Υπερκέρδη 100 δισ. ευρώ για τον τραπεζικό τομέα στην ΕΕ από τη μεγάλη αύξηση επιτοκίων

Υπερκέρδη 100 δισ. ευρώ για τον τραπεζικό τομέα στην ΕΕ από τη μεγάλη αύξηση επιτοκίων
Photo: pixabay.com
Σύμφωνα στοιχεία της UBS, τα  καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξήθηκαν από 270 δισ. ευρώ το 2021 σε περίπου 378 δισ. ευρώ φέτος

«Οργασμό»… ουρανοκατέβατων κερδών, που ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ, καταγράφουν τα τελευταία δύο χρόνια λόγω των επιτοκιακών αυξήσεων οι ευρωπαϊκές τράπεζες.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα στοιχεία της UBS, τα  καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξήθηκαν από 270 δισ. ευρώ το 2021 σε περίπου 378 δισ. ευρώ φέτος.

Στο ίδιο χρονικό διάστημα, τα δάνεια αυξήθηκαν μόλις κατά 2%, πράγμα που σημαίνει ότι τα περισσότερα από τα κέρδη προέρχονται από το margin μεταξύ του επιτοκίου δανείων και του επιτοκίου καταθέσεων. Την ίδια στιγμή, η κάλυψη των κερδών επέτρεψε στις ευρωπαϊκές τράπεζες να αυξήσουν τα μερίσματα και τις εξαγορές στα 121 δισ. ευρώ για το 2023 από 90 δισ. ευρώ το 2021. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ωστόσο, ενώ οι καλύτερες αποδόσεις κεφαλαίου έχουν μεταφραστεί σε διψήφια κέρδη στις τιμές των μετοχών των τραπεζών, σχεδόν όλες εξακολουθούν να τυγχάνουν διαπραγμάτευσης με μεγάλο discount σε σχέση με τη λογιστική τους αξία αλλά και έναντι των αμερικανικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

«Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν ξεπεράσει την αγορά κατά περισσότερο από 50% [από το τέλος του 2020], ωστόσο εξακολουθούν να τυγχάνουν διαπραγμάτευσης σε αποτιμήσεις που υποδηλώνουν ισχύ κερδών 30% κάτω από τις προβλέψεις μας», δήλωσε ο Jason Napier, αναλυτής της UBS. 

Η μεγαλύτερη ανησυχία για τα στελέχη που αγωνίζονται να προσελκύσουν νέα κεφάλαια είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορεί τώρα να αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια τον Μάρτιο, γεγονός που αναμένεται να αυξήσει την πίεση στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM).

Τα NIM μόλις που είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν μετά από μια δεκαετία αρνητικών ή εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων. Οι φόβοι ύφεσης, η ασθενής ζήτηση δανείων, η πιθανότητα πολύ υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων και οι αυξανόμενες χρεοκοπίες επιβαρύνουν επίσης τις μετοχές των τραπεζών. 

Οι φόβοι ύφεσης, η ασθενής ζήτηση δανείων, η πιθανότητα πολύ υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων και οι αυξανόμενες χρεοκοπίες επιβαρύνουν επίσης τις μετοχές των τραπεζών. Η UBS προβλέπει ότι οι προβλέψεις επί επισφαλειών θα φτάσουν τα 63 δισ. ευρώ το επόμενο έτος, από 31 δισ. ευρώ το 2021 – αυτό εξακολουθεί να είναι ένα διαχειρίσιμο επίπεδο δεδομένων για τις υγιείς κεφαλαιακά τράπεζες, ωστόσο θα καταναλώσει μετρητά που διαφορετικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εξαγορές ή μερίσματα. 

Ο κλάδος υποφέρει επίσης από τις συνέπειες ενός βραχύβιου τραπεζικού πανικού νωρίτερα φέτος, όταν τρεις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ και στη συνέχεια η Credit Suisse πτώχευσαν, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να παρέμβουν και να υπογράψουν συμφωνίες διάσωσης. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Giles Edwards, αναλυτής της S&P Global, δήλωσε ότι «η αύξηση των κερδών σηματοδοτεί μια ευπρόσδεκτη εξομάλυνση μετά από χρόνια συμπίεσης των περιθωρίων, αλλά δεν αμβλύνει όλες τις διαρθρωτικές προκλήσεις για την κερδοφορία των τραπεζών». Ορισμένοι επενδυτές και στελέχη είναι πιο bullish.

Ο ακτιβιστής επενδυτής Cevian Capital αγόρασε μετοχές της UBS αξίας 1,2 δισ. ευρώ αυτόν τον μήνα, στοιχηματίζοντας ότι ο Ελβετός διαχειριστής πλούτου μπορεί να διπλασιάσει την τιμή της μετοχής του και να εξαλείψει το έντονο χάσμα αποτίμησης με τον πλησιέστερο ανταγωνιστή του, τη Morgan Stanley.

Ο απερχόμενος διευθύνων σύμβουλος της Morgan Stanley, Τζέιμς Γκόρμαν, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα στους Financial Times ότι αναμένει ότι το discount στις τραπεζικές αποτιμήσεις στην Ευρώπη θα αρχίσει να μειώνεται. «Δεν νομίζω ότι [κατά τη διάρκεια] της επόμενης δεκαετίας το χάσμα θα είναι τόσο μεγάλο. Νομίζω ότι υπάρχουν ευκαιρίες για τους Ευρωπαίους», είπε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:

Πηγή: Financial Times