ΕΛΣΤΑΤ: Σε κίνδυνο φτώχειας το 23% του πληθυσμού

ΕΛΣΤΑΤ: Σε κίνδυνο φτώχειας το 23% του πληθυσμού

Ραγδαία μείωση του βιοτικού επιπέδου και της καταναλωτικής δαπάνης, δείχνουν τα στοιχεία.

Το 23,1% του πληθυσμού της χώρας, ή 914.873 νοικοκυριά με 2.535.700 άτομα, ως μέλη, ήταν το 2012 (εισοδήματα 2011) σε κίνδυνο φτώχειας, ποσοστό που ήταν το υψηλότερο στην Ευρώπη. Σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ήταν 3.795.100 άτομα (επιπλέον 391.800 άτομα σε σχέση με το 2011) ή το 34,6% του συνόλου του πληθυσμού, που αποτελεί το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη μετά τη Βουλγαρία και τη Λετονία. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν, από την έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), για το Εισόδημα και τις Συνθήκες Διαβίωσης των νοικοκυριών.

Σημειώνεται ότι δεν περιλαμβάνονται στην έρευνα οι πληθυσμιακές ομάδες που κατά τεκμήριο είναι φτωχές, όπως άστεγοι, άτομα σε ιδρύματα, οικονομικοί μετανάστες χωρίς χαρτιά, Ρομά, κ.λπ. Σύμφωνα με την έρευνα, το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.708 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 11.986 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών. Όταν, το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 10.676 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε 17.977 ευρώ. Μάλιστα, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή, μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) αυξάνεται από το 23,1% σε 49,8%, ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνον οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 26,8%. Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις-συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων- αποτελούν το 40,5% του συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 36,1%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 4,4%.

Διαβάστε ακόμη: Ένας στους τρεις Έλληνες αδυνατεί να πληρώνει τον φόρο ακινήτων 

Ραγδαία μείωσης της καταναλωτικής δαπάνης
Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, σχεδόν τα πάντα έχουν περιορίσει τα νοικοκυριά από την κατανάλωση, καθώς συνεχίζεται η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών ανήλθε στα 1.637,10 ευρώ το 2012, καταγράφοντας μείωση κατά 10,2% σε σύγκριση με το 2011.

Σχετικά με την ανισότητα, το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,9 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,5 το 2011). Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 33,3% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής, ενώ τα μη φτωχά το 19,2%. Λόγω της σύνθεσης των φτωχών νοικοκυριών (ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι, κ.λπ.), η δαπάνη για την υγεία ανέρχεται στο 7,3% του μέσου προϋπολογισμού τους, ενώ των μη φτωχών στο 6,5%.

Διαβάστε ακόμη: Καταναλωτική διστακτικότητα και στα φετινά Χριστούγεννα

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα καταναλωτικά πρότυπα έχουν ως εξής:Στην Ελλάδα, στην Εσθονία και στη Λετονία το σχετικά μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής,τα καταναλωτικά πρότυπα διαφέρουν για την Ισπανία και την Ιταλία, όπου καταγράφονται ως υψηλότερες οι δαπάνες που αφορούν στη στέγαση,οι δαπάνες για εκπαίδευση κυμαίνονται από 0,7% του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών στην Εσθονία, έως 3,5% στην Ελλάδα.H Ελλάδα και η Λετονία καταγράφουν τη μεγαλύτερη ιδιωτική δαπάνη για την υγεία (6,4% και 5,9 % του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, αντίστοιχα).