The Clumsies: Οι «αδέξιοι» δεξιοτέχνες του fine drinking

The Clumsies: Οι «αδέξιοι» δεξιοτέχνες του fine drinking

Πώς τρεις νέοι βρήκαν την κατάλληλη συνταγή για το «κοκτέιλ», που τους οδήγησε στα καλύτερα µπαρ του κόσµου.

Oι δύσκολες εποχές είναι πολλές φορές η αφορµή για να γεννηθούν καινοτόµες και ενδιαφέρουσες ιδέες που, σε πείσµα των καιρών, όχι µόνο πετυχαίνουν, αλλά έχουν σηµαντικό αποτύπωµα στην αγορά και παράγουν αξία. Άλλωστε, αν ανατρέξουµε πίσω στον χρόνο, θα διαπιστώσουµε ότι, για παράδειγµα, τα κοκτέιλ, που σήµερα είναι πασίγνωστα και αναπόσπαστο µέρος της διασκέδασης παγκοσµίως, πρωτοεµφανίστηκαν την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Όταν τη δεκαετία του 1920 απαγορεύθηκε στις ΗΠΑ η κατανάλωση του αλκοόλ, δεν ήταν λίγα τα «Speakeasy» µπαρ που συνέχιζαν τη λειτουργία τους. Καθώς η ποιότητα των ποτών που διέθεταν ήταν κακή, οι τότε barmen άρχισαν να τα αναµειγνύουν µε χυµούς φρούτων, αναψυκτικά και µπαχαρικά, µε σκοπό να βελτιώσουν τη γεύση τους.

Στην Ελλάδα, το 2014, όταν τα αποτελέσµατα της οικονοµικής ύφεσης είχαν επηρεάσει όλους τους κλάδους της εγχώριας παραγωγής και δραστηριότητας, τρεις φίλοι, που µόλις είχαν εισέλθει στα 30, μαζί με τους διακεκριμένους Νίκο Μπάκουλη και Βασίλη Κυρίτση έφεραν τα πάνω κάτω στην αθηναϊκή διασκέδαση, δηµιουργώντας στην καρδιά της πόλης τον «βωµό» των κοκτέιλ, το The Clumsies Bar. Έχοντας ήδη στο ενεργητικό τους ένα επιτυχηµένο πρώτο εγχείρηµα, το Theory Βar στο Χαλάνδρι, τη γειτονιά όπου µεγάλωσαν, οι Λευτέρης Γεωργόπουλος, Γιώργος Καίσαρης και Θάνος Τσουνάκας οραµατίστηκαν το επόµενο µεγάλο βήµα: ένα µπαρ που µε τα κοκτέιλ του θα τοποθετήσει την Αθήνα στον διεθνή χάρτη του «fine drinking».

«Θελήσαµε να αλλάξουµε τη γνώµη που έχουν στην Ελλάδα για το τι σηµαίνει ποτό και το ποιοι είναι οι ιδιοκτήτες µπαρ. Εµείς, από την πρώτη στιγµή, λειτουργούµε όπως µια πολυεθνική. Γίνονται συνεχώς συναντήσεις για brainstorming, ταξιδεύουµε, κάνουµε έρευνα αγοράς και, στη συνέχεια, καταρτίζουµε το business plan. Υπάρχουν πολλοί συγκεκριµένοι στόχοι που θέλουµε να επιτευχθούν» αναφέρει ο Λευτέρης, µηχανολόγος-µηχανικός, µε τον Θάνο, αρχιτέκτονα εσωτερικών χώρων, να συµπληρώνει: «Πίσω από τα µαγαζιά µας, τις επιτυχηµένες εκδηλώσεις και τις διακρίσεις κρύβονται απίστευτες ώρες δουλειάς στο γραφείο».

Οι τρεις τους µοιράστηκαν την ιδέα του fine drinking µε δυο Έλληνες bartenders βραβευµένους µε «World Class» και µαζί έκαναν το όνειρό τους πραγµατικότητα. Το Clumsies (που σηµαίνει «αδέξιοι»), τρεις µήνες µετά το «ντεµπούτο» του και µε τα µέσα κοινωνικής  δικτύωσης ως βασικό σύµµαχο στην εξάπλωση της φήµης του, βρέθηκε στην τελική τετράδα των «Tales of the Cocktail», τα αντίστοιχα «Όσκαρ» των ποτών, στην κατηγορία «Best New Entry International».

Ακολούθησαν δεκάδες συµµετοχές σε διαγωνισµούς, µε επιτοµή την κατάκτηση της 22ης θέσης ανάµεσα στα 50 καλύτερα µπαρ του κόσµου για το 2015, ενώ στους κόλπους του Clumsies, που ήταν και παραµένει πάντα γεµάτο από θαµώνες, φιλοξενήθηκαν πασίγνωστοι mixologists από τη διεθνή σκηνή, προσφέροντας εξαιρετικά ποτά και την αίσθηση µιας ολοκληρωµένης fine drinking εµπειρίας στο κοινό.

Οι «αδέξιοι» παρουσίασαν ταυτόχρονα και το πρώτο pop up bar στη χώρα, το Palmitas, το οποίο έτυχε ευρείας αποδοχής. «Θέλαµε να κάνουµε κάτι πρωτοποριακό, και γι΄αυτό ανοίξαµε το πρώτο pop up bar, που, όπως φαίνεται, το έχουν αγκαλιάσει στην πόλη» επισηµαίνει ο Γιώργος, εξηγώντας πώς, στην ουσία, τους ενδιαφέρει να επενδύουν σε φρέσκα projects, χωρίς να έχουν ως βασικό σκοπό την αύξηση των κερδών. «Φυσικά και είναι σηµαντικό να έχουµε έσοδα, αλλά εξίσου µας γοητεύει το να φέρνουµε στον κόσµο ξεχωριστές προτάσεις µε φαντασµαγορικά concepts, µε πρώτο στόχο την καλύτερη δυνατή εµπειρία για τον πελάτη. Αν είναι κάτι πρωτοποριακό, ξέρουµε ότι θα αποδώσει στο µέλλον και οικονοµικά» καταλήγει ο Λευτέρης.  

Έναν χρόνο µετά, το 2016, το Clumsies αναρριχήθηκε στην 9η θέση της κατάταξης µε τα καλύτερα µπαρ στον κόσµο − διάκριση που επισφράγισε το «success story». Συνολικά, για τα δύο πρώτα µπαρ, επένδυσαν περισσότερα από 600.000 ευρώ, και µολονότι γνωρίζουν µεγάλη επιτυχία, δεν επαναπαύθηκαν στις δάφνες τους, αλλά άνοιξαν μαζί με τον Μανώλη Λυκιαρδόπουλο, λίγα µέτρα µακριά από το Clumsies, την πρώτη Vermuteria στην Ελλάδα, το Odori. Ο «βενιαµίν» της οικογένειας, ένας εναλλακτικός βοτανικός κήπος γεµάτος µεθυστικά αρώµατα από βερµούτ, έγινε επίσης στέκι και διαµόρφωσε την αγορά, καθώς δεκάδες άλλες βερµουτερίες εµφανίστηκαν πολύ γρήγορα στην πόλη.

Όσο προχωρά η συζήτησή µας, καταλαβαίνω ότι, στην πραγµατικότητα, δεν έχει τόση σηµασία να είναι κανείς ο «βασιλιάς της ιδέας», αλλά να µπορεί να εισαγάγει κάτι νέο ή τουλάχιστον όχι συνηθισµένο. «Δεν έχουµε φόβο να επιχειρήσουµε» δηλώνουν και συµφωνούν στο γεγονός ότι, ως ειδικοί στον κατασκευαστικό και αρχιτεκτονικό κλάδο, έχουν το πλεονέκτηµα να µπορούν να υλοποιούν τις ιδέες τους οι ίδιοι. Ξεκίνησαν έχοντας δανειστεί το µεγαλύτερο ποσό των επενδύσεών τους. Σήµερα, όµως, είναι 100% αυτοχρηµατοδοτούµενοι και απασχολούν 120 άτοµα ως προσωπικό. Ο Γιώργος τονίζει τη σηµασία της «κουλτούρας της εµπιστοσύνης» ανάµεσα στους συνεργάτες και τους εργαζοµένους, χωρίς τους οποίους, όπως συνοµολογούν, δεν θα είχαν καταφέρει τίποτα.

Στο προσεχές µέλλον µας επιφυλάσσουν εκπλήξεις εκτός συνόρων, µε τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και τη Σιγκαπούρη ως ενδεχόµενους στόχους, ενώ στην Ελλάδα ετοιµάζουν µια δυναµική είσοδο στον χώρο του coffee roaster. Salute! 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Fortune Ιουνίου που κυκλοφορεί, στο πλαίσιο του αφιερώματος 40under40