Στη Βραζιλία, τα πλήθη θυσιάζονται στις δυνάμεις του Μουντιάλ

Στη Βραζιλία, τα πλήθη θυσιάζονται στις δυνάμεις του Μουντιάλ

Το θρυλικό στάδιο Μαρακανά έχει υποστεί ένα «λίφτινγκ πεντακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων».

του Ντέιβ Ζίριν

Όλα τα γήπεδα έχουν φαντάσματα. Κάθε παιχνίδι, κάθε συμπλοκή, κάθε συλλογικό ουρλιαχτό είναι ένα νέο φάντασμα που προσθέτει ένα ανεπαίσθητο στρώμα ενέργειας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάθε παλιό γήπεδο σε κάνει να νιώθεις μια έξαψη προσμονής όταν περνάς τις πύλες του. Αυτός είναι και ο λόγος που ένα νέο γήπεδο, δεν έχει σημασία η πρόθεση του αρχιτέκτονα, μπορεί να έχει την στείρα αίσθηση ενός μπάνιο νοσοκομείου. Το γήπεδο Μαρακανά του Ρίο, αλλιώς γνωστό ως η «Καπέλα Σιξτίνα του διεθνούς ποδοσφαίρου», έχει φιλοξενήσει μερικά από τα πιο διάσημα παιχνίδια και συναυλίες στην παγκόσμια ιστορία. Έχει επίσης υποστεί ένα «λίφτινγκ πεντακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων» – που έχει αλλάξει εντελώς το χαρακτήρα του.

Η μετατροπή του Μαρακανά συμβαίνει εδώ 15 χρόνια, αλλά ο ακτιβιστής και πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής Κρις Γκάφνεϊ την περιέγραψε ως «τη δολοφονία ενός δημοφιλούς χώρου, προκειμένου να πουληθεί ο πολιτισμός της Βραζιλίας σε ένα διεθνές ακροατήριο».

Το 1999, το Μαρακανά είχε χωρητικότητα περίπου 175.000 ατόμων, αν και ο συνολικός κόσμος μπορούσε να φθάσει κοντά στις 200.000, όταν τα πλήθη συνωστίζονταν στο άνω διάζωμα του γηπέδου. Στην ιστορία έχει μείνει ένας αγώνας το 1963 μεταξύ των ιστορικών αντιπάλων Φλαμένγκο και Φλουμινένσε που συγκέντρωσε τον αριθμό ρεκόρ των 194.000 ατόμων. Η μέρα εκείνη έχει περάσει πλέον στην τοπική ιστορία.

Το 2000 ο αριθμός των θέσεων μειώθηκε σε 125.000. Το 2005, έγιναν επιπλέον αλλαγές ώστε να φιλοξενεί μόνο 85.000, με κόστος 200 εκατομμύρια δολάρια, για να προετοιμαστεί η Βραζιλία για τους Παναμερικανικούς Αγώνες. Τώρα, ως επίκεντρο του Παγκοσμίου Κυπέλλου και των Ολυμπιακών Αγώνων, θα φιλοξενήσει μόνο 75.000 και θα περιλαμβάνει επίσης ένα εμπορικό κέντρο.

Σε μια συμβολική κίνηση που αντικατοπτρίζει την κατάργηση των φαβέλων, το ανώτερο διάζωμα, που κάποτε ήταν το φημισμένο χαμηλού κόστους διάζωμα για τους απλούς οπαδούς, τώρα θα φιλοξενεί θέσεις πολυτελείας. Ένας χώρος όπου κάποτε κάθονταν χιλιάδες φίλαθλοι, σύμφωνα με τις προσταγές της FIFA, θα μετατραπεί σε ένα VIP χώρο όπου οι σύγχρονοι Καίσαρες θα παρακολουθούν τους αγώνες. Αυτές οι θέσεις, κατά τη μόδα που επικρατεί στις ΗΠΑ, θα πωληθούν σε ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα μετά τους Αγώνες του 2016.

Ο Γκάφνεϊ έχει ερευνήσει και έχει γράψει εκτενώς για την ιστορία του γηπέδου. Ο ίδιος μου τόνισε ότι «το Μαρακανά ήταν γνωστό για τα μεγάλα πλήθη του, και πολλοί άνθρωποι αναφέρονται σε παιχνίδια λόγω του αριθμού των ανθρώπων που ήταν εκεί για να τα παρακολουθήσουν, όχι κατ ‘ανάγκη για το τί συνέβη στον αγωνιστικό χώρο».

Ωστόσο, όταν οι ποδοσφαιρικοί οπαδοί συζητήσουν για «το τί συνέβη στον αγωνιστικό χώρο», το κάνουν με συναίσθημα. Το Μαρακανά στη Βραζιλία «γεννήθηκε μέσα από τραυματικές συνθήκες». Χτίστηκε για να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950 – ένα τεράστιο τεχνικό έργο που προοριζόταν να επιδείξει τη δυναμική της Βραζιλίας ως αναδυόμενη χώρα της Λατινικής Αμερικής στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στον άτυπο τελικό του 1950, η Βραζιλία έχασε από την Ουρουγουάη 2-1 μπροστά σε περίπου 220.000 θεατές, το ένα δέκατο του συνολικού πληθυσμού του Ρίο εκείνη την εποχή. Ο Αλσίντες Γκίγκια, ο οποίος σκόραρε το νικητήριο γκολ της Ουρουγουάης σε εκείνο το καθοριστικό τελευταίο παιχνίδι, αναφέρει: «Σε όλη την ιστορία, μόνο τρεις άνθρωποι έχουν καταφέρει να κάνουν το Μαρακανά να σιωπήσει: Ο Πάπας, ο Φρανκ Σινάτρα, και εγώ». Το Μαρακανά είναι το στάδιο όπου έχουν παιχτεί οι αγώνες μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων ποδοσφαιρικών ομάδων του Ρίο – της Μποταφόγκο, της Φλαμένκο, της Φλουμινένσε και της Βάσκο ντα Γκάμα. Εκεί ο Πελέ σκόραρε το χιλιοστό γκολ του.

Το γήπεδο συμβολίζει τον εθνικό χαρακτήρα τόσο του ποδοσφαίρου όσο και της γιορτής. Θεωρείται επίσης ως μια αντανάκλαση των χειρότερων προβλημάτων της Βραζιλίας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Στη δεκαετία του 1970, του 1980 και του 1990, όταν οι πόλεις της Βραζιλίας πλήγονταν από την κακοδιαχείριση και τη φυγή κεφαλαίων, το ίδιο συνέβαινε και με το Μαρακανά.

Παρά το γεγονός ότι ήταν υπό κατάρρευση, και ακόμα και αφότου ένα τμήμα των κερκίδων κατέρρευσε το 1992, εξακολουθούσε να είναι το στάδιο με τη μεγαλύτερη χωρητικότητα παγκοσμίως.

Όταν η Βραζιλία άρχισε να διεισδύει περισσότερο στην παγκόσμια οικονομία και η FIFA άρχισε να φιλοξενεί εκδηλώσεις εδώ, ξεκινώντας με τα Παγκόσμια Πρωταθλήματα το 2000, υπήρξε μια τεράστια εξωτερική πίεση για την εξάλειψη των κερκίδων που φιλοξενούσαν όρθιους οπαδούς: Θα έπρεπε να δημιουργηθούν θέσεις πολυτελείας.

Η μετατροπή του άνω διαζώματος από ένα χώρο για τις μάζες σε ένα δαχτυλίδι θέσεων πολυτέλειας είναι εξαιρετικά ενοχλητική για τους οπαδούς του αθλήματος και τους θιασώτες του Μαρακανά. Ακριβώς όπως συμβολίζουν οι δραματικές αλλαγές του Μαρακανά, για πολλούς μια νέα, δύο επιπέδων βραζιλιάνικη κουλτούρα που αποκλείει τις μάζες, μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως ένα παράδειγμα από κάτι που μετατρέπεται ώστε να πουλήσει «αίσθηση Βραζιλίας» εις βάρος της πραγματικής ζωντανής Βραζιλίας: ακόμα ένα παράδειγμα όπου η κουλτούρα της Βραζιλίας μετατρέπεται σε εξαγωγικό προϊόν για την αγορά του εξωτερικού.

Ο περιορισμός της χωρητικότητας του Μαρακανά έχει προφανείς, συμβολικές προεκτάσεις. Η Βραζιλία πάντα – από το ξεκίνημά της, επέλεγε να παρουσιάσει τον εαυτό της ως ένα πολυπληθές μωσαϊκό, σε αντίθεση με την ιδέα του «χωνευτηρίου» που προωθείται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Τέντι Ρούζβελτ είχε καταφερθεί εναντίον ενός πολυπολιτισμικού ιδανικού, λέγοντας ότι «δεν υπάρχει χώρος [στις Ηνωμένες Πολιτείες] για έναν ιδιαίτερο Αμερικάνο», αλλά η Βραζιλία πάντα είχε μια διαφορετική προσέγγιση, η οποία απωθούσε την αφομοίωση ως ιδανικό.

Η Βραζιλία είναι ένα πλήθος από διαφορετικές ομάδες, αλλά ενωμένες όλες μαζί: κάτι ακόμα μεγαλύτερο από το επιμέρους άθροισμά τους. Το Μαρακανά ήταν ο τόπος όπου σχηματιζόταν το μωσαϊκό της πολιτιστικής ποικιλομορφίας, όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να βλέπουν τους εαυτούς τους στο πλαίσιο της χώρας υποδοχής τους. Αυτό είναι αρκετά δύσκολο να αλλάξει με τέτοιο δραματικό τρόπο. Επειδή ένας ευρωπαϊκός οργανισμός -η FIFA- λέει ότι «κανένας επίσημος διεθνής αγώνας δε μπορεί να πραγματοποιηθεί εάν υπάρχουν όρθιοι θεατές», δε σημαίνει ότι μπορούν να το ανεχθούν αυτό οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι. Όπως το έθεσε ο Γκάφνεϊ, είναι «μια προσβολή για τον πλούσιο πολιτισμό του γηπέδου».

Η Βραζιλία τώρα βιώνει μια κατάσταση πολύ παρόμοια με εκείνη στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου έχουν κατασκευαστεί τεράστια γήπεδα με δημόσια χρηματοδότηση: Οι άνθρωποι που πληρώνουν τους φόρους για την ανακατασκευή του Μαρακανά τώρα δεν μπορούν να αγοράσουν τα εισιτήρια για το Μαρακανά. «Ένα σύγχρονο γήπεδο που δεν μπορούν να εισέλθουν», όπως το έθεσε ο Γκάφνεϊ. Ο Αλβίτο, η φωνή του οποίου είναι γεμάτη με πάθος, τόνισε ότι το Μαρακανά «φτιάχτηκε για τα πλήθη. Τα πλήθη ουρλιάζουν. Τα πλήθη πετούν σκουπίδια. Κλαίνε. Δεν είναι μόνο η μείωση του αριθμού των θεατών από 200.000 σε 75.000 το πρόβλημα. Είναι το ποιοί θα μπορέσουν να μπουν μέσα στο γήπεδο. Είναι ο θάνατος του πλήθους».

Διαβάστε ακόμη:

Το βραζιλιάνικο Μουντιάλ και τα νέα διλήμματα των χορηγών

Nike: Όταν η διαφήμιση πλησιάζει τον κινηματογράφο

Σάμπα πολλών δισεκατομμυρίων

Πόσο κοστίζει κάθε ομάδα του Μουντιάλ;

Τα δέκα «αγαπημένα» ποδοσφαιρικά αστέρια των χορηγών

Το σκάνδαλο της FIFA τινάζει στον «αέρα» το Μουντιάλ του Κατάρ

Οι σέξι… νύχτες του Μουντιάλ