Μήπως ήρθε η ώρα για τη ρύθμιση του Facebook και της Google;

Μήπως ήρθε η ώρα για τη ρύθμιση του Facebook και της Google;

Το σκάνδαλο της Cambridge Analytica τραυμάτισε την εμπιστοσύνη μεταξύ χρηστών και εταιρειών. Τι μπορούμε να κάνουμε για την προστασία των προσωπικών μας δεδομένων.

του Nicholas Economides*

Η χρήση δημόσιων δεδομένων που δημοσιεύονται σε έναν ιστότοπο είναι νόμιμη. Αυτή είναι κι η ουσία των εταιρειών διαδικτυακού μάρκετινγκ. Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα των New York Times, η Cambridge Analytica συνέλεξε δεδομένα από τους χρήστες του Facebook και τους φίλους τους χωρίς τη συγκατάθεσή τους, αφήνοντας αμφότερες τις εταιρείες εν δυνάμει νομικά υπεύθυνες για τις ενέργειές τους.

Η Cambridge συνέλεξε σίγουρα ένα σημαντικό ποσό πληροφοριών από 50 εκατομμύρια προφίλ στο Facebook. Αλλά αυτά τα δεδομένα ωχριούν σε σύγκριση με την ποιότητα και την ποσότητα των πληροφοριών των χρηστών που έχουν συλλέξει το Facebook και, ιδιαίτερα, η Google με τα χρόνια. Αυτό είναι που θα πρέπει να μας κάνει πραγματικά να ανησυχούμε.

Ήρθε η ώρα η αμερικανική κυβέρνηση να ρυθμίσει εταιρείες όπως το Facebook προτού οι πρακτικές συλλογής τους βλάψουν ανεπανόρθωτα την ιδιωτικότητα των χρηστών.

Το πρόβλημα με τη Google, το Facebook και άλλες εταιρείες τεχνολογίας είναι ότι μπορούν εύκολα να συγκεντρώσουν τεράστιες ποσότητες πληροφοριών με βάση συμφωνίες συγκατάθεσης γραμμένες με ψιλά γράμματα που οι χρήστες πρέπει να υπογράψουν για να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους.

Στην περίπτωση του Facebook, είναι πιθανό η εταιρεία να δημιουργεί ένα προφίλ χρήστη συνδυάζοντας το όνομα, την ηλικία, την τοποθεσία, τις φωτογραφίες, τις προτιμήσεις και τις απόψεις με τις διαθέσιμες στο κοινό πληροφορίες απογραφής των ΗΠΑ, όπως το μέσο εισόδημα σε έναν συγκεκριμένο ταχυδρομικό κώδικα.

Η Google είναι σε θέση να δημιουργεί ένα πολύ πιο ολοκληρωμένο προφίλ χρήστη, τα περισσότερα στοιχεία του οποίου προέρχονται από την υπηρεσία αναζήτησης. Η Google μπορεί να αναγνωρίσει τη διεύθυνση IP (πρωτόκολλο Internet – βασικά η διαδικτυακή ταυτότητα του υπολογιστή) ενός χρήστη, να την αντιστοιχίσει με τη φυσική τοποθεσία του, και να προσδιορίσει την κατοικία από την οποία έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Προσθέτοντας πληροφορίες από προσωπικούς βοηθούς, όπως η κίνηση και η χρήση κινητού τηλεφώνου από Google Assistant και Android, η Google μπορεί να χαρτογραφήσει το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητας ενός ατόμου καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.

Είναι ρεαλιστικό να πιστεύουμε ότι σε κάποια φάση η Google θα μπορεί να γνωρίζει σχεδόν τα πάντα για ένα άτομο. Αυτή η γνώση θα μπορούσε να επεκταθεί ακόμη και σε πληροφορίες σχετικά με την υγεία κάποιου. Εάν η Google αρχίσει να συγκεντρώνει δεδομένα υγείας, η εταιρεία θα μπορούσε να μάθει πόσο συχνά αρρωσταίνουν οι χρήστες και από ποιες ασθένειες. Τελικά, η Google θα μπορούσε να είναι σε θέση να προβλέψει τη μακροζωία ενός χρήστη πολύ καλύτερα από μια ασφαλιστική εταιρεία.

Οι καταναλωτές μπορούν να προβούν σε κάποιες ενέργειες για να προστατεύσουν την ιδιωτικότητά τους από την Google.

Για αρχή, μπορούν να διαγράψουν όλα τα cookies του προγράμματος περιήγησης, να ορίσουν τα προγράμματα περιήγησής τους έτσι ώστε να σταματήσουν τη συλλογή των cookies, και να πάψουν να χρησιμοποιούν το πρόγραμμα περιήγησης Chrome.

Ακόμα κι αν οι χρήστες το κάνουν αυτό, η Google μπορεί ακόμη να συλλέγει δεδομένα από αυτούς χρησιμοποιώντας τις διευθύνσεις IP τους. Αυτές οι διευθύνσεις, οι οποίες εκχωρούνται από μια εταιρεία τηλεφώνου ή καλωδιακής τηλεόρασης, είναι δύσκολο να αλλάξουν. Αλλά υπάρχουν ακόμη τρόποι για να παρακάμψει κάποιος την άμεση επιτήρηση του προγράμματος περιήγησης. Οι χρήστες μπορούν να χρησιμοποιήσουν ένα ανώνυμο πρόγραμμα περιήγησης όπως το Tor, το οποίο αναπηδά τα σήματα περιήγησης σε διάφορα μέρη του κόσμου προτού φτάσουν στον επιθυμητό ιστότοπο. Για μια ακόμα πιο ασφαλή περιήγηση, οι χρήστες μπορούν να πληρώσουν για ένα εικονικό ιδιωτικό δίκτυο (VPN), όπως κάνουν πολλοί Κινέζοι για να αποφύγουν την κρατική λογοκρισία και επιτήρηση.

Αυτά τα βήματα, αν και όχι τόσο βολικά, δυσχεραίνουν την επίβλεψη από τη Google. Όμως, δεν θα παρεμποδίσουν το Facebook και άλλες ιστοσελίδες που κάνουν τους χρήστες να δίνουν «εθελοντικά» τις πληροφορίες τους. Για να το διορθώσουμε αυτό, θα χρειαστούμε την αυστηρή ρύθμιση εταιρειών διαδικτύου όπως το Facebook.

Πρώτον, πρέπει να μετατρέψουμε όλες τις συμβάσεις συλλογής πληροφοριών να είναι “opt-in” και όχι “opt-out” από προεπιλογή. Με μια σύμβαση συμμετοχής opt-in, το Facebook θα συλλέγει πληροφορίες μόνο εάν ένας χρήστης έχει συναινέσει σε αυτό.

Δεύτερον, εταιρείες όπως το Facebook θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν υπηρεσίες στους καταναλωτές ακόμη κι αν αυτοί επιλέξουν να κάνουν opt-out και να μη μοιράζονται πληροφορίες με την εταιρεία. Ως εκ τούτου, η επιλογή opt-in δεν θα γίνει προϋπόθεση για την κατοχή ενός λογαριασμού στο Facebook.

Τρίτον, από τη στιγμή που οι λογαριασμοί είναι opt-in, οι χρήστες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να πουλούν τα δεδομένα τους στην εταιρεία. Αυτό θα έδινε στους χρήστες μια δίκαιη επιλογή: να πληρώνονται για να μοιράζονται πληροφορίες ή να μην λαμβάνουν χρήματα αλλά να διατηρούν το λογαριασμό τους.

Τέταρτον, η μεταφορά, η αντιγραφή και η πώληση ορισμένων πολύ ευαίσθητων τύπων πληροφοριών πρέπει να περιοριστούν πλήρως. Για παράδειγμα, οι προσωπικές ιατρικές πληροφορίες δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απομακρύνονται από τους διακομιστές της εταιρείας.

Το φιάσκο Facebook-Cambridge Analytica είναι ένα σημαντικό καμπανάκι, αλλά είναι πιθανόν μόνο η αρχή μιας εμπεριστατωμένης εξέτασης της ευρείας συλλογής και ενδεχομένως παράνομης χρήσης των δεδομένων χρηστών από τις εταιρείες τεχνολογίας. Αυτό θα πάρει χρόνο. Ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσει η διαδικασία είναι να αρχίσει η κυβέρνηση να καθιστά εταιρίες όπως τη Facebook και τη Google, υπεύθυνες για τις πληροφορίες που συλλέγουν.

* Ο Nicholas Economides είναι καθηγητής οικονομικών στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Stern του NYU.