«Τελευταία ευκαιρία για να αποφευχθεί ένας ανοικτός πόλεμος στην Ουκρανία»

«Τελευταία ευκαιρία για να αποφευχθεί ένας ανοικτός πόλεμος στην Ουκρανία»

Τηλεφωνική διάσκεψη Μέρκελ, Ολάντ, Πούτιν και Ποροσένκο για την ουκρανική κρίση.

Η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι η αποστολή όπλων για να βοηθηθεί η Ουκρανία να πολεμήσει τους φιλορώσους αυτονομιστές δεν θα επιλύσει την κρίση εκεί, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις από Αμερικανούς πολιτικούς που κατηγόρησαν το Βερολίνο ότι γυρίζει την πλάτη σε έναν σύμμαχο που βρίσκεται σε κίνδυνο.

Οι έντονες ανταλλαγές επιχειρημάτων κατά τη διάσκεψη για την ασφάλεια που πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο υπογράμμισαν τις ρωγμές στη διατλαντική συναίνεση για το πώς θα αντιμετωπισθεί ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν όσον αφορά τη σύγκρουση στην ανατολική Ουκρανία, κατά την οποία έχουν σκοτωθεί περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι.

Ο ουκρανικός στρατός ανακοίνωσε σήμερα πως οι φιλορώσοι αυτονομιστές ενίσχυσαν τους βομβαρδισμούς τους εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων και φαίνεται ότι συγκεντρώνουν στρατεύματα για νέες επιθέσεις στην πόλη Ντμπαλετσέβε που αποτελεί σημαντικό σιδηροδρομικό κόμβο και στην παραλιακή Μαριούπολη.

Η επίθεση των ανταρτών έχει αναζωπυρώσει τις διπλωματικές προσπάθειες. Η Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ μετέβησαν χθες, Παρασκευή, στη Μόσχα για να προσπαθήσουν να πείσουν τον Πούτιν να προχωρήσει σε μια ειρηνευτική συμφωνία.

Όμως Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραδέχθηκαν πως ο Ρώσος ηγέτης δεν έχει πολλά κίνητρα για να διαπραγματευθεί τώρα, καθώς προτιμά απλώς να παρακολουθεί τους αυτονομιστές να καταλαμβάνουν περισσότερα εδάφη, υπονομεύοντας τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που επιτεύχθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Μινσκ, την πρωτεύουσα της Λευκορωσίας.

Η Γερμανίδα καγκελάριος παραδέχθηκε κατά τη διάσκεψη για την ασφάλεια στο Μόναχο, μετά την επιστροφή της στη Γερμανία από τη Μόσχα στη διάρκεια της νύκτας, ότι η επιτυχία του γαλλο-γερμανικού ειρηνευτικού σχεδίου, το οποίο παρουσιάσθηκε αυτή την εβδομάδα στο Κίεβο και τη Μόσχα, είναι αβέβαιη.
Όμως απέρριψε κατηγορηματικά την ιδέα ότι η αποστολή όπλων στο Κίεβο, κάτι που εξετάζεται από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, θα βοηθούσε στην επίλυση της σύγκρουσης.

«Κατανοώ τη συζήτηση, αλλά πιστεύω ότι περισσότερα όπλα δεν θα οδηγήσουν στην πρόοδο που χρειάζεται η Ουκρανία. Πραγματικά αμφιβάλλω γι’ αυτό», δήλωσε η συντηρητική καγκελάριος της Γερμανίας, η οποία έχει ηγηθεί των δυτικών προσπαθειών για την επίλυση της κρίσης μέσω διαπραγματεύσεων και θα ταξιδέψει αύριο, Κυριακή, στην Ουάσινγκτον για συνομιλίες με τον Ομπάμα.

Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν, μιλώντας στην ίδια διάσκεψη, προσπάθησε να υποβαθμίσει τις διαφορές με την Ευρώπη λέγοντας πως ο ίδιος και ο Ομπάμα συμφωνούν ότι θα πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για την ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης.

Όμως κατέστησε σαφές ότι η Ουάσινγκτον είναι έτοιμη να παράσχει στην Ουκρανία τα μέσα για να αμυνθεί, λέγοντας: «Πάρα πολλές φορές ο πρόεδρος Πούτιν έχει υποσχεθεί ειρήνη και έχει προσφέρει άρματα μάχης, στρατεύματα και όπλα».

Οι Αμερικανοί γερουσιαστές Λίντσεϊ Γκράχαμ και Τζον Μακέιν, αμφότεροι ρεπουμπλικανοί “ιέρακες”, φάνηκαν περιφρονητικοί στις επικρίσεις τους εναντίον της γερμανικής στάσης, η οποία υποστηρίζεται και από άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία.

«Προς τους ευρωπαίους φίλους μας λέμε πως αυτό δεν λειτουργεί», δήλωσε ο Γκράχαμ για τις διπλωματικές προσπάθειες της Μέρκελ. «Μπορείς να πηγαίνεις στη Μόσχα μέχρι να μελανιάσει το πρόσωπό σου. Ύψωσε το ανάστημά σου σε κάτι που αποτελεί ξεκάθαρα ψέμα και κίνδυνο».

Ο Μακέιν πρόσθεσε: «Οι Ουκρανοί σφαγιάζονται και εμείς τους στέλνουμε κουβέρτες και φαγητό. Οι κουβέρτες δεν τα καταφέρνουν απέναντι στα ρωσικά άρματα μάχης».

Η Μέρκελ και οι σύμμαχοί της στην Ευρώπη θέλουν να συνεχίσουν να τιμωρούν τη Ρωσία σφίγγοντας τα οικονομικά λουριά. Ο Ομπάμα αντιμετωπίζει πίεση από μέλη του Κογκρέσου να κάνει περισσότερα.

Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος βρισκόταν επίσης στο Μόναχο, δήλωσε ότι υπάρχουν «καλοί λόγοι για να είναι κανείς αισιόδοξος» ότι οι συνομιλίες ανάμεσα στην Μέρκελ, τον Πούτιν και τον Ολάντ μπορεί να καταλήξουν σε μια συμφωνία.

Όμως ο Λαβρόφ καταφέρθηκε επίσης εναντίον της Δύσης. Κατηγόρησε την Ευρώπη και τις ΗΠΑ ότι πριν από ένα χρόνο υποστήριξαν το “πραξικόπημα” εναντίον του ανατραπέντος Ουκρανού ηγέτη Βίκτορ Γιανουκόβιτς, συμμάχου της Μόσχας, και έκαναν τα στραβά μάτια σ’ αυτό που χαρακτήρισε απόπειρα των εθνικιστών να προχωρήσουν σε εθνικές εκκαθαρίσεις στην ανατολική Ουκρανία.

Ο Ολάντ, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην πόλη Τουλ της κεντρικής Γαλλίας, χαρακτήρισε τις συνομιλίες με τον Πούτιν ύστατη προσπάθεια για να αποφευχθεί μια πλήρης σύγκρουση.

Ο γάλλος ηγέτης, η Μέρκελ, ο Ποροσένκο και ο Πούτιν πρόκειται να συνομιλήσουν τηλεφωνικά αύριο, Κυριακή, πριν η καγκελάριος ταξιδέψει στην Ουάσινγκτον.
«Αν δεν καταφέρουμε να βρουμε όχι απλώς έναν συμβιβασμό, αλλά μια βιώσιμη ειρηνευτική συμφωνία, ξέρουμε πολύ καλά ποιο θα είναι το σενάριο. Έχει όνομα, το λένε πόλεμο», δήλωσε ο Ολάντ.

Η επιτυχία της ειρηνευτικής πρωτοβουλίας θα κριθεί «μέσα στις 2 ή 3 επόμενες ημέρες»

Η επιτυχία της γαλλο-γερμανικής πρωτοβουλίας για την ειρήνευση της Ουκρανίας θα κριθεί «μέσα στις δύο ή τρεις επόμενες ημέρες», δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ.

«Το αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την οδό, θα αποφασισθεί μέσα στις δύο ή τρεις επόμενες ημέρες», δήλωσε ο Σταϊνμάιερ απ’ ευθείας από τη διάσκεψη για την ασφάλεια που πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο, μετά την επίσκεψη της καγκελαρίου Άνγκελας Μέρκελ και του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ στη Μόσχα.

Η Μέρκελ και ο Ολάντ συμφώνησαν με τον Πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν να εργασθούν για την εκπόνηση ενός ειρηνευτικού σχεδίου, για το οποίο δεν έχει διαρρεύσει σχεδόν τίποτε.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας «είναι ακόμη πολύ νωρίς» για να προδικάσει κανείς την επιτυχία ή μη της πρωτοβουλίας αυτής, η οποία χαρακτηρίσθηκε από τον Γάλλο πρόεδρο «μία από τις τελευταίες ευκαιρίες» για να αποφευχθεί ένας ανοικτός πόλεμος στην Ουκρανία.

Οι Μέρκελ, Ολάντ και Πούτιν και ο Ουκρανός πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο έχουν ανακοινώσει για την Κυριακή, μια τηλεφωνική διάσκεψη για το θέμα.

«Έχουμε την ελπίδα ότι θα καταφέρουμε να προχωρήσουμε λίγο», δήλωσε ο Σταϊνμάιερ, «αλλά δεν είναι τίποτε άλλο παρά ελπίδα». Επανέλαβε, όπως είχε κάνει και στην ομιλία του νωρίτερα στο Μόναχο, πως η Ευρώπη βρίσκεται «σ’ ένα σταυροδρόμι».

Υπέρ της επιπλέον στήριξης της Ουκρανίας και της «πολιτικής» λύσης στην κρίση, τάσσεται ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι

Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν μια «επιπλέον» βοήθεια προς την Ουκρανία στον αγώνα της ενάντια στους φιλορώσους αυτονομιστές στα ανατολικά της χώρας και ευνοούν μια «πολιτική» λύση, δήλωσε το Σάββατο ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι. «Δεν έχω καμία αμφιβολία να παρασχεθεί στην Ουκρανία περαιτέρω βοήθεια, οικονομικού τύπου και άλλων μορφών», δήλωσε ο Τζον Κέρι μιλώντας στο NBC από το Μόναχο, όπου παρακολούθησε τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια.

«Δεν υπάρχει στρατιωτική λύση. Η λύση είναι πολιτική και διπλωματική» ανέφερε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών σε αυτή την συνέντευξη η οποία θα μεταδοθεί στο σύνολό της την Κυριακή.

Οι Δυτικοί ηγέτες καταδίκασαν ομόφωνα στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο την υποστήριξη που παρέχει η Ρωσία προς τους αντάρτες της ανατολικής Ουκρανίας, αλλά οι τοποθετήσεις τους διίστανται όσον αφορά το ζήτημα της προμήθειας όπλων στον ουκρανικό στρατό.

Η ιδέα της αποστολής υψηλής τεχνολογίας στρατιωτικού εξοπλισμού είναι μια προοπτική που εξετάζει η Ουάσιγκτον. Οι ΗΠΑ πάντως μέχρι στιγμής έχουν στείλει μη φονικό στρατιωτικό εξοπλισμό όπως αλεξίσφαιρα γιλέκα και κράνη.

Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν κάλεσε από το Μόναχο τον Ρώσο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν να δείξει με «πράξεις, όχι με λόγια» ότι είναι πρόθυμος να εργαστεί για μια πολιτική διευθέτηση της κρίσης.

Χωρίς να σχολιάσει άμεσα το θέμα της προμήθειας οπλισμού στον ουκρανικό στρατό που έχει απορριφθεί κατηγορηματικά από το Παρίσι και το Βερολίνο ο Μπάιντεν τόνισε ότι το Κίεβο έχει το δικαίωμα «να αμυνθεί» ενάντια στην επίθεση των αυτονομιστών.