Το μεγάλο κύμα του σαουδαραβικού χρήματος

Το μεγάλο κύμα του σαουδαραβικού χρήματος
Η Σαουδική Αραβία είναι μια καταπιεστική μοναρχία ή μια χώρα ευκαιριών; Είναι και τα δύο. Και αυτό αποτελεί σπαζοκεφαλιά για επιχειρηματικούς και πολιτικούς ηγέτες.

Aπό την Vivienne Walt

Για τους περίπου 100.000 ανθρώπους που κατέκλυσαν τη VivaTech, τη μεγαλύτερη έκθεση τεχνολογίας της Ευρώπης, στο Παρίσι, νωρίτερα αυτό το καλοκαίρι, ήταν δύσκολο να μην προσέξουν το μεγάλο πράσινο περίπτερο κοντά στην κεντρική σκηνή. «Invest Saudi» αναγραφόταν σε έναν τοίχο, ενώ μια οθόνη έδειχνε τοπία της ερήμου με λαμπερά εργαστήρια ρομποτικής, ηλιακά πάρκα και πόλεις με ουρανοξύστες.

Έχουν περάσει σχεδόν πέντε χρόνια από τότε που η δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Jamal Khashoggi συγκλόνισε τον κόσμο.

«Η κατάσταση ήταν ατυχής, για να είμαστε ειλικρινείς» δήλωσε ο Abdulaziz Alhouti, επικεφαλής επενδύσεων της Jahez Group, μιας εταιρείας διανομής τροφίμων στο Ριάντ, αξίας 1,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά, όπως είπε στο Fortune, αυτές οι σκοτεινές μέρες έχουν περάσει. «Είναι κάτι που έχει μείνει πίσω μας» είπε ο πρώην τραπεζίτης. Οι Σαουδάραβες επιχειρηματίες έχουν σκοπό να κάνουν ακριβώς αυτό: να προχωρήσουν και να βγάλουν χρήματα. Και φαίνεται να λειτουργεί, καθώς οι επενδυτές επιστρέφουν δυναμικά. «Διανύουμε μια χρυσή εποχή» επισημαίνει ο Shakoor, ο οποίος επέστρεψε στο Ριάντ έπειτα από τέσσερα χρόνια σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο.

Πόσο χρυσή; Ένα στοιχείο είναι η φετινή λίστα Global 500 του Fortune. Στο Νο 2 βρίσκεται η Saudi Aramco, ο κρατικός πετρελαϊκός γίγαντας της χώρας, της οποίας τα έσοδα, ύψους 604 δισεκατομμυρίων δολαρίων, πέρυσι επισκίασαν εκείνα της Amazon (Νο 4) και της Apple (Νο 8). Η Aramco πλησιάζει τη Walmart, η οποία ηγείται της λίστας τα 16 από τα τελευταία 20 χρόνια. Η αξία της ξεπερνά τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια και είναι αξιοσημείωτη. Τα καθαρά κέρδη της Aramco ξεπέρασαν πέρυσι τα 159 δισεκατομμύρια δολάρια. Το γεγονός αυτό την καθιστά την πιο κερδοφόρα επιχείρηση στον κόσμο.

Για πολλούς Αμερικανούς και Ευρωπαίους ο ιλιγγιώδης πλούτος ενός κράτους 36 εκατομμυρίων ανθρώπων είναι… απεχθής. Αν σκέφτονται τη Σαουδική Αραβία, αυτό συμβαίνει για λόγους που η χώρα προτιμά να αγνοεί: τη δολοφονία του Khashoggi, τη φυλάκιση και τα βασανιστήρια των αντιφρονούντων, τον καταστροφικό πόλεμο στην Υεμένη και τη σύνδεση με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, στις οποίες οι 15 από τους 19 δράστες ήταν Σαουδάραβες.

Εν τω μεταξύ, Σαουδάραβες αξιωματούχοι και επιχειρηματίες δίνουν μια διαφορετική εικόνα, παρουσιάζοντας τη χώρα ως ακμάζουσα, σύγχρονη, νεανική. Είναι μια χώρα της οποίας ο ρυθμός ανάπτυξης (8,7%) πέρυσι ήταν ο μεγαλύτερος από κάθε άλλη οικονομία των G20.

Και εδώ έγκειται το πρόβλημα για τους δυτικούς επενδυτές και τις δυτικές εταιρείες. Και οι δύο εκδοχές είναι σωστές. Αυτό έχει πυροδοτήσει μια σύνθετη συζήτηση σχετικά με το ποιο αφήγημα –μια καταπιεστική μοναρχία ή μια χώρα ευκαιριών– θα επικρατήσει και αν είναι δυνατόν να συνυπάρξουν και τα δύο αφηγήματα.

Για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η απάντηση είναι σίγουρα αρνητική. Για τους επενδυτές ή όσους αναζητούν σαουδαραβικές επενδύσεις, όμως, η μάλλον άβολη συζήτηση είναι προτιμότερο να περιθωριοποιηθεί, καθώς το Βασίλειο διοχετεύει τα κέρδη του από το πετρέλαιο σε κλάδους από το γκολφ έως την τεχνολογία.

Στις αρχές Ιουνίου το ύψους 700 δισεκατομμυρίων δολαρίων Δημόσιο Ταμείο Επενδύσεων (PIF) της χώρας προέβη σε μια εντυπωσιακή κίνηση στο γκολφ στις ΗΠΑ. Υπό την προεδρία του πρίγκιπα διαδόχου Mohammed bin Salman, ευρέως γνωστού ως MBS, το PIF ξεπέρασε την αντίδραση των επαγγελματιών γκόλφερ και υπέγραψε μια συμφωνία που θα μετατρέψει τον οργανισμό LIV Golf και το PGA Tour, που μέχρι τώρα ήταν δύο ορκισμένοι αντίπαλοι, σε συνεργάτες που χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από τα χρήματα του PIF.

«Υπάρχει κάτι που… βρωμάει σχετικά με την πορεία που ακολουθείται, επειδή όλα γίνονται για τα χρήματα» δήλωσε ο γερουσιαστής Richard Blumenthal, Δημοκρατικός από το Κονέκτικατ, στους αξιωματούχους της PGA. «Η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας έχει το πλειοψηφικό μερίδιο».

Αλλά τα στελέχη υποστηρίζουν ότι δεν έχουν πολλές επιλογές. Αν αποφύγουν τους Σαουδάραβες, αυτοί μπορεί, ούτως ή άλλως, να αγοράσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία χωρίς καν να το καταλάβουν. «Αν παίρνουν μόνο πέντε παίκτες τον χρόνο, τότε σε πέντε χρόνια θα μας έχουν… ξεκοιλιάσει» δήλωσε στη Γερουσία ο Jimmy Dunne, αντιπρόεδρος της Piper Sandler, ο οποίος διαπραγματεύτηκε τη συμφωνία για το PGA Tour.

Τα τεράστια κέρδη από το πετρέλαιο της Aramco έχουν τροφοδοτήσει και άλλες αθλητικές επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων συμβολαίων που υπέγραψε το σαουδαραβικό επαγγελματικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου αυτό το καλοκαίρι με ορισμένους Ευρωπαίους παίκτες-σταρ. Αλλά, ενώ οι αθλητικές συμφωνίες έχουν γίνει πρωτοσέλιδα, το πραγματικό βάρος της αυξανόμενης παγκόσμιας επιρροής της Σαουδικής Αραβίας εκτείνεται πολύ πέρα από τα γήπεδα του γκολφ, του ποδοσφαίρου και του τένις.

2,1 ΤΡΙΣ. ΔΟΛΑΡΙΑ

Κεφαλαιοποίηση της Saudi Aramco, της τρίτης σε αξία και πρώτης σε κέρδη εταιρείας στον κόσμο.

Με μια… μάνικα μετρητών από έναν από τους πιο κρίσιμους πόρους του κόσμου (τους υδρογονάνθρακες) η χώρα έχει επενδύσει δεκάδες δισεκατομμύρια σε ξένα περιουσιακά στοιχεία, μερικά από αυτά κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ η Wall Street παρέπαιε. Μόνον οι επενδύσεις τους στις ΗΠΑ περιλαμβάνουν ποσοστό άνω του 60% της Lucid Motors, ενός κατασκευαστή ηλεκτροκίνητων οχημάτων στην Καλιφόρνια, συμμετοχές στην Uber και στις εταιρείες παιχνιδιών Activision Blizzard και Electronic Arts.

Και αυτό είναι μόνον η αρχή: Στο συνέδριο του Παρισιού, ο Badr al-Badr, αναπληρωτής υπουργός Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας, εκτίμησε ότι η χώρα θα επενδύσει περίπου 3,2 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2030. Ο MBS έχει δώσει εντολή στους επενδυτικούς φορείς να δημιουργήσουν διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια, στο πλαίσιο της στρατηγικής του Vision 2030 για τη μείωση της οικονομικής εξάρτησης της χώρας από το πετρέλαιο.

Το ενδιαφέρον είναι αμφίδρομο, καθώς οι δυτικές επιχειρήσεις αναζητούν ευκαιρίες για να επωφεληθούν από την ανθηρή οικονομία του Βασιλείου και τους πολίτες του, που ξοδεύουν πολλά.

Οι δυνατότητες για γιγαντιαίες συμφωνίες που εκτελούνται γρήγορα έχουν αποδειχθεί ακαταμάχητες για μικρές και μεγάλες εταιρείες. Στις τάξεις των παγκόσμιων ηγετών και των στελεχών επιχειρήσεων αυτό έχει προκαλέσει μια έντονη συζήτηση σχετικά με το αν αξίζει τον κόπο να επικρίνουμε τη Σαουδική Αραβία και να διακινδυνεύσουμε να στερηθούμε τέτοιες πλούσιες ανταμοιβές. Το ερώτημα έχει γίνει πιο επιτακτικό λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της αύξησης του πληθωρισμού, καθώς οι τιμές του πετρελαίου έχουν βαθύτατο αντίκτυπο στην τιμή των τροφίμων, του ηλεκτρικού ρεύματος και πολλών άλλων.

Το τελευταίο παράδειγμα είναι ο διορισμός τον Ιούλιο του Amin Nasser, διευθύνοντος συμβούλου της Aramco, στο διοικητικό συμβούλιο της BlackRock. Η επενδυτική εταιρεία και ο διευθύνων σύμβουλός της Larry Fink είναι γνωστοί για τη δέσμευσή τους στις αρχές ESG, και ο Fink αποσύρθηκε επιδεικτικά από ένα συνέδριο στο Ριάντ το 2018 μετά τη δολοφονία του Khashoggi. Όμως, ανακοινώνοντας τον διορισμό του Nasser, ο Fink υπογράμμισε την «ηγετική εμπειρία του Nasser, την κατανόηση του παγκόσμιου ενεργειακού κλάδου και των κινητήριων δυνάμεων της στροφής προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, καθώς και τη γνώση του για την περιοχή της Μέσης Ανατολής».

Ο Fink είναι απλώς ο τελευταίος επιχειρηματικός ηγέτης που «αγκαλιάζει» ανοιχτά μια συμμαχία με το Βασίλειο. Τον περασμένο Μάρτιο, δύο ημέρες αφότου ο MBS ανακοίνωσε τη δημιουργία της Riyadh Air, η οποία ανήκει εξ ολοκλήρου στο PIF, οι Σαουδάραβες έκαναν παραγγελία ύψους 37 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Boeing για 78 αεροσκάφη Dreamliner. «Δεν θα μπορούσαμε να είμαστε πιο ευχαριστημένοι με την παραγγελία, το μέγεθος, την κλίμακα» δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Boeing Dave Calhoun στο CNBC.

Παρόμοια μεταστροφή φαίνεται να έχει σημειωθεί μεταξύ των παγκόσμιων ηγετών. Πάρτε για παράδειγμα την Ουάσιγκτον: Το 2019 ο τότε υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ Biden υποσχέθηκε να καταστήσει τους Σαουδάραβες «παρίες, όπως είναι» και να διασφαλίσει ότι «θα πληρώσουν το τίμημα» για τη δολοφονία του Khashoggi, ο οποίος ζούσε στις ΗΠΑ και έγραφε για την Washington Post. Αλλά ως Πρόεδρος ο Biden προσγειώθηκε στο Ριάντ το 2022 και είχε θερμή χειραψία με τον νεαρό πρίγκιπα διάδοχο. Είχε έρθει για να ζητήσει μια χάρη από τον MBS: να διαθέσει περισσότερο πετρέλαιο στις παγκόσμιες αγορές, προκειμένου να μειωθεί ο πληθωρισμός και να αποτραπεί μια παγκόσμια ύφεση.

Αντ’ αυτού, κάποιους μήνες αργότερα, η ομάδα των 13 πετρελαιοπαραγωγών χωρών του ΟΠΕΚ, στην οποία η Σαουδική Αραβία είναι ο κυρίαρχος «παίκτης», μείωσε τις παγκόσμιες πωλήσεις πετρελαίου κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. Η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας επέμεινε ότι η απόφαση δεν ήταν πολιτική. Αλλά με μια κίνηση ο MBS είχε αποδείξει τη δύναμή του έναντι του 80χρονου Biden και άλλων δυτικών ηγετών.

Αυτή η δύναμη μπορεί να εντοπιστεί σε μια εταιρεία: Saudi Aramco. Με περισσότερα από 267 δισεκατομμύρια βαρέλια αποθεμάτων πετρελαίου και περίπου 8,5 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, η χώρα πουλάει περίπου 10 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, καλύπτοντας περίπου το 10% της παγκόσμιας κατανάλωσης. Αλλά αντλεί πολύ περισσότερα, και μάλιστα απίστευτα φθηνά: Η παραγωγή ενός βαρελιού πετρελαίου κοστίζει λίγο περισσότερο από οκτώ δολάρια, σε σύγκριση με το μέσο κόστος των 53 δολαρίων το βαρέλι στις ΗΠΑ. Η αποθήκευση του πλεονάζοντος μαύρου χρυσού επιτρέπει στη χώρα να αυξάνει ή να μειώνει τις εξαγωγές επηρεάζοντας τις παγκόσμιες τιμές του.

Είδα την πηγή αυτής της επιρροής από πρώτο χέρι όταν ανέβηκα σε ένα αεροπλάνο της Aramco βαθιά μέσα στην έρημο Ρουμπ Αλ Καλί του Βασιλείου το 2017. Τα κοιτάσματα πετρελαίου Shaybah της Aramco μοιάζουν να εκτείνονται στο άπειρο ή, τουλάχιστον, μέχρι τους τερματικούς σταθμούς εξαγωγής της.

Η παραγωγή ενός βαρελιού πετρελαίου κοστίζει στη Σαουδική Αραβία σχεδόν 8 δολάρια. Το μέσο κόστος στις ΗΠΑ φτάνει τα 53 δολάρια το βαρέλι.

Ο κόσμος μπορεί να κάνει ελάχιστα πράγματα για να μειώσει τη σημασία των κοιτασμάτων αυτών, δεδομένης της εξάρτησής του από τα ορυκτά καύσιμα. Παρά τους σαρωτικούς στόχους των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μετάβαση στην «πράσινη» ενέργεια, ο κόσμος εξακολουθεί να καταναλώνει περίπου 100 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα.

Οι Σαουδάραβες σκοπεύουν να βασιστούν σε αυτό το πλεονέκτημα επενδύοντας σημαντικά στη δημιουργία μιας εγχώριας «πράσινης» οικονομίας – προσπάθειες που οι κλιματικές ομάδες έχουν απορρίψει ως «greenwashing» ή ως ανούσια δημιουργία ενός θετικού image. Ο MBS έχει δηλώσει ότι το έθνος της ερήμου, που αισθάνεται τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής με τη μορφή της ξηρασίας, ακραίων καιρικών φαινομένων και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, θα μηδενίσει το αποτύπωμα άνθρακα μέχρι το 2060. Δεκάδες ηλιακά και αιολικά έργα βρίσκονται υπό κατασκευή, σε μια προσπάθεια αναβάθμισης του δικτύου της χώρας, το οποίο λειτουργεί κατά 40% με ορυκτά καύσιμα.

Και όμως, σε ένα φαινομενικό παράδοξο, η κυβέρνηση έχει δώσει εντολή στην Aramco να αυξήσει την παραγωγή σε πολύ περισσότερα από 13 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα μέχρι το 2027. Εάν οι δυτικές πετρελαϊκές εταιρείες περιορίσουν την παραγωγή τους από ορυκτά καύσιμα, όπως έχουν δηλώσει ότι σκοπεύουν να κάνουν, η Aramco θα μπορούσε να γίνει ακόμη πιο κομβικός παραγωγός.

Η χώρα διοχετεύει επίσης δισεκατομμύρια στην έρευνα και ανάπτυξη «πράσινης» τεχνολογίας, αναζητώντας νέες χρήσεις για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Αυτά τα έργα «πράσινης» τεχνολογίας χρηματοδοτούνται πλουσιοπάροχα. «Πρόκειται ουσιαστικά για λευκή επιταγή» λέει ο Mudhyan al-Mudhyan της National Energy Services Co., η οποία συμβάλλει στην αναβάθμιση του δικτύου για χιλιάδες κτίρια γραφείων και πολυκατοικίες στο Ριάντ.

Αυτή η στρατηγική θα χρειαστεί παγκόσμιους εταίρους και πελάτες, ιδιαίτερα στη Δύση. Και πολλές αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες εμφανίζονται πρόθυμες.
Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στο Παρίσι. Τρεις ημέρες μετά τη VivaTech, το υπουργείο του al-Badr φιλοξένησε ένα επενδυτικό συνέδριο στην πόλη όπου γαλλικές επιχειρήσεις υπέγραψαν συμφωνίες με σαουδαραβικές νεοφυείς επιχειρήσεις.

Και αργότερα το ίδιο βράδυ, μια αυτοκινητοπομπή πολυτελών σεντάν συνόδευσε τον MBS σε ένα αριστοκρατικό δείπνο στο κέντρο του Παρισιού, όπου το βασίλειο παρουσίασε την προσφορά του για τη φιλοξενία της Παγκόσμιας Έκθεσης 2030 – ένα εξάμηνο υπερθέαμα στο οποίο περισσότερες από 100 χώρες θα διοργανώσουν εκθέσεις και εκδηλώσεις, προσελκύοντας ενδεχομένως εκατομμύρια επισκέπτες.

Παρά την ανταγωνιστική προσφορά της Ρώμης, ο Γάλλος Πρόεδρος Emmanuel Macron υποστήριξε τους Σαουδάραβες, εξοργίζοντας τους υπόλοιπους Ευρωπαίους ηγέτες. Στο Παρίσι, ο Macron παρέθεσε στον διάδοχο του θρόνου γεύμα στο πολυτελές Μέγαρο των Ηλυσίων, ενώ το γραφείο του δήλωσε αργότερα ότι ο Πρόεδρος εξέφρασε «την επιθυμία των γαλλικών εταιρειών να συνεχίσουν να υποστηρίζουν το φιλόδοξο Όραμα 2030».

Καθισμένη στην κορυφή τεράστιων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων, με εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε έσοδα, η Σαουδική Αραβία έχει σίγουρα μεγάλες φιλοδοξίες. Και πολλοί επενδυτές φαίνεται να είναι πρόθυμοι να τις στηρίξουν.

*Το άρθρο δημοσιεύεται στο νέο τεύχος Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα και περιλαμβάνει τη λίστα 40UNDER40 2023

**Εικονογράφηση: Nicolas Ortega

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: