Το Σύνταγμα και η κολοκυθιά

Το Σύνταγμα και η κολοκυθιά

Όταν η λειτουργία του πολιτεύματος βρίσκεται σε κίνδυνο.

*Ο Δημήτρης Κ. Ιωαννίδης είναι δικηγόρος

«Οι προθεσμίες που θεσπίζει το Σύνταγμα δεν επιδέχονται ερμηνείες -λογικές ή συστηματικές (διασταλτικές ή συσταλτικές) ή τελολογικές- ούτε επεκτάσεις ή συντμήσεις, ούτε εκτιμήσεις «ευλόγου χρόνου», ούτε αξιολογήσεις με οποιαδήποτε κριτήρια άλλα εκτός από ημερολογιακά.

Οι συνταγματικές προθεσμίες είναι αριθμοί: ένα κι ένα κάνουν δύο. Αυτό σημαίνει ότι καθεαυτές απλώς υπολογίζονται∙ δεν ερμηνεύονται και πάντως μόνη η γραμματική ερμηνεία είναι επαρκής. Από την ίδια τη νομική φύση του Συντάγματος συνάγεται ότι οι προθεσμίες που αυτό θέτει πρέπει να τηρούνται αυστηρά∙ δεν μπορούν να θεωρούνται «ενδεικτικές», όπως συμβαίνει μερικές φορές στο Διοικητικό Δίκαιο με την κάλυψη της αρχής ή του πλάσματος του λεγόμενου «δημοσίου συμφέροντος. Η παράβαση των Συνταγματικών προθεσμιών δεν παύει να είναι παράβαση (όταν το επίμαχο γεγονός) δεν απέχει σημαντικά (πόσο;) απ’ αυτές, επειδή απέχει λίγες ώρες ή ημέρες ή μήνες. Ούτε παύει να υπάρχει παράβαση όταν συμβαίνει αυτή να γίνεται ανεκτή ή αποδεκτή από άλλα συμπράττοντα κρατικά όργανα ή από ορισμένους, έστω και μεγάλους, πολιτικούς σχηματισμούς».

Η λιτή και περιεκτική αναφορά του Αριστόβουλου Μάνεση, του κορυφαίου Δασκάλου του Συνταγματικού Δικαίου που κράτησε ζωντανό τον επιστημονικό λόγο με το παράδειγμα του να μην υποχωρεί, ιδίως σε περιόδους πνευματικής ξηρασίας και αποδυνάμωσης των αξιών, η οποία δημοσιεύεται στο περίφημο έργο του Συνταγματική Θεωρία και Πράξη (1980 – 2000), επ’ αφορμή της τότε (1981) σκοπούμενης (δια) λύσεως της Βουλής, επειδή, έτσι, είχαν προμηνύσει τα δύο μεγάλα κόμματα της εποχής, κάνει χρήση της προσημείωσης της κολοκυθιάς, προκειμένου να καταστήσει σαφές σε όλους τους ανώνυμους ή επώνυμους συνταγματολογούντες -ήταν αδύνατο να γνωρίζει ότι μεταξύ αυτών θα συγκαταλεγόταν και ο νυν Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κ. Αναστάσιος Κανελλόπουλος- ότι δεν δικαιούνται να βαπτίζουν ως συνταγματική την αυθαίρετη ερμηνεία Συνταγματικών διατάξεων προκειμένου να καθησυχάσουν τη συνταγματική τους συνείδηση, ικανοποιώντας το διάχυτο αίσθημα τιμωρίας της κοινωνίας σε βάρος οιουδήποτε δημοσίου προσώπου οδήγησε την Ελλάδα στη χρεοκοπία και την υποτέλεια.

Δυστυχώς, δεν αξιολογήθηκε ορθά, όπως της άρμοζε, η εκτίμηση του επί της ποινικής υποθέσεως του πρώην υπουργού κ. Παπακωνσταντίνου, ορισθέντος Ανακριτή – Αρεοπαγίτη, κ. Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, ότι αποτελεί δυσχερές νομικό ζήτημα η κρίση περί του εάν κατά το χρόνο ασκήσεως της διώξεως σε βάρος του πρώην Υπουργού είχε παρέλθει η κατά το άρθρο 86 παρ. 3 του Συντάγματος οριζόμενη αποσβεστική προθεσμία, ζητώντας να αποφανθεί προς τούτο το αρμόδιο Ειδικό Δικαστικό  Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, προ της ενάρξεως της ουσιαστικής Ανακρίσεως.

Έτσι, καταλήξαμε σε μια επικίνδυνη πρόταση, συνταγματολογική ακροβασία, προς το ανωτέρω Συμβούλιο, όπου η φερόμενη ερμηνεία των Συνταγματικών διατάξεων ταυτίσθηκε με τη λογική των καιρών προκειμένου να μην προκληθεί η κοινή γνώμη και οι κυρίαρχοι πολιτικά σχηματισμοί, ίσως και η… Τρόικα. Ποίος μπορεί να γνωρίζει τα κίνητρα και τους σκοπούς της όποιας αυθαιρεσίας;

Επιτέλους, καιρός είναι να αντιληφθούν ορισμένοι ότι όποια και αν ήταν η συμπεριφορά του τότε υπουργού Παπακωνσταντίνου, όποιες αξιόποινες πράξεις διέπραξε ή μη, τα φερόμενα σε βάρος του αδικήματα είναι παραγεγραμμένα και όποιος διατυπώνει διαφορετική άποψη, στο πλαίσιο ερμηνείας του άρθρου 86 του ισχύοντος Συντάγματος, παρανομεί.

Το Σύνταγμα δεν είναι από πλαστελίνη για να το προσαρμόζουν, κατά περίπτωση, οι κάθε λογής ερμηνευτές του στα μέτρα τους, δεν είναι η κολυμπήθρα του Σιλωάμ, ούτε δίνει συγχωροχάρτια.

Εάν η Βουλή της μιας ημέρας το επιθυμούσε, ήδη από την 18η Μαΐου 2012,  κατά τη συγκρότηση της σε σώμα, θα μπορούσε να επιληφθεί της περιπτώσεως του υπουργού Οικονομικών.

Δεν το έπραξε διότι ένα τέτοιο ζήτημα δεν απετέλεσε προτεραιότητα των πολιτικών κομμάτων που την συγκροτούσαν. Εάν το ήθελαν οι πολιτικοί αρχηγοί, οι ίδιοι που σήμερα θέλουν να κρύβονται κάτω από την τήβεννο των Αρεοπαγιτών, θα το έπρατταν τότε.

Τελεία και Παύλα. Βουλή είχαμε, Κυβέρνηση δεν είχαμε.

Είναι τουλάχιστον προκλητικό για τη δημοκρατία μας, αντί να διαβάσουμε το Σύνταγμα και να σεβαστούμε τους κανόνες του, όπως οι πατέρες της Συνταγματικής Επιστήμης μας δίδαξαν, εμείς, από αλαζονεία, να το ρίχνουμε στον Καιάδα της προχειρότητας και της «κακώς νοούμενης νομιμοφροσύνης».

Άλλωστε, το Σύνταγμα, ως θεμελιώδης νόμος, ορίζει για το μέλλον και αυτό οφείλουμε να κατανοήσουμε, επ’ αφορμή της ανωτέρω υποθέσεως, ερμηνεύοντας το, δηλαδή πόσο άδικο και κοινωνικά απεχθές είναι να εξαιρούνται οι υπουργοί, από την ευθύνη των πράξεων τους, εξαιτίας της ατολμίας των ηγετών των πολιτικών κομμάτων να τους την καταλογίσουν και την ίδια στιγμή να ζητείται με περίσσιο θράσος από τους ίδιους δειλούς πολιτικούς ηγέτες, να σηκώσουν οι πολίτες με όση δύναμη τους απέμεινε τη σημαία της επανόρθωσης του τόπου.

Η παραγραφή των όποιων πράξεων Παπακωνσταντίνου είναι ευθύνη των πολιτικών κομμάτων που συγκρότησαν την τότε Βουλή αλλά και επειδή μέχρι σήμερα οι πρωταγωνιστές τους δεν είχαν το φιλότιμο να καταργήσουν το νόμο περί… μη ευθύνης υπουργών και όχι των Δικαστών που επωμίζονται ένα βάρος που δεν τους ανήκει!

Η δίωξη που άσκησε η Βουλή της ΙΕ΄ περιόδου κατά τη συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2013 της Α΄ Συνόδου της, κατά του διατελέσαντος κατά την ΙΓ΄ Βουλευτική περίοδο Υπουργού Οικονομικών Γεωργίου Παπακωνσταντίνου είναι μη νόμιμη, ασκηθείσα εκτός της υπό του άρθρου 86 παρ. 3 του Συντάγματος οριζόμενης προθεσμίας.