Φέρνοντας την ηλεκτρική ενέργεια στα μέτρα σου

Φέρνοντας την ηλεκτρική ενέργεια στα μέτρα σου

Περισσότερη, φθηνότερη και πιο «πράσινη» ενέργεια υπόσχονται τα «έξυπνα» δίκτυα, στα οποία ο καταναλωτής μπορεί να γίνει ταυτόχρονα και παραγωγός.

Της Πηνελόπης Μητρούλια*

Η εποχή των μεγάλων επενδύσεων σε συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής για την κάλυψη των αναγκών ηλεκτροδότησης της Ελλάδας, όπως και της Ευρώπης, έχει αλλάξει. Η εκτεταμένη χρήση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την παραγωγή ρεύματος δημιουργεί νέες συνθήκες που ανατρέπουν τις υφιστάμενες ισορροπίες του ηλεκτρικού συστήματος.

Η παραγωγή ενέργειας πλέον δεν γίνεται μόνο από λιγνίτη στα μεγάλα ενεργειακά κέντρα της ΔΕΗ στη δυτική Μακεδονία και την Πελοπόννησο, ούτε μόνο από τις μονάδες φυσικού αερίου της ΔΕΗ και των ιδιωτικών εταιρειών, που είναι διασπαρμένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες ευστάθειας του συστήματος. Η «πράσινη» επανάσταση, για την οποία δεσμεύτηκε την προηγούμενη δεκαετία και συνεχίζει, έστω και με χαλαρότερους ρυθμούς, να προωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει αναδείξει τον ρόλο και τη σημασία των δικτύων διανομής ρεύματος, που καλούνται να διαχειριστούν ευέλικτα και αποδοτικά το ρεύμα που παράγεται από πολλές αποκεντρωμένες πηγές.

Όπως λένε οι ειδικοί, το μέλλον βρίσκεται στα «έξυπνα» δίκτυα, τα οποία μπορούν να συνδυάζουν το ρεύμα που παράγεται από τον αέρα, τον ήλιο, τη γεωθερμία ή τις μονάδες βιομάζας, και να δημιουργούν «εικονικούς σταθμούς ενέργειας».

Στην Ελλάδα σήμερα το 25-30% του ρεύματος που εγχέεται στο σύστημα ένα τυπικό ζεστό μεσημέρι καλοκαιριού προέρχεται από τον ήλιο και τον αέρα. Τι γίνεται όμως το ηλιοβασίλεμα ή όταν το αεράκι «πέφτει»; Οι Ανανεώσιμες Πηγές από τη φύση τους δεν μπορούν να είναι πάντα αξιόπιστες στην προσφορά ενέργειας. Έτσι, η αξιοπιστία του συστήματος αναδεικνύεται σε κυρίαρχο ζητούμενο, ώστε όταν δεν έχουμε παραγωγή σε κάποια περιοχή να μπορεί το δίκτυο να καλύψει τις ανάγκες από άλλες πηγές.

Επενδύσεις στα «έξυπνα» δίκτυα
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον οι μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες ηλεκτρισμού, μέσω του συνδέσμου τους, της Eurelectric, εκτιμούν ότι οι επενδύσεις στα δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης θα ανέλθουν έως το 2020 στα 400 δισ. ευρώ. Για την Ελλάδα η αντίστοιχη εκτίμηση με ορίζοντα το 2024 (ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα διέρχεται βαθιά οικονομική κρίση) είναι ότι μπορεί να φτάσουν αντίστοιχα τα τέσσερα δισ. ευρώ. Μήπως, όμως, τα ποσά είναι υπερβολικά μεγάλα; Και τι θα αποφέρουν σε αυτούς που θα τα επενδύσουν;

Ο Γιώργος Κόλλιας, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΔΕΔΔΗΕ, της ανώνυμης εταιρείας που είναι κατά 100% θυγατρική της ΔΕΗ και έχει την ευθύνη της διαχείρισης και λειτουργίας των δικτύων διανομής του ηλεκτρισμού και των νησιών, φέρνει το παράδειγμα της ιταλικής ENEL για να δώσει απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα. Η ENEL, που ελέγχει το 85% των δικτύων και το 1/3 της παραγωγής ρεύματος της Ιταλίας, την προηγούμενη δεκαετία προχώρησε σε εκτεταμένες επενδύσεις εκσυγχρονισμού του δικτύου της, εγκαθιστώντας παράλληλα «έξυπνους» μετρητές. Μάλιστα, σήμερα προχωρεί στην εγκατάσταση μετρητών δεύτερης γενιάς. Η εταιρεία αυτή, λοιπόν, αποκομίζει πολλαπλάσια κέρδη από τα δίκτυα, από ό,τι από την παραγωγή ρεύματος.

Τι κάνουν τα «έξυπνα» δίκτυα
Με τα «έξυπνα» δίκτυα και τους «έξυπνους» μετρητές κάθε καταναλωτής διαχειρίζεται με πολύ καλύτερο τρόπο την κατανάλωση της ενέργειας, ώστε να επιτύχει σημαντική εξοικονόμηση και περιορισμό του κόστους.

Στο έξυπνο ηλεκτρικό δίκτυο κάθε καταναλωτής μπορεί να γίνει και παραγωγός, θέτοντας στην υπηρεσία του συστήματος τα δεδομένα χρήσης των οικιακών του συσκευών, δηλαδή πότε και πόση ώρα χρησιμοποιεί π.χ. το πλυντήριο ρούχων, ώστε σε συγκεκριμένη στιγμή να μπορεί το δίκτυο να διαθέτει ρεύμα σε κάποιον χρήστη, χωρίς κάτι τέτοιο να προκαλεί δυσλειτουργίες.

Οι μετρήσεις και οι τιμολογήσεις είναι πιο ακριβείς, ενώ υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία και εύρος τιμολογίων. Η ποιότητα της υπηρεσίας που παρέχεται προς τον καταναλωτή είναι επίσης σημαντικά βελτιωμένη. Ο διαχειριστής αποκτά καλύτερο έλεγχο και εποπτεία του δικτύου, ο εντοπισμός σφαλμάτων δικτύου και ρευματοκλοπών είναι ευκολότερος, ενώ τα «έξυπνα» δίκτυα συμβάλλουν καθοριστικά στη βελτιστοποίηση του έλεγχου της ποιότητας τροφοδότησης αλλά και στην ενσωμάτωση της διεσπαρμένης παραγωγής.

Όπως λέει ο Γιώργος Κόλλιας, «τα δίκτυα πλέον πρέπει να δώσουν μεγαλύτερες ευκαιρίες σε όλους: παραγωγούς, προμηθευτές και καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας. Αν είναι δύσκαμπτα, εάν δεν μπορούν να δουν τις ανάγκες, τις ιδιαιτερότητες και τις υποχρεώσεις καθενός από τους κρίκους της ηλεκτρικής αλυσίδας, τότε δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στο ζητούμενο, που δεν είναι άλλο από την παροχή ρεύματος καλής ποιότητας και σε ανταγωνιστικές τιμές».

Το κόστος της ενέργειας
Αποτελεί πλέον γενική παραδοχή ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της αγοράς έχουν δημιουργήσει νέες συνθήκες κόστους για τους τελικούς καταναλωτές ενέργειας. Το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην ελληνική αγορά, όπου οι τιμές του ρεύματος παραμένουν ακόμα σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, καθώς αποτελούν εργαλείο άσκησης κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής από την εκάστοτε κυβέρνηση. Όλα δείχνουν, όμως, ότι οι τιμές θα συνεχίσουν τα επόμενα χρόνια να βαίνουν αυξανόμενες, έως ότου βρεθεί νέα ισορροπία σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα από τα σημερινά.

Ο ρόλος των «έξυπνων» δικτύων σε αυτή τη νέα αγορά είναι να αποτελέσουν εργαλείο εξοικονόμησης και αποδοτικής χρήσης της ενέργειας, ώστε να μειωθεί το κόστος για τους τελικούς καταναλωτές.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΕΔΔΗΕ, το νέο προϊόν που θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό στην περίπτωση του ηλεκτρισμού (όπως έγινε στις τηλεπικοινωνίες με την κινητή τηλεφωνία και το διαδίκτυο) είναι τα «έξυπνα» δίκτυα και οι «έξυπνες» υπηρεσίες. Η αμφίδρομη επικοινωνία μεταξύ του διαχειριστή δικτύου, του παραγωγού και του πελάτη θα προσφέρει καλύτερη ποιότητα ηλεκτρισμού και μακροπρόθεσμα θα δώσει ευκαιρίες και δυνατότητες μείωσης κόστους για τον τελικό καταναλωτή.

«Με τα “έξυπνα” δίκτυα έχεις λιγότερες διακοπές, καλύτερη ποιότητα τάσης, περισσότερες τιμολογιακές δυνατότητες και, προφανώς, μικρότερο κόστος τόσο για την επιχείρηση όσο και για τον καταναλωτή» προσθέτει ο Γιώργος Κόλλιας.

Σύμφωνα με μελέτες, το μακροπρόθεσμο όφελος των Ελλήνων καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας από την αξιοποίηση των «έξυπνων» δικτύων θα είναι της τάξης των δύο δισ. ευρώ σε βάθος 25ετίας.

Έξι φορές η περίμετρος της Γης
Το δίκτυο που διαχειρίζεται ο ΔΕΔΔΗΕ, με το μικρότερο μάλιστα κόστος διαχείρισης ανά πελάτη στην Ευρώπη, έχει μήκος 233.000 χλμ., δηλαδή είναι έξι φορές η περίμετρος της Γης. Το συγκεκριμένο δίκτυο βρίσκεται σε φάση εκσυγχρονισμού, απορροφώντας σε ετήσια βάση έως το 2020 επενδύσεις της τάξεως των 300 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, ήδη λειτουργεί «έξυπνα» για 13.500 καταναλωτές και παραγωγούς ρεύματος (μικρές μονάδες ΑΠΕ), μέσω ενός συστήματος τηλεμέτρησης. Το σύστημα αυτό διαχειρίζεται το 23% της ενέργειας που διανέμεται. Ο ΔΕΔΔΗΕ έχει ξεκινήσει, επίσης, την εγκατάσταση ενός συστήματος τηλεμέτρησης σε 60.000 μεγάλους καταναλωτές χαμηλής τάσης. Το πρόγραμμα αυτό προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός του 2015 και αφορά το 11% της διανεμόμενης ενέργειας.

Παράλληλα προχωρά στην υλοποίηση πιλοτικού συστήματος τηλεμέτρησης 160.000 οικιακών και μικρών εμπορικών καταναλωτών στην Ξάνθη, τη Λέσβο, τη Λήμνο, τον Άγιο Ευστράτιο και τη Λευκάδα. Το έργο αυτό που είναι πιλοτικό, αποτελεί την αρχή του προγράμματος εγκατάστασης «έξυπνων» μετρητών για το σύνολο των 7,3 εκατομμυρίων Ελλήνων καταναλωτών.

Η μελέτη για το λεγόμενο roll out, δηλαδή την αντικατάσταση των ρολογιών της ΔΕΗ που γνωρίζουμε όλοι με τους «έξυπνους» μετρητές που προαναφέρθηκαν, και το σχετικό business plan, έχουν παραδοθεί στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που καλείται να αποφασίσει ποιος και με τι λεφτά θα εφαρμόσει το σχέδιο.

Το 2020 είναι αισιόδοξος στόχος
Χρειάζονται περίπου 800 εκατ. ευρώ για την αντικατάσταση του συνόλου των μετρητών και, όπως λέει ο Γιώργος Κόλλιας, «ο ΔΕΔΔΗΕ δεν έχει αυτά τα χρήματα, ωστόσο θεωρεί ότι ο εκσυγχρονισμός του δικτύου θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων, που συμπεριλαμβάνονται στις πιθανές λύσεις».

Σε ό,τι αφορά τους χρόνους υλοποίησης του συγκεκριμένου έργου που, σύμφωνα με παλαιότερα σχέδια της κυβέρνησης, πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως το 2020, ο Γιώργος Κόλλιας αναφέρει ότι είναι απαισιόδοξος.

«Πέραν του ότι βρισκόμαστε στο ξεκίνημα και μιλάμε για μεγάλη μάζα, που, ως γνωστόν, έχει μεγάλη αδράνεια, με τις υφιστάμενες διαγωνιστικές διαδικασίες, δεν φαίνεται ότι το έργο θα έχει ολοκληρωθεί το 2020. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μόνο εάν μηδενίσουμε τον χρόνο των επιμέρους διαγωνιστικών διαδικασιών, που κατά μέσο όρο είναι 18 μήνες».
Ο Γιώργος Κόλλιας αναφέρεται σε ακόμη ένα θέμα που χαρακτηρίζει ως παγκόσμια πρωτοτυπία και θεωρεί σημαντική τροχοπέδη για το ΔΕΔΔΗΕ, αλλά και για την ανάπτυξη της χώρας. Πρόκειται για τη σύνδεση των ηλεκτροδοτήσεων των ακινήτων, με την πολεοδομική, δασική, αρχαιολογική, φορολογική, βιομηχανική και κάθε άλλου είδους νομιμότητα. Με άλλα λόγια, για να ηλεκτροδοτηθεί ένα ακίνητο στην Ελλάδα σήμερα, θα πρέπει ο ιδιοκτήτης του να αποδείξει ότι είναι νόμιμος και συνεπής με τις υποχρεώσεις του έναντι της πολιτείας.

Και, βεβαίως, αυτό ήταν λογικό ή απλώς αποδεκτό σε μια μονοπωλιακή αγορά που το κράτος ήταν ταυτοχρόνως και προμηθευτής ρεύματος μέσω της ΔΕΗ. Όμως σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς, όπου επιδιώκεται η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων για την εγκατάσταση «έξυπνων» μετρητών και «έξυπνων» δικτύων, τα οποία ανοίγουν τον δρόμο για μεγαλύτερες επενδύσεις και ανταγωνισμό τόσο σε επίπεδο παραγωγής, όσο και εμπορίας ρεύματος, αυτού του είδους οι προβλέψεις είναι αναχρονιστικές.

Αποτελούν γραφειοκρατικά εμπόδια στην ανάπτυξη της χώρας και άσχετη με το δίκτυο διαδικασία.

* To κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα

 

Διαβάστε ακόμη: 

Το καυτό καλοκαίρι στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας

Δεν αλλάζει τίποτα για τους 2 εκατ. πολίτες της «μικρής ΔΕΗ»

Δεν προκηρύσσουν νέα απεργία οι συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ – ΔΕΗ