ΕΤΕ: «Kλειδί» στην αύξηση της απασχόλησης οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις

ΕΤΕ: «Kλειδί» στην αύξηση της απασχόλησης οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Εθνικής Τράπεζας, οι ΜμΕ είναι αυτές οι οποίες καλύπτουν το 57% της απασχόλησης στην Ελλάδα.

Η αύξηση της απασχόλησης προκύπτει από το όλο και μεγαλύτερο εξωστρεφές και καινοτόμο κομμάτι των ΜμΕ, το οποίο δείχνει έτοιμο να αξιοποιήσει ακόμα και οριακά σημάδια ανάκαμψης της ζήτησης, σύμφωνα με τα συμπεράσματα έρευνας της Εθνικής Τράπεζας.

Παρακολουθώντας τη διαχρονική εξέλιξη του επιχειρηματικού κλίματος, επισημαίνεται στην έρευνα, παρατηρούνται σημάδια οριακής βελτίωσης, τα οποία ωστόσο δε φαίνονται επαρκή για να αναστρέψουν το συσταλτικό του χαρακτήρα, επισημαίνεται στην ίδια έρευνα.

Συγκεκριμένα, αν και ο δείκτης εμπιστοσύνης των ΜμΕ παρουσίασε μικρή βελτίωση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016 (βελτιωμένος κατά 5 μονάδες σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο του 2015), παραμένει σε αρνητικά επίπεδα υποδηλώνοντας ότι το ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει περιοριστικό.

Υπό αυτό το πλαίσιο των περιοριστικών συνθηκών, η περιορισμένη αύξηση της απασχόλησης κατά την τελευταία διετία (1,4% ετησίως) ξεχωρίζει ως κομβική εξέλιξη.

Στοχεύοντας στη διερεύνηση αυτής της τάσης, η έρευνα της ΕΤΕ εστιάζει στις ΜμΕ οι οποίες καλύπτουν το 57% της απασχόλησης στην Ελλάδα (έναντι 1/3 κ.μ.ο. στην ΕΕ).

Βάσει ερωτηματολογίου σε δείγμα 1.200 επιχειρήσεων, φαίνεται ότι – μετά την καθίζηση της απασχόλησης κατά τα πρώτα χρόνια της κρίσης (-26% την περίοδο 2007-2012) – οι επιζούσες ΜμΕ πλέον αρχίζουν σταδιακά να προσλαμβάνουν, με τη μέση απασχόληση ανά επιχείρηση να αυξάνεται κατά 3% την περίοδο 2012-2015 (7% σε όρους μισθωτής απασχόλησης).

Η πορεία ανάκαμψης της απασχόλησης αναμένεται να συνεχιστεί στο μέλλον, καθώς οι θετικές προοπτικές βελτιώνονται διαχρονικά και υπερτερούν πλέον των αρνητικών εκτιμήσεων.

Συγκεκριμένα, πλέον το 18% του τομέα προσδοκά αύξηση της απασχόλησης το επόμενο εξάμηνο (από μόλις 8% το 2012), έναντι μόλις 11% που αναμένει μείωση απασχόλησης (από 30% το 2012).

Αξιοσημείωτο είναι ότι η ανάκαμψη της απασχόλησης οφείλεται στο κομμάτι ΜμΕ που στηρίζεται σε χαρακτηριστικά εξωστρέφειας ή καινοτομίας, το οποίο αυξάνει σταδιακά το μερίδιό του καλύπτοντας το 40% του τομέα ΜμΕ το 2016 από 30% το 2013. Συγκεκριμένα, η μέση μισθωτή απασχόληση των δυναμικών αυτών αυξήθηκε κατά περίπου 25% την τελευταία τριετία, έναντι σταθερότητας για τις παραδοσιακές ΜμΕ.

Οι εξωστρεφείς και καινοτόμες ΜμΕ εκτιμάται ότι θα παραμείνουν ο πυλώνας ανάπτυξης και κατά το επόμενο έτος, καθώς σχεδόν το ½ αυτών δηλώνει ότι θα αυξήσει την απασχόληση του (έναντι μόλις 14% για τις παραδοσιακές ΜμΕ). Δεδομένης της υψηλής σημασίας του δυναμικού αυτού κομματιού των ΜμΕ για την αγορά εργασίας, σημειώνουμε ένα σημείο που εγείρει ανησυχίες: Τα 2/3 αυτού του κομματιού των ΜμΕ δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν έλλειμμα δεξιοτήτων στο απασχολούμενο προσωπικό τους(ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με το αντίστοιχο για τις παραδοσιακές ΜμΕ) – υποδηλώνοντας δυσχέρειες εύρεσης προσωπικού που μπορεί να ανταπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις ενός παγκόσμιου ανταγωνιστικού περιβάλλοντος.

Ιεραρχώντας τις αδυναμίες του προσωπικού τους, οι επιχειρήσεις εντοπίζουν ως βασικότερη το επίπεδο ψηφιακής εκπαίδευσης (29% των ΜμΕ), ακολουθούμενη από τις εξειδικευμένες γνώσεις (27% των ΜμΕ) και τις ικανότητες πωλήσεων (20% των ΜμΕ).

Εστιάζοντας στο θέμα του μισθολογικού κόστους, παρατηρείται μια οριακή αύξηση του μισθολογικού κόστους (3%) κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας (μετά από την κάθετη μείωση του κατά 47% την περίοδο 2007-2012), η οποία ωστόσο χαρακτηρίζεται θετική καθώς είναι αποτέλεσμα της αύξησης της μισθωτής απασχόλησης (7% κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας).

Ενώ η απασχόληση στις ΜμΕ δείχνει σταδιακά να ανακάμπτει, οι πωλήσεις των ΜμΕ συνεχίζουν να συρρικνώνονται (13% την τελευταία τριετία). Ως αποτέλεσμα, το μισθολογικό κόστος ως ποσοστό των πωλήσεων ανήλθε στο 14,5% το 2015 από ένα σχεδόν σταθερό επίπεδο κοντά στο 12% κατά τη διάρκεια της έντονης πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 2007-2012 (και έναντι περίπου 10% κ.μ.ο. στις – περισσότερο έντασης κεφαλαίου – ευρωπαϊκές επιχειρήσεις).

Η αύξηση της απασχόλησης πριν την αύξηση των πωλήσεων μπορεί να ερμηνευτεί ως λειτουργική προετοιμασία των ΜμΕ για επικείμενη άνοδο της ζήτησης, η οποία – λόγω αρνητικών εκπλήξεων οικονομικής συγκυρίας σε σχέση με τις επιχειρηματικές προσδοκίες – αποδείχτηκε πρόωρη.

Όσον αφορά το επόμενο έτος, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων συγκλίνουν σε περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης. Ωστόσο, οι πτωτικές πιέσεις στον μέσο μισθό και η εντατικοποίηση της αξιοποίησης ελαστικών μορφών εργασίας αναμένεται να οδηγήσουν σε μικρή μείωση του μισθολογικού κόστους.

Συνεπώς, από τα στοιχεία της ανάλυσης μας φαίνεται ότι οι ΜμΕ επιχειρούν να διορθώσουν την ταχύτερη άνοδο του μισθολογικού κόστους σε σχέση με τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκε κατά την προηγούμενη τριετία, ωστόσο στοχεύουν να το επιτύχουν χωρίς να δημιουργήσουν συσταλτικές πιέσεις στην απασχόληση.

Συνεπώς, οι ΜμΕ εμφανίζονται σε κατάσταση αναμονής για την ανάκαμψη της ζήτησης ώστε να αυξήσουν περαιτέρω την απασχόλησή τους.

Συγκεκριμένα, από την έρευνά προκύπτει ότι το 92% των ΜμΕ θεωρεί ότι περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας δε θα οδηγήσουν σε αύξηση της απασχόλησης – γεγονός που δεν εκπλήσσει, καθώς οι μικρές επιχειρήσεις δεν επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τη νομοθεσία της αγοράς εργασίας.

Αντίθετα, το 51% θεωρεί την υιοθέτηση πολιτικών τόνωσης ζήτησης ως προαπαιτούμενο για την αύξηση της απασχόλησης, ενώ το 25% θεωρεί τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε άλλους τομείς (π.χ. νομικό περιβάλλον, πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς, υποδομές) ως το στοιχείο που θα ξεκλειδώσει τη δυναμική της αγοράς εργασίας.

Η έρευνα συγκυρίας των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων με ημερομηνία Αύγουστος 2016, εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.