Έσπασαν το «φράγμα» των 30 δισ. ευρώ οι εξαγωγές το 2018

Έσπασαν το «φράγμα» των 30 δισ. ευρώ οι εξαγωγές το 2018

Οι εξαγωγές της Ελλάδας αυξήθηκαν τόσο προς την Ευρώπη όσο και προς τρίτες χώρες, ενώ σημαντικότερος προορισμός παραμένει η Ιταλία.

Υψηλούς ρυθμούς αύξησης καταγράφουν, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, οι εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας το 2018. Η άνοδος αυτή που οδήγησε σε νέο ιστορικό ρεκόρ, είναι της τάξης του 15,8%, στα 33.021 εκατ. ευρώ από 28.510,6 εκατ. ευρώ το 2017.

Η αύξηση αυτή οφείλεται στις ανοδικές τάσεις που καταγράφονται στις ελληνικές εξαγωγές προς όλους τους σημαντικούς πελάτες ελληνικών προϊόντων- και προς την ΕΕ και προς τις Τρίτες Χώρες. Η αύξηση προς την ΕΕ, όπως προαναφέρθηκε, είναι στο 14%, ενώ μεγαλύτερη εμφανίζεται η αύξηση προς Τρίτες Χώρες (17,9%). Οι εξαγωγές που κατευθύνονται προς χώρες της ΕΕ είναι πλέον το 52,2% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, έναντι 47,8% που κατευθύνονται προς Τρίτες Χώρες.

Ειδικότερα, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών αυξήθηκαν με διψήφιους ρυθμούς και έσπασαν το φράγμα των 30 δισ. ευρώ, φθάνοντας στα 33,02 δισ. ευρώ, αύξηση 15,8% σε σχέση με το 2017 και τα 21,55 δισ. ευρώ μη συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, ήτοι αύξηση 10,4% σε σχέση με το 2017.

Πιο αναλυτικά, οι εξαγωγές της Ελλάδας προς την ΕΕ (28) συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών καταλαμβάνουν πλέον μερίδιο 52,2% επί των συνολικών εξαγωγών. Το μερίδιό τους κατά το 2017 ανερχόταν σε 53,1%. Στον αντίποδα, οι εξαγωγές προς τις Τρίτες Χώρες το 2018 σημείωσαν άνοδο και καταλαμβάνουν πλέον μερίδιο επί των συνολικών εξαγωγών 47,8% από 46,9% στο αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2017.

Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου- Δεκεμβρίου 2018 αυξήθηκαν κατά 4,63 δισ. ευρώ ή κατά 9,4%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 53,75 δισ. ευρώ έναντι 49,13 δισ. ευρώ κατά το 2017. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν στα 37,76 δισ. ευρώ από 36,91 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 849,1 εκατ. ευρώ ή κατά 2,3%.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα ενισχύθηκε οριακά το 2018 κατά 117 εκατ. ευρώ ή κατά 0,6%, στα 20,73 δισ. ευρώ από 20,62 δισ. ευρώ το 2017. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε στα 16,21 δισ. ευρώ από 17 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 1,17 δισ. ευρώ, ή κατά -6,7%.

Η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το 2018 να αποτελεί το σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών ενώ στη δεύτερη θέση παραμένει η Γερμανία όπως και το 2017. Ακολουθεί η Τουρκία και στη συνέχεια η Κύπρος στις ίδιες θέσεις με το περσινό έτος. Ο Λίβανος ανέβηκε κατά μία θέση στη σχετική κατάταξη (5η), ενώ η Βουλγαρία υποχώρησε στην 6η θέση (από την 5η). Στην 7η και 8η θέση βρίσκονται οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες κατά το 2017 είχαν αντίστροφη σειρά. Την πρώτη δεκάδα των κυριότερων προορισμών, συμπληρώνουν -με άνοδο κατά δύο θέσεις η καθεμία από το 2017, η Αίγυπτος (9η θέση από 11η) και η Ισπανία (10η από 12η).

Πλην της πρώτης δεκάδας των χωρών-πελατών των ελληνικών προϊόντων για το 2018, αξίζει να σημειωθεί, η άνοδος στην κατάταξη της Κίνας (13η θέση από 17η) και της Σλοβενίας κατά δέκα θέσεις (20η θέση από 30η) σε σχέση με το 2017.

Η πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Εξαγωγέων, Χριστίνα Σακελλαρίδη, σχολιάζοντας τα παραπάνω έκανε την εξής δήλωση: «Στη νέα εποχή που ξημερώνει για την Ελλάδα, μετά την έξοδο από τα Μνημόνια και τη σκληρή εποπτεία, να αδράξουμε την ευκαιρία που παρουσιάζεται για να οικοδομήσουμε μια βιώσιμη οικονομία που θα στηρίζεται στην εξωστρέφεια και στην εγχώρια παραγωγή. Μόνο έτσι θα δημιουργήσουμε πλεονάσματα και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Είναι απαραίτητο να εστιάσουμε στην αύξηση της παραγωγικότητας και στην άρση των αντικινήτρων που εμποδίζουν την ανάκαμψη.

Είναι ζωτικής σημασίας να ξεφύγουμε από την «παγίδα» της χαμηλής παραγωγικότητας που ταλανίζει την πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Μόνο έτσι, θα μπορέσουμε να σταθούμε με αξιώσεις στο παγκόσμιο στερέωμα και στις προκλήσεις της παγκόσμιας οικονομίας».