαίνει να μπει ένα επίσημο τέλος στον Πόλεμο της Κορέας. Ωστόσο, υπάρχει ένα άρρητο υπόβαθρο της συμφωνίας, το οποίο ίσως απαιτεί περαιτέρω εξέταση.

Δείτε ακόμη: Η Β. Κορέα απειλεί να ακυρώσει τη συνάντηση Κιμ-Τραμπ

Μια διάσταση που πρέπει να προβλεφθεί είναι η πιθανή απαίτηση της Βόρειας Κορέας να απομακρυνθούν τα στρατεύματα των ΗΠΑ μέσα και γύρω από τη Νότια Κορέα, και μαζί μ’ αυτά να απομακρυνθεί και η αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη. Έχουν υπάρξει αντικρουόμενες πληροφορίες από τον Λευκό Οίκο και από δημοσιεύματα του Tύπου τις τελευταίες ημέρες σχετικά με το κατά πόσον αυτό μπορεί να βρεθεί στο τραπέζι των συνομιλιών. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι μια θεμελιώδης αλλαγή στην ικανότητα των ΗΠΑ να προβάλλουν την ισχύ τους στην Κορεατική Χερσόνησο.

Μια δεύτερη πιθανή διάσταση της ειρηνευτικής συμφωνίας είναι ότι η Βόρεια Κορέα ίσως απαιτήσει από τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα να τερματίσουν τη συνθήκη αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας του 1954, η οποία τέθηκε σε ισχύ λόγω του Πολέμου της Κορέας. Μια τέτοια απαίτηση θα συνδεθεί με ένα από τα άλλα σημεία συζήτησης που ίσως προκύψουν από τη σύνοδο κορυφής, την «αποπυρηνικοποίηση» της Κορεατικής Χερσονήσου, η οποία έχει προταθεί από τη Βόρεια Κορέα.

Αν και η γλώσσα της αποπυρηνικοποίησης μπορεί να ακούγεται ορθή, υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος. Όπως έχουν επισημάνει αρκετοί αμυντικοί εμπειρογνώμονες, αυτό που εννοεί η Βόρεια Κορέα με την «αποπυρηνικοποίηση» και αυτό που αντιλαμβάνονται οι ΗΠΑ μπορεί να είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Αυτό που πιθανώς εννοεί η Βόρεια Κορέα είναι ότι θέλει να διασφαλίσει ότι τα πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ δεν θα τοποθετηθούν ξανά στην Κορεατική Χερσόνησο. Μπορεί να θελήσει μάλιστα να πιέσει ώστε να μπει ένα τέλος στην επέκταση της περιφερειακής «πυρηνικής ομπρέλας» των ΗΠΑ προς τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία.

Η πιθανότητα ότι η Βόρεια Κορέα αναφέρεται πραγματικά στη διάλυση του δικού της πυρηνικού οπλοστασίου της είναι τόσο μικρή ώστε να θεωρείται μηδαμινή. Τα πυρηνικά όπλα ανάγκασαν τους ανταγωνιστές της Βόρειας Κορέας να συμφωνήσουν να ασχοληθούν με αυτήν και να την ακούσουν. Και η Βόρεια Κορέα δεν είναι Νότια Αφρική, όπου οι ανησυχίες για τις περιφερειακές απειλές κάποια στιγμή τερματίστηκαν. Το να περιμένεις τη Βόρεια Κορέα να εγκαταλείψει το οπλοστάσιό της ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν ποικίλες ανησυχίες γύρω από την ασφάλειά της, δεν είναι ρεαλιστικό. Και ίσως η ΒόρειαΚορέα να έχει συμφωνήσει να σταματήσει τις πυραυλικές και πυρηνικές δοκιμές όχι μόνο λόγω της διεθνούς εκστρατείας «μέγιστης πίεσης», αλλά πιθανότατα επειδή δεν χρειάζεται πλέον περαιτέρω δοκιμές.

Πόσες τοποθεσίες πυρηνικών δοκιμών εξακολουθούν να έχουν οι ΗΠΑ ή η Ρωσία; Η ηγεσία της Βόρειας Κορέας πιστεύει ότι έχει επιτύχει τον στόχο της για τη δημιουργία ενός πυρηνικού οπλοστασίου και την απαραίτητη σμίκρυνση για να μπορέσει να βάλει μια πυρηνική κεφαλή σε πυραύλους. Σύμφωνα με την αμερικανική μη κερδοσκοπική οργάνωση Arms Control Association, εκτιμάται ότι το 2017 η Βόρεια Κορέα είχε 10-20 πυρηνικές κεφαλές και αρκετό υλικό για να κατασκευάσει 30 έως 60 επιπλέον κεφαλές. Αυτό σημαίνει, ουσιαστικά, ότι η Βόρεια Κορέα θεωρεί ότι οι πυρηνικές φιλοδοξίες της έχουν ικανοποιηθεί και ότι τώρα είναι μέλος της «πυρηνικής λέσχης».

Ο Kim Jong-Un θα είναι ο πρώτος ηγέτης της Βόρειας Κορέας που θα συναντηθεί με έναν πρόεδρο των ΗΠΑ. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, καθώς και η σημερινή πορεία των διπλωματικών προσπαθειών της Βόρειας Κορέας -το ταξίδι στην Κίνα, η πρόσφατη συνάντηση με τον Vladimir Putin, η διάσκεψη κορυφής Βορρά-Νότου- γεγονός που δείχνει ότι η Βόρεια Κορέα θεωρεί τον εαυτό της ισότιμο μέρος και αναμένει ότι θα αντιμετωπίζεται ως τέτοιο.

Οι ΗΠΑ, η Νότια Κορέα, η Κίνα, η Ιαπωνία και όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να αναγνωρίσουν ότι αυτό που θέλουν να πει η Βόρεια Κορέα και αυτό που λέει στην πραγματικότητα η Βόρεια Κορέα μπορεί να είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Η Βόρεια Κορέα πιστεύει ότι έχει μια θέση στο πυρηνικό τραπέζι των «μεγάλων παιδιών». Οι ΗΠΑ και οι άλλες χώρες πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι μια προσπάθεια διεξαγωγής διαπραγματεύσεων όπου οι ήδη νευρικοί συμμετέχοντες έχουν διαφορετικές αντιλήψεις και προσδοκίες θα είναι μια αποτυχημένη προσπάθεια – στην καλύτερη περίπτωση.

*Η Christina Cliff είναι επίκουρη καθηγήτρια πολιτικών επιστημών και σπουδών ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Franklin Pierce, όπου διδάσκει μαθήματα σχετικά με την παγκόσμια ασφάλεια & διπλωματία, και τα όπλα μαζικής καταστροφής.

Δείτε ακόμη: 

Από τον πόλεμο δηλώσεων στην ιστορική Σύνοδο. Η εξέλιξη των σχέσεων Τραμπ-Κιμ και η εκτόνωση της έντασης

Ποιοι είναι οι χαμένοι της ειρήνης στην κορεατική χερσόνησο