Σε πολιτική αβεβαιότητα η Σουηδία μετά την ενίσχυση της ακροδεξιάς

Σε πολιτική αβεβαιότητα η Σουηδία μετά την ενίσχυση της ακροδεξιάς

Σε περίοδο αβεβαιότητας εισέρχεται η Σουηδία μετά τις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής, στις οποίες επιβεβαιώθηκε η ενίσχυση της άκρας δεξιάς.

Σε περίοδο αβεβαιότητας εισέρχεται η Σουηδία μετά τις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής, στις οποίες αφενός επιβεβαιώθηκε η ενίσχυση της άκρας δεξιάς και αφετέρου προέκυψε μια πολιτική εξίσωση με τρεις αγνώστους: Ποιος είναι ο αληθινός νικητής; Ποιος θα κυβερνήσει; Και με ποιον;

Είθισται πρωθυπουργός να αναδεικνύεται ο ηγέτης του κόμματος που συγκεντρώνει τις περισσότερες ψήφους, ή εκείνος που κρίνεται ο καταλληλότερος για να σχηματίσει κυβέρνηση. Όμως το νέο πολιτικό σκηνικό της Σουηδίας, στο οποίο η πολιτική ισχύς είναι πλέον κατακερματισμένη, κάνει κάθε υπολογισμό περίπλοκο.

Καμιά από τις δύο παρατάξεις που εναλλάσσονται στην εξουσία τα τελευταία χρόνια δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει πλειοψηφία στο κοινοβούλιο των 349 εδρών, καθώς η άκρα δεξιά ενισχύθηκε κι άλλο, παρότι λιγότερο από ό,τι ήλπιζε η ίδια.

Με σχεδόν όλες τις εκλογικές περιφέρειες να έχουν ενσωματωθεί, το κεντροαριστερό κόμμα των σοσιαλδημοκρατών, οι κυβερνητικοί του εταίροι, οι Πράσινοι, και οι σύμμαχοί του στο κοινοβούλιο, το κόμμα της Αριστεράς, συγκέντρωναν το 40,6% των ψήφων. Η κεντροδεξιά Συμμαχία από την πλευρά της συγκέντρωνε 40,3%. Η διαφορά των δύο παρατάξεων ήταν μόλις περίπου 30.000 ψήφοι.

«Θα χρειαστεί πολλή φαντασία» για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης, προέβλεψε την Κυριακή η εφημερίδα Svenska Dagbladet.

«Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα της δραματικής αναμέτρησης (…) η Σουηδία θα δυσκολευτεί να αποκτήσει κυβέρνηση ικανή να ασκεί καλά τα καθήκοντά της», ανέφερε με εμφανή ανησυχία από την πλευρά της στο φύλλο της που κυκλοφορεί σήμερα η Dagens Nyheter.

Ο «κοκκινοπράσινος» κυβερνητικός συνασπισμός των σοσιαλδημοκρατών και των οικολόγων εξασφάλισε το ελάχιστο δυνατό προβάδισμα έναντι της Συμμαχίας της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης: Δύο έδρες, ή ίσως ακόμη και μόλις μία (144 ή 143, έναντι 142). Και μάλιστα μένουν ακόμη να καταμετρηθούν οι ψήφοι των Σουηδών του εξωτερικού, που συχνά ευνοούν τη δεξιά. Αυτό θα γίνει την Τετάρτη.

Οι σοσιαλδημοκράτες απώλεσαν 2,8 μονάδες σε σύγκριση με το 2014 και κατέγραψαν τη χειρότερη επίδοσή τους στις εκλογές εδώ και πάνω από έναν αιώνα.

Μολαταύτα, αφού παραδέχθηκε ότι θα ήθελε ένα «καλύτερο αποτέλεσμα», ο πρωθυπουργός Στέφαν Λεβέν εξέφρασε το βράδυ της Κυριακής ικανοποίηση διότι «είμαστε το μεγαλύτερο κόμμα της Σουηδίας».

«Αυτές οι εκλογές σηματοδοτούν τον ενταφιασμό της πολιτικής των συνασπισμών (…). Κανείς δεν εξασφάλισε πλειοψηφία. Είναι επομένως φυσικό να υπάρξει συνεργασία μεταξύ των συνασπισμών», έκρινε ο Λεβέν, που πρόσθεσε ότι δεν σκοπεύει να παραιτηθεί, όπως τον προέτρεψαν οι ηγέτες της κεντροδεξιάς.

Η κεντροαριστερά με ποιον;

Με μια φωνή, οι ηγέτες της αντιπολίτευσης απαίτησαν ο κεντροαριστερός πρωθυπουργός να εγκαταλείψει την εξουσία. «Αυτή η κυβέρνηση ολοκλήρωσε τον κύκλο της. Πρέπει να παραιτηθεί», είπε ο Ουλφ Κριστερσόν, ο επικεφαλής του κόμματος των Μετριοπαθών και υποψήφιος της τετρακομματικής Συμμαχίας- τη συγκροτούν τα κόμματα των Μετριοπαθών, των Φιλελευθέρων, του Κέντρου και των Χριστιανοδημοκρατών- για τον πρωθυπουργικό θώκο.

Η κεντροαριστερά από την πλευρά της ελπίζει να εξασφαλίσει νέα τετραετή θητεία στην κυβέρνηση, αλλά το ερώτημα είναι με ποιον θα συνεργαστεί.

Ο Λεβέν μπορεί να αποπειραθεί να διατηρήσει το σχήμα του 2014, συγκροτώντας μια κυβέρνηση μειοψηφίας μαζί με τους οικολόγους και με την υποστήριξη στο κοινοβούλιο του κόμματος της Αριστεράς, μιας και το στρατόπεδό του είναι ακόμη πιο μειοψηφικό.

Θα βρίσκεται σε αυτή την περίπτωση υπό μόνιμη απειλή από την αντιπολίτευση, που θα στήνει ενέδρες για να τον εμποδίζει να νομοθετεί και ίσως τον εξαναγκάσει σε παραίτηση, για παράδειγμα όταν καταθέσει το σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού, αξιοποιώντας και τις ψήφους της άκρας δεξιάς.

Οι Σουηδοί Δημοκράτες, κόμμα με νεοφασιστικές και ρατσιστικές καταβολές, συγκέντρωσαν το 17,6% των ψήφων και 63 έδρες (12,9% και 49 αντιστοίχως πριν από τέσσερα χρόνια). Ενισχύθηκαν περισσότερο από κάθε άλλο κόμμα.

Ενδέχεται εξάλλου ο Λεβέν να παίξει το χαρτί του ανοίγματος και να καλέσει τους Φιλελεύθερους και τους Κεντρώους σε διαπραγματεύσεις. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνησή του δεν θα διαθέτει την πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο.

Τα πάντα όμως θα εξαρτηθούν από τον οριστικό συσχετισμό δύναμης.

Ο Μίκαελ Γκίλιαμ, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ, παρατήρησε μιλώντας στη δημόσια ραδιοφωνία SR πως «μολονότι ο συνδυασμός αριστεράς-πρασίνων είναι μεγαλύτερος, οι Κεντρώοι και οι Φιλελεύθεροι είναι το κλειδί, όχι πλέον (ο ηγέτης της άκρας δεξιάς) Τζίμι Οκεσόν».

Αυτό φαντάζει πάντως προς το παρόν σενάριο πολιτικής φαντασίας: οι Φιλελεύθεροι και οι Κεντρώοι ανήκουν στη Συμμαχία μαζί με τους Συντηρητικούς και τους Χριστιανοδημοκράτες και σκοπός τους είναι να σχηματίσουν δική τους κυβέρνηση, υπό τον Κριστερσόν.

Η δεξιά σε δύσκολη θέση

Παρά τις μεγάλες διαφορές τους, τα κόμματα της Συμμαχίας, που βρισκόταν στην εξουσία από το 2006 ως το 2014, έχουν συμφωνήσει πως θα κυβερνήσουν μαζί.

Αλλά αυτό δεν μοιάζει εύκολο: ίσως χρειαστούν τις ψήφους της άκρας δεξιάς.

Ο Οκεσόν, που υποστήριξε χθες βράδυ ότι οι Σουηδοί Δημοκράτες είναι «οι νικητές» των εκλογών, αφού η άνοδός τους ήταν σχεδόν πέντε εκατοστιαίες μονάδες, απηύθυνε νέα έκκληση-τελεσίγραφο στη δεξιά την Κυριακή, απαιτώντας να μάθει: «Κριστερσόν, με ποιον θες να διαπραγματευτείς, με τον Στέφαν Λεβέν ή με τον Τζίμι Οκεσόν;».

«Είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας», πρόσθεσε.

Ο Κριστερσόν κατέρριψε την προσφορά του ηγέτη της άκρας δεξιάς: «Ήμασταν απόλυτα σαφείς (…) η Συμμαχία δεν θα κυβερνήσει, ούτε θα συζητήσει για το πώς θα σχηματίσει κυβέρνηση, με τους Σουηδούς Δημοκράτες».

Η έκβαση των εκλογών της Κυριακής στη Σουηδία αναμένεται πως θα εντείνει την ανησυχία στις Βρυξέλλες, καθώς η ΕΕ μπαίνει σε προεκλογική ατμόσφαιρα ενόψει των ευρωεκλογών του Μαΐου, στις οποίες ενδέχεται να ενισχυθούν ευρωσκεπτικιστικές ομάδες οι οποίες επιδιώκουν να εμποδίσουν την περαιτέρω ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.