Γιατί δεν πήγε ο Ομπάμα στην Κένυα;

Γιατί δεν πήγε ο Ομπάμα στην Κένυα;

Η Κένυα, τόπος καταγωγής του Μπάρακ Ομπάμα, δεν συγκαταλέχθηκε στους σταθμούς της πρόσφατης περιοδείας του αμερικανού Προέδρου στην Αφρική.

Του Ντέιβιντ Α. Ράις*

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, στη δεύτερη επίσημη επίσκεψή του στην Αφρική, επέλεξε και πάλι να παραλείψει την Κένυα, τον τόπο καταγωγής του. Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Ομπάμα λένε ότι η αποφυγή οφείλεται στην πρόσφατη εκλογή του Προέδρου Οχούρου Κενυάττα, στον οποίον έχουν απαγγελθεί κατηγορίες από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τον πιθανό ρόλο του στη μετεκλογική βία μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές το 2007.

Ο πρόεδρος Ομπάμα επέλεξε να ταξιδέψει στη Νότια Αφρική, τη Σενεγάλη και την Τανζανία, τη γειτονική χώρα και αιώνια αντίπαλο της Κένυας. Ενώ ο Ομπάμα ταξίδευε τόσο κοντά, ο Πρόεδρος Οχούρου βρισκόταν σε ένα ταξίδι διάρκειας τριών εβδομάδων στο εξωτερικό για να συναντηθεί με επιχειρηματικούς και πολιτικούς ηγέτες στη Ρωσία, την Ιαπωνία, και -το σημαντικότερο- την Κίνα. Παρά την επιμονή των συμβούλων του Κενυάττα ότι το ταξίδι του είχε προγραμματιστεί πολύ πριν ο Ομπάμα αποφασίσει να μην επισκεφθεί την Κένυα, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι δεν θα άλλαζαν τα σχέδιά του αν το αγαπημένο παιδί της Κένυας αποφάσιζε να έρθει στην χώρα.

Ιστορικά, η Κένυα έχει υπάρξει ένας ισχυρός σύμμαχος των ΗΠΑ. Σύμφωνα με μία παγκόσμια δημοσκόπηση του BBC το 2012, το 79% των Κενυατών βλέπει θετικά τις ΗΠΑ. Το εν λόγω αποτέλεσμα καθιστά τους πολίτες της συγκεκριμένης χώρας από τους πιο φιλοαμερικανούς στην Αφρική. Η επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των κυβερνήσεων των ΗΠΑ και της Κένυας είναι ατυχής, αλλά δε συνιστά μεμονωμένη περίπτωση στην Αφρική. Αντίθετα, αποτελεί την επιτομή της αποτυχίας της αμερικανικής στρατηγικής της εμπλοκής σε ολόκληρη την ήπειρο.

Διαβάστε: «Διώρυγα» στην επιχειρηματικότητα

Ο πρωταρχικός σκοπός της επίσκεψης του Ομπάμα ήταν να προωθήσει τα αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα στην ήπειρο. Γι’ αυτόν τον λόγο συνοδευόταν και από μία αντιπροσωπεία 500 αμερικανών επιχειρηματιών. Ωστόσο, η προσπάθεια επιχειρηματικής διείσδυσης υπονομεύεται από την ανάγκη της κυβέρνησης των ΗΠΑ να επιπλήττει αφρικανικές κυβερνήσεις που δεν ανταποκρίνονται στα αμερικανικά πρότυπα. Την ίδια ώρα, η Κίνα συνεχίζει να ενισχύει στρατηγικά τους δεσμούς της με την Αφρική μέσω ενός κρατικά υποστηριζόμενου καπιταλισμού, σιωπώντας ως προς τον τρόπο διακυβέρνησης των αφρικανικών κρατών.

Η Κίνα διαδραματίζει ήδη σημαντικό ρόλο στην Κένυα, καθώς κρατικά χρηματοδοτούμενες κινεζικές εταιρείες κατασκευάζουν δημόσιες υποδομές σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένης της σιδηροδρομικής γραμμής Μομπάσα-Ναϊρόμπι, και ενός νέου τερματικού σταθμού στο διεθνές αεροδρόμιο του Ναϊρόμπι, αμφότερα χρηματοδοτούμενα μέσω μακροπρόθεσμων εξαγωγικών πιστώσεων από την Κινεζική Τράπεζα Ανάπτυξης. Παρά το γεγονός ότι η Κένυα έχει λιγοστούς ενεργειακούς πόρους, η Κίνα κατασκευάζει λιμάνια, δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές και γέφυρες για την αποτελεσματικότερη εξαγωγή του πετρελαίου και των κοιτασμάτων πολύτιμων μετάλλων που εξάγονται από τους ηπειρωτικούς γείτονες της Κένυας -την Ουγκάντα, το Μπουρούντι, το Σουδάν και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό- κερδίζοντας παράλληλα τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο μέσω της κυβέρνησης της Κένυας.

Πέρα από τις προσοδοφόρες εμπορικές ευκαιρίες, οι ΗΠΑ δικαίως θα προσπαθήσουν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για τις αφρικανικές κυβερνήσεις, ενθαρρύνοντάς τες να υιοθετήσουν πιο ισχυρά δημοκρατικά ιδεώδη, να καταπολεμήσουν πιο επιθετικά τη διαφθορά, και να επενδύσουν περισσότερο στην κοινωνική ανάπτυξη. Αλλά αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη «δασκαλίστικη» προσέγγιση δημόσιας καταγγελίας που έχει υιοθετήσει η αμερικανική διπλωματία, και στην οποία συνήθισαν οι αφρικανοί ηγέτες. Πλέον, αυτή την προσέγγιση μπορούν και την αγνοούν, ειδικά τώρα που η σχέση συνεργασίας με μία μη επικριτική Κίνα παρουσιάζεται ως βιώσιμη εναλλακτική λύση.

Διαβάστε: Αναδυόμενες αγορές: Μειώνοντας το χάσμα

Παρά το γεγονός ότι η Κίνα έχει σημαντικό προβάδισμα μεταξύ των πολιτικών ελίτ, η φήμη της μεταξύ του λαού πλήττεται. Στη Ζάμπια, υπήρξαν ταραχές στα ορυχεία χαλκού, και πέρυσι στο Ναϊρόμπι οι μικροί περιπτεριούχοι διαδήλωσαν εναντίον της υποτιθέμενη διείσδυσης κινέζων ανταγωνιστών στον κλάδο τους. Μεγάλο μέρος της κριτικής προέρχεται από κάτω προς τα πάνω, λόγω της έλλειψης τοπικών εργαζομένων που να απασχολούνται σε κινεζικά έργα, των κακών πρακτικών εργασιακής ασφάλειας, καθώς και της ελλιπούς τήρησης των περιβαλλοντικών προτύπων.

Το διακύβευμα για τις ΗΠΑ είναι υψηλό στην Κένυα. Το Ναϊρόμπι φιλοξενεί μία σειρά από εξέχουσες αμερικανικές εταιρείες όπως η General Electric, η IBM, η Microsoft, η Intel, η Cisco, η Coca-Cola, η Google και η Citibank. Για την προστασία και την προώθηση των συμφερόντων της, η κυβέρνηση Ομπάμα θα πρέπει να αναζητήσει παραγωγικούς τομείς όπου να μπορεί να συνεργαστεί με τους αφρικανούς ηγέτες, αντί απλώς να τους επικρίνει.

Η Αμερική μπορεί να ανακτήσει ένα μέρος της οικονομικής επιρροής της στην Κένυα και σε ολόκληρη την ήπειρο χωρίς να θυσιάσει τα ιδανικά της ως φάρος ελευθερίας και ευημερίας, χρησιμοποιώντας ένα νέο μοντέλο οικονομικής διπλωματίας. Το μοντέλο αυτό βασίστηκε στην παραδοχή ότι ο αμερικανικού τύπου καπιταλισμός μπορεί να ενθαρρύνει την ευρύτερη δημιουργία πλούτου και την επιτάχυνση της κοινωνικής προόδου. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν σε πλήρη αντίθεση με την κινεζική στρατηγική «μπουκώματος» των πολιτικών με διάφορα «κίνητρα», τα οποία καταλήγουν σε έργα μέσω των οποίων επωφελούνται οι λίγοι εις βάρος των πολλών.

Η σημερινή στρατηγική της κυβέρνησης Ομπάμα -ένα φτωχό έγγραφο εννέα σελίδων που παρουσιάστηκε πέρυσι- επικρίθηκε ευρέως για την θλιβερή της έλλειψη λεπτομέρειας και φαντασίας. Στη θέση της, η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την παροχή κινήτρων στον αμερικανικό ιδιωτικό τομέα ώστε να επενδύσει στην περιοχή. Οι αμερικανικές ιδιωτικές επενδύσεις μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, να αναπτύξουν το τοπικό εργατικό δυναμικό, και να βοηθήσουν τους τοπικούς επιχειρηματίες.

Η επίσκεψη του προέδρου Ομπάμα αναμφίβολα τόνισε τις ευκαιρίες που υπάρχουν για τις αμερικανικές εταιρείες στην Αφρική, ωστόσο οι δράσεις του δεν θα αποδώσουν καρπούς χωρίς μια πιο στοχαστική, πρακτική και φιλόδοξη συνολική προσπάθεια.

 

*Ο Ντέιβιντ Ράις είναι Καθηγητής στα Πανεπιστήμια της Νέας Υόρκης και του Ναϊρόμπι, καθώς και Σύμβουλος Αφρικανικών Θεμάτων στο Ινστιτούτο Milken και Διευθυντής του Προγράμματος Development Dividend.