Νanou Donuts: Φαινόμενο ή μόδα;

Νanou Donuts: Φαινόμενο ή μόδα;

To νέο «Ελντοράντο» της μαζικής εστίασης, η απάντηση των «μεγάλων» παιχτών και τα super markets.

Αν δείτε δίπλα σας να περνάει ο Homer Simpson και σύσσωμη η ομοσπονδιακή αστυνομία των ΗΠΑ, είναι γιατί η Αθήνα μέσα σε μερικούς μήνες μετατράπηκε στην νέα παγκόσμια πρωτεύουσα των ντόνατς. Από τον περσινό Αύγουστο, όταν και άρχισαν να εξαπλώνονται τα πρώτα καταστήματα Νanou Donuts, δεν έχει περάσει ούτε χρόνος και ήδη η πρωτεύουσα μετράει περισσότερα από 200 σημεία πώλησης.

Μόνο ο πρωτοπόρος διαθέτει 65 πρατήρια στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής και πλέον έχει βάλει πλώρη για την κατάκτηση της ελληνικής επαρχίας. Παράλληλα, στην έκθεση franchise του περασμένου Φεβρουαρίου στο Μαρούσι, υπήρχαν τουλάχιστον πέντε «παρθένες» αλυσίδες (σ.σ. σήμερα έχουμε φτάσει στην πρώτη δεκάδα), οι οποίες προσπαθούσαν να προσελκύσουν απογοητευμένους επενδυτές, καθώς η Nanou λόγω υπερβολικής ζήτησης είχε κλείσει την πόρτα της σε φερέλπιδες καταστηματάρχες.

Οι περισσότεροι από αυτούς δεν γνώριζαν καν να αναφέρουν για περιθώρια κέρδους, καθώς δεν είχαν ανοίξει ακόμα πιλοτικά καταστήματα. Μιλούσαν απλά για διαφοροποίηση, για την δυνατότητα να φτιάχνεις εσύ όπως θες το ντόνατς σου, για συνδυασμούς με άλλα προϊόντα, αλλά κουβέντα για το επίμαχο θέμα.

Έτρεχαν απλώς να προλάβουν το νέο κύμα, το νέο «Ελντοράντο» της μαζικής εστίασης ή αλλιώς την νέα μόδα που ήρθε να αντικαταστήσει τα προπέρσινα «μοντέρνα» σουβλάκια και burgers, τα περσινά παγωτά από γιαούρτι και τα hotdogάδικα.

O πρωτοστάτης της αγοράς donuts στην Ελλάδα
Με μόνη διαφορά, ότι η αγορά εδώ ήταν λίγο πολύ καλυμμένη από τον «δαιμόνιο» Γιάννη Νανούρη. Δημιουργός μαζί με τον ελληνοαμερικανό θείο του, της πρώτης άνοιξης των donuts στην Ελλάδα το 1979 και πρωτοστάτης μίας δεύτερης, που ακολούθησε περίπου δέκα χρόνια αργότερα, βρήκε το κατάλληλο έδαφος για την τρίτη πιο εντυπωσιακή επιστροφή του θερμιδογόνου λουκουμά.

Αν κανείς νομίζει ότι η Nanou Donuts πουλάει (μόνο) donuts είναι γελασμένος: Αυτό που κυρίως πουλάει είναι κάλυψη χαμένου εισοδήματος σε όσους πέτυχαν να συνεργαστούν μαζί τους. Το ωράριο λειτουργίας (19:00 – 21:30) δεν είναι τυχαίο . Αυτός που δουλεύει το πρωί 8ωρο και έχει δει τα έσοδα του να πέφτουν στο μισό, πλέον με δύο ώρες περίπου επιπλέον εργασία, έχει την δυνατότητα να υπερκαλύψει και με το παραπάνω τα απολεσθέντα.

Το μοντέλο είναι δοκιμασμένο και πετυχημένο σε άλλες χώρες που έχουν βιώσει την κρίση: ξεχασμένο από τον Θεό κατάστημα που παίρνει την εκδίκηση του από όλους αυτούς που είχαν ως σημαία τους τα τρία L (location, location, location), μετατρέπεται σε πρατήριο που δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα τα αντίστοιχα της πάλαι ποτέ Ανατολικής Γερμανίας.

Και δεν είναι μόνο η δωρικότητα, η οποία σε οδηγεί σε άγνωστες για την νεότερη Ελλάδα εικόνες (ένα ψυγείο, ένας πάγκος και μία ραφιέρα είναι το όλο concept), αλλά είναι και οι ουρές που απλώνονται για να αποκτήσουν το ντόνατς των 0,60 ευρώ. Αυτό και μόνο ήταν η καλύτερη και η μοναδική διαφήμιση του προϊόντος.

Διαβάστε επίσης: Mikel: Το μυστικό του νέου βασιλιά των καφέ

Ο ισχυρός ανταγωνισμός και οι μεγάλες αλυσίδες
Πόσο θα κρατήσει η μόδα των ντόνατς; Άγνωστο. Τα πρώτα σημάδια κανιβαλισμού όμως έχουν αρχίσει να φαίνονται. Ο ελληνικός επιχειρηματικός μιμητισμός και η «λογική εγώ είμαι καλύτερος, εγώ θα επιβιώσω» έχει οδηγήσει στο να συνυπάρχουν σε μικρή απόσταση (πχ. στο Ελληνικό) τέσσερις αλυσίδες.

Και όταν τίθεται πλέον θέμα επιβίωσης ο «καλύτερος» αρχίζει να ρίχνει νερό στο κρασί του και να πειραματίζεται με άλλα προϊόντα πχ. καφέδες, γλυκά και να χάνει οποιοδήποτε συγκριτικό πλεονέκτημα είχε στην ευρύτερη αγορά μαζικής εστίασης.

Φυσικά από την νέα τάση δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι επώνυμες αλυσίδες όπως οι Γρηγόρης και Everest οι οποίες προσθέτουν στην προϊόντική τους γκάμα και το ντόνατς. Από κοντά και οι ανώνυμοι μεμονωμένοι του χώρου και οι φούρνοι. Άλλωστε το ντόνατς δεν είναι προϊόν μοριακής κουζίνας, μία απλή παραλλαγή συνταγής ζύμης είναι.

Θέμα χρόνου είναι να εισέλθουν και τα σούπερ μάρκετ , των οποίων το συνεχές ωράριο σε συνδυασμό με τις χαμηλότερες τιμές που μπορούν να πετύχουν, μπορεί και να σημάνει το τέλους του τρίτου κύματος «ντονατσομανίας».

Σύμφωνα με ανθρώπους της αγοράς, το πιθανότερο είναι να επιβιώσουν το πολύ δύο αλυσίδες, με τις περισσότερες πιθανότητες να συγκεντρώνουν αυτές που θα έχουν χτίσει ένα ισχυρό δίκτυο ή ένα ισχυρό σήμα στην αγορά.