Η Deutsche Bank προβλέπει ύφεση στη Γερμανία, αν κοπεί το ρωσικό αέριο

Η Deutsche Bank προβλέπει ύφεση στη Γερμανία, αν κοπεί το ρωσικό αέριο
epa08315591 An exterior view of the Deutsche Bank at the popular Koenigsallee in Duesseldorf, Germany, 23 March 2020. Deutsche Bank temporarily closes around 200 branches for their customers from Tuesday 24 March 2020 due to the corona pandemic. According to the disease control centre of the Robert Koch Institute, the number of coronavirus COVID-19 cases in Germany has exceeded the 26,000 mark on Monday noon 23 March 2020. EPA/SASCHA STEINBACH Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Τρομακτικές θα είναι οι οικονομικές συνέπειες, εάν διακοπεί ο ρωσικός ενεργειακός εφοδιασμός, εκτιμούν όλο και περισσότεροι Γερμανοί πολιτικοί, τεχνοκράτες και υψηλόβαθμα στελέχη. Εσχάτως ο Κρίστιαν Σέβινγκ, διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank AG, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης «θα επιδεινωθεί περαιτέρω, εάν σταματήσουν οι εισαγωγές ή οι παραδόσεις ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου», πέραν του ήδη αυξανόμενου πληθωρισμού.

«Μια ξεκάθαρη ύφεση στη Γερμανία θα ήταν αναπόφευκτη», είπε ως επικεφαλής του γερμανικού τραπεζικού τομέα, σύμφωνα με το Bloomberg.

Η προειδοποίηση έρχεται εν μέσω φωνών για σκληρότερες ευρωπαϊκές κυρώσεις έναντι της Ρωσίας -συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου και του φυσικού αερίου-, στον απόηχο πληροφοριών που θέλουν Ουκρανούς αμάχους να σκοτώνονται από ρωσικά στρατεύματα. Η Γερμανία και πολλά άλλα κράτη-μέλη που εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο έχουν αντιταχθεί μέχρι στιγμής στην επιβολή κυρώσεων στον ενεργειακό τομέα, γράφει το Bloomberg.

Παρόμοιες ήταν οι τοποθετήσεις και άλλων Γερμανών αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ και της διευθύνουσας συμβούλου της ThyssenKrupp Μαρτίνα Μερτς, πριν δημοσιοποιηθούν ευρέως οι ισχυρισμοί για θηριωδίες στην Ουκρανία.

«Να έχετε υπόψη ότι ένα εμπάργκο εισαγωγών θα σήμαινε διψήφιο πληθωρισμό, τουλάχιστον προσωρινά», τόνισε ο Σέβινγκ. «Και ότι μόνιμα θα αντιμετωπίσουμε ένα φαινόμενο που δεν έχουμε δει τα τελευταία 30 χρόνια: τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό», κατέληξε.