Θα εγκαταλείψουν κάποιες εταιρείες το λόμπι των όπλων μετά το αιματοκύλισμα στο Τέξας;

Θα εγκαταλείψουν κάποιες εταιρείες το λόμπι των όπλων μετά το αιματοκύλισμα στο Τέξας;
epa09976024 Texas Highway Patrol officers stand near a memorial of flowers at the scene of a mass shooting at the Robb Elementary School in Uvalde, Texas, USA, 25 May 2022. According to Texas officials, at least 19 children and two adults were killed in the shooting. The eighteen-year-old gunman was killed by responding officers. EPA/TANNEN MAURY Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

του Tristan Bove

Οι πυροβολισμοί της Τρίτης σε δημοτικό σχολείο στο Uvalde του Τέξας, που άφησαν πίσω τους 19 παιδιά και δύο δασκάλες νεκρές, είναι εκείνο το είδος του συγκλονιστικού γεγονότος που θα μπορούσε να αναγκάσει τον επιχειρηματικό κόσμο να πάρει θέση.

Οι εταιρείες σήμερα αναμένεται ολοένα και περισσότερο να τοποθετούνται απέναντι σε κοινωνικά ζητήματα και η αποτυχία τους να το πράξουν μπορεί να σημαίνει σοβαρές αντιδράσεις από πελάτες και υπαλλήλους. Τον Μάρτιο, η Walt Disney Company παρέμεινε αρχικά σιωπηλή σχετικά με τη νέα νομοθεσία της Φλόριντα που θα απαγόρευε τις συζητήσεις για τη σεξουαλική ταυτότητα και τον προσανατολισμό φύλου στην τάξη. Οι εργαζόμενοι της Disney ήταν δυσαρεστημένοι με αυτό, αναγκάζοντας την εταιρεία να αντιταχθεί δημοσίως στον κυβερνήτη της Φλόριντα για το νομοσχέδιο.

Ομοίως, όταν διέρρευσε στις αρχές Μαΐου η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που θα ανέτρεπε την απόφαση στην υπόθεση Roe v. Wade, ορισμένες μεγάλες εταιρείες, όπως η Apple και η Levi’s, υποσχέθηκαν δημοσίως ότι θα παρέχουν στους υπαλλήλους τους φροντίδα για την άμβλωση, ένα είδος ακτιβισμού που μπορεί να συμβεί ξανά σε πολιτείες με χαλαρούς νόμους περί όπλων.

«Πώς διαφέρει οτιδήποτε προσφέρουν στους υπαλλήλους τους γύρω από αυτό το θέμα σε σχέση με τα αναπαραγωγικά δικαιώματα;» δήλωσε στο Fortune ο Kris Brown, πρόεδρος της ομάδας προώθησης του ελέγχου της οπλοκατοχής Brady United. «Πολλοί άνθρωποι που σκέφτονται να εργαστούν και να δραστηριοποιηθούν σε ορισμένες από αυτές τις πολιτείες αισθάνονται ότι θα πρέπει να πληρώνονται ένα premium για να εργάζονται εκεί».

Στο παρελθόν, εταιρείες έχουν διακόψει τους δεσμούς τους με υποστηρικτές της οπλοκατοχής, όπως η Εθνική Ένωση Όπλων (NRA), μετά από φρικτά γεγονότα όπως αυτό που συνέβη στο Τέξας αυτή την εβδομάδα, και μπορεί να ακολουθήσουν και άλλες.

«Είναι ένα πρόβλημα για πολλούς εργοδότες αυτή τη στιγμή», δήλωσε ο Brown. «Αν δεν είναι εκεί έξω και δεν μιλούν γι’ αυτό, τότε πέφτουν χαμηλά στα μάτια των εργαζομένων τους».

Το λόμπι των όπλων της Αμερικής

Ιστορικά, οι εταιρείες έχουν καταστήσει σαφή τη στάση τους σε θέματα όπλων ευθυγραμμιζόμενες ή διακόπτοντας τους δεσμούς τους με την NRA.

Στο παρελθόν, η NRA κατηγόρησε τα βίαια βιντεοπαιχνίδια για τους πυροβολισμούς στα σχολεία και πρότεινε ότι η καλύτερη άμυνα εναντίον τους είναι να δοθούν στους δασκάλους δικά τους όπλα. Τις ώρες μετά τους πυροβολισμούς στο Uvalde, ορισμένοι πολιτικοί του Τέξας επανέφεραν στην επιφάνεια τις εκκλήσεις για οπλοφορία των εκπαιδευτικών, ως απάντηση στις απαιτήσεις του προέδρου Joe Biden για αυστηρότερους νόμους περί όπλων.

Η NRA, σημαντικός πολιτικός χορηγός, ασκεί σοβαρή πολιτική επιρροή. Οι ομάδες υπέρμαχων της οπλοκατοχής δαπάνησαν 15,8 εκατομμύρια δολάρια για λόμπι πέρυσι, ένα ποσό-ρεκόρ, επισκιάζοντας τα 2,9 εκατομμύρια δολάρια που δαπάνησαν οι οργανώσεις ελέγχου της οπλοκατοχής. Από αυτές τις ομάδες υπέρ της οπλοκατοχής, η NRA είναι η πιο ισχυρή, δαπανώντας κάθε χρόνο περισσότερα από ό,τι όλες οι άλλες ομάδες υπεράσπισης της οπλοκατοχής μαζί. Η NRA ξοδεύει περίπου 3 εκατομμύρια δολάρια ετησίως για λόμπι, αλλά σε αυτά δεν περιλαμβάνονται κονδύλια που είναι πιο δύσκολο να εντοπιστούν, όπως οι συνεισφορές σε επιτροπές πολιτικής δράσης και οι ανεξάρτητες δωρεές.

Χιλιάδες εταιρείες συνεργάζονται με την NRA λόγω του μεγάλου αριθμού μελών της ομάδας – η ίδια ισχυρίζεται ότι έχει περισσότερα από 5 εκατομμύρια μέλη, αν και ο αριθμός αυτός έχει αμφισβητηθεί στο παρελθόν.

Η NRA δημιούργησε την Business Alliance το 1992 για να «παρέχει στις επιχειρήσεις-μέλη της NRA ένα marketplace για την πώληση αγαθών και υπηρεσιών σε συναδέλφους μέλη της NRA», σύμφωνα με τον ιστότοπο της εταιρείας. Αλλά ενώ η συμμαχία εξακολουθεί να μετρά χιλιάδες επιχειρήσεις στις τάξεις της, πολλές έχουν αποχωρήσει από αυτήν στο παρελθόν.

Κόβοντας τους δεσμούς με την NRA

Δύο ένοπλες επιθέσεις τα τελευταία 10 χρόνια που ήταν παρόμοιες με αυτήν στο Uvalde ώθησαν πολλές εταιρείες να εγκαταλείψουν τη συμμαχία της NRA.

Αφότου ένας ένοπλος επιτέθηκε σε μαθητές στο δημοτικό σχολείο Sandy Hook το 2012, αφήνοντας πίσω του 20 παιδιά και έξι ενήλικες νεκρούς, οι εταιρείες με στενούς δεσμούς με την NRA κλήθηκαν από τους πελάτες τους να αποχωρήσουν από τις συμφωνίες της Business Alliance. Οι αντιδράσεις οδήγησαν τις διεθνείς ξενοδοχειακές αλυσίδες Best Western και Wyndham Group το 2017 να τερματίσουν τα προγράμματά τους που χορηγούσαν εκπτώσεις ξενοδοχείων σε μέλη της NRA.

Το 2018, εταιρείες από κλάδους όπως τα ταξίδια και οι ασφάλειες προέβησαν σε μια δήλωση διακόπτοντας τους δεσμούς με την Business Alliance της NRA μόλις μια εβδομάδα αφότου ένας ένοπλος σκότωσε 17 μαθητές σε λύκειο στο Πάρκλαντ της Φλόριντα.

Εταιρείες που είχαν ειδικές συνεργασίες με την NRA πριν από το Πάρκλαντ, όπως η Delta Airlines, η United Airlines, η First Bank of Omaha, η MetLife Insurance και πολλά γραφεία ενοικίασης αυτοκινήτων απέσυραν τις συμφωνίες τους με την Business Alliance εν μέσω καταιγισμού επικρίσεων από τους πελάτες.

Η μεταφορική εταιρεία FedEx ήταν μεταξύ των πιο ένθερμων αρνητών της διακοπής των δεσμών με την NRA, λέγοντας τότε ότι ποτέ δεν θα αναπροσάρμοζε τις τιμές της ή θα άλλαζε τους κανόνες της με βάση την «πολιτική, τις πεποιθήσεις ή τις θέσεις των πελατών της πάνω σε διάφορα θέματα». Αλλά ακόμη και η FedEx υποχώρησε τελικά τον Οκτώβριο του 2018, καθώς πολλές εταιρείες αισθάνθηκαν υποχρεωμένες να μιλήσουν για το θέμα.

«Δεν έχω ξαναδεί το τμήμα κινδύνου, το C-suite και τους εργοδότες να σκέφτονται γι’ αυτό το θέμα με αυτόν τον τρόπο», δήλωσε ο Brown.

Οι ακυρώσεις συμφωνιών με την Business Alliance και η κακή δημοσιότητα ήταν πλήγμα για την NRA, καθώς τα έσοδα της ένωσης είχαν πέσει από 280 εκατομμύρια δολάρια το 2018 σε 165 εκατομμύρια δολάρια το 2021, σύμφωνα με ανάλυση του ειδησεογραφικού πρακτορείου The Reload για την πολιτική των πυροβόλων όπλων. Η μείωση των εσόδων ήρθε καθώς οι δαπάνες για νομικές αμοιβές και πολιτικό lobbying άγγιξαν επίπεδα-ρεκόρ κατά την ίδια περίοδο.

Ωστόσο, πολλές εταιρείες εξακολουθούν να έχουν ενεργές συνεργασίες και σχέσεις με την NRA. Η Business Alliance της ομάδας έχει σήμερα 2.035 εταιρείες στον κατάλογό της, συμπεριλαμβανομένων δύο σε υπερπόντια αμερικανικά εδάφη, μία στον Καναδά και μία σε μη κατονομαζόμενη ξένη χώρα. Σε αυτές περιλαμβάνονται η εταιρεία επεξεργασίας πληρωμών με πιστωτικές κάρτες Clearent, η εταιρεία logistics TransGuardian και η υπηρεσία υποβολής φορολογικών δηλώσεων TaxAct.

Από τις οκτώ εταιρείες που διαφημίζουν δημόσια τις παροχές τους για τα μέλη της NRA στη σελίδα παροχών της NRA -συμπεριλαμβανομένων των τριών εταιρειών που αναφέρονται παραπάνω, της εταιρείας παροχής λογισμικού Orchid και τεσσάρων διαφορετικών τμημάτων ηλεκτρονικού εμπορίου και λιανικής πώλησης της εταιρείας ειδών ένδυσης εξωτερικού χώρου Gearfire – καμία δεν απάντησε στο αίτημα του Fortune για κάποιο σχόλιο σχετικά με το αν εξετάζουν το ενδεχόμενο να αποστασιοποιηθούν από την NRA μετά τους πυροβολισμούς στο Uvalde. Ωστόσο, ορισμένες εταιρείες χρειάστηκαν μήνες για να αλλάξουν την πολιτική τους μετά το μακελειό στο Πάρκλαντ, και μια παρόμοια διαδικασία θα μπορούσε να λάβει χώρα και αυτή τη φορά.

Ορισμένες εταιρείες που προηγουμένως ήταν υπέρ της οπλοκατοχής έχουν αντιστρέψει πορεία και έχουν γίνει ηχηροί υποστηρικτές του ελέγχου της οπλοκατοχής, όπως η εταιρεία λιανικής πώλησης Dick’s Sporting Goods. Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος Ed Stack έκανε την εταιρεία αιχμή του δόρατος του κινήματος μετά το Πάρκλαντ, απαγορεύοντας τις πωλήσεις όπλων σε περισσότερα από 100 καταστήματα.

Τα έσοδα της Dick’s αυξήθηκαν μετά την εφαρμογή αυτών των πολιτικών, εν μέσω βελτίωσης των πωλήσεων στα τοπικά καταστήματα που αντικατέστησαν τα όπλα με τοπικά εμπορεύματα.

«Οι εταιρείες εκεί έξω που πρωτοστατούν σε αυτό το θέμα θα ανταμειφθούν σε μεγάλο βαθμό στην αγορά», σημείωσε ο Brown, προσθέτοντας ότι το να ξεκαθαρίζουν τις θέσεις τους σε θέματα όπως ο έλεγχος των όπλων γίνεται αναπόφευκτο για τις εταιρείες.

«Είτε θα λάβουν τα εύσημα για τη λήψη αυτής της θέσης είτε θα δεχθούν ένα ‘χαστούκι’ επειδή άργησαν πάρα πολύ», κατέληξε.