«Ο ΑΔΜΗΕ θα συνεχίσει να εγγυάται την ενεργειακή ασφάλεια και θα αξιοποιήσει όλους τους πόρους που διαθέτει προς όφελος της κοινωνίας»

«Ο ΑΔΜΗΕ θα συνεχίσει να εγγυάται την ενεργειακή ασφάλεια και θα αξιοποιήσει όλους τους πόρους που διαθέτει προς όφελος της κοινωνίας»
Ο Πρόεδρος και CEO του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, μιλάει στο Fortune για τον εντυπωσιακό μετασχηματισμό των τελευταίων ετών, αλλά και το όραμά του για το μέλλον του οργανισμού, για την πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης και τον ρόλο της τεχνολογίας ως προϋπόθεσης για την «ενεργειακή δημοκρατία».

Τα τελευταία περίπου 4,5 χρόνια που έχουν µεσολαβήσει από τον ιδιοκτησιακό διαχωρισµό του ΑΔΜΗΕ άλλαξαν το πρόσωπο του οργανισµού, ο οποίος πλέον είναι ένας από τους µεγαλύτερους ενεργειακούς επενδυτές στη χώρα. Ο ρόλος του τόσο ως «θεµατοφύλακας» του εθνικού συστήµατος µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας όσο και ως ενός από τους «εγγυητές» για την πολυπόθητη «πράσινη» µετάβαση και την απανθρακοποίηση, που αποτελούν κεντρικούς στόχους της πολιτείας µέχρι το 2030, είναι κοµβικός.

Ο ΑΔΜΗΕ, κατά τα τελευταία τεσσεράµισι χρόνια, µε επικεφαλής τον Μάνο Μανουσάκη, µεταµορφώθηκε, κατά κοινή οµιλογία, προς το καλύτερο. Μιλάµε για µια επιχείρηση µε ισχυρό τον ρόλο του Δηµοσίου (βασικός µέτοχος µε 51%) και, όπως όλοι γνωρίζουµε στην Ελλάδα, δεν είναι το πλέον συνηθισµένο να κρατάει η µια κυβέρνηση τα στελέχη που τοποθετήθηκαν από την προηγούµενη…

Με πορεία χρόνων στην ελεύθερη αγορά και κυρίως στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών (Όµιλος ΟΤΕ), αλλά και σε θέσεις όπως η Γενική Γραµµατεία του υπουργείου Ανάπτυξης το 2015, ο πρόεδρος και CEO του ΑΔΜΗΕ οδήγησε µαζί µε το επιτελείο του τον οργανισµό σε µετασχηµατισµό, σε µια περίοδο που η ανάγκη για ενεργειακή µετάβαση, η κλιµατική κρίση και η ψηφιοποίηση των πάντων έφεραν νέες προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες. Βασικό «όχηµα» του µετασχηµατισµού η ανάπτυξη κρίσιµων νέων έργων, ο εκσυγχρονισµός υφιστάµενων υποδοµών (ενδεικτικά την περίοδο 2018-2021 οι επενδύσεις στο σύστηµα µεταφοράς άγγιξαν το 1,12 δισ. ευρώ, υπερδιπλάσιες από την περίοδο 2013-2016), αλλά και η µετατροπή του ΑΔΜΗΕ σε µια τεχνολογική εταιρεία αξιοποίησης υποδοµών και τεχνογνωσίας, για την παροχή υπηρεσιών προστιθέµενης αξίας.

Τον συναντήσαµε στα κτίρια του οργανισµού, σε µια ανοιχτή συζήτηση για το ενεργειακό µέλλον της χώρας, τις τεκτονικές αλλαγές που συντελούνται στον ευρωπαϊκό ενεργειακό χάρτη, την «ενεργειακή δηµοκρατία» και τα επόµενα βήµατα του ΑΔΜΗΕ.

Την τελευταία διετία βιώνουμε την κλιματική κρίση, με ακραίες θερμοκρασίες και πρωτοφανούς έντασης καιρικά φαινόμενα. Τις τελευταίες εβδομάδες ζούμε επίσης μια κρίση τιμών στην Ενέργεια, η οποία ξεκίνησε από την αγορά φυσικού αερίου και έχει διαχυθεί πλέον σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Υπάρχει κοινή απάντηση και στις δύο αυτές κρίσεις;

Αναφέρατε δύο βασικές πτυχές της σύγχρονης κρίσης: η µία είναι η κλιµατική κρίση και η άλλη η κρίση των τιµών του φυσικού αερίου. Αυτήν τη στιγµή, προφανώς, η απάντηση είναι η ταχύτερη µετάβαση στις Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Η µετάβαση, όµως, στις ΑΠΕ χρειάζεται να υποστηριχθεί και από τα αντίστοιχα συστήµατα αποθήκευσης, προκειµένου να διασφαλίζεται η επάρκεια του συστήµατος. Γνωρίζουµε π.χ. ότι τη νύχτα δεν έχουµε φωτοβολταϊκά, όταν δεν φυσάει δεν έχουµε τον άνεµο, και άρα, επειδή πρόκειται για στοχαστικές µορφές ενέργειας, είµαστε υποχρεωµένοι να αναπτύξουµε συστήµατα αποθήκευσης αν θέλουµε να πάµε σε µια πιο γρήγορη µετάβαση. Είναι σηµαντικό ότι το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προχωρά το ρυθµιστικό πλαίσιο γύρω από αυτό το θέµα, κάτι που περιµένει η αγορά, την ώρα που η τεχνολογία της αποθήκευσης αναπτύσσεται γρήγορα σε όλο τον κόσµο. Οι εξελίξεις σε αυτόν τον τοµέα θα καθορίσουν µέσα στην επόµενη πενταετία την ταχύτητα της «πράσινης» µετάβασης, τη δυναµική της και σε µεγάλο βαθµό, µεσοπρόθεσµα, την επιτυχία της.

H μετάβαση στην «καθαρή» ενέργεια κρίνεται, λοιπόν, απαραίτητη. Πώς, όμως, μπορεί να είναι παράλληλα και βιώσιμη;

Υπάρχουν πάρα πολλές πτυχές που αφορούν στη βιωσιµότητα. Πρώτα απ’ όλα, η ίδια η µετάβαση στην «καθαρή» ενέργεια είναι ένας από τους βασικούς στόχους βιωσιµότητας του ΟΗΕ, αλλά πέραν αυτού πρέπει να συνοδεύεται και από την κοινωνική βιωσιµότητα του εγχειρήµατος. Διότι σήµερα απασχολούνται πολλοί άνθρωποι στους κλάδους εκείνους που θα εκλείψουν το επόµενο διάστηµα, όταν φύγουµε δηλαδή από την κατανάλωση ορυκτών καυσίµων για την παραγωγή ενέργειας, και έτσι πρέπει να βρεθούν τρόποι από τα κράτη προκειµένου να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή, καθώς προχωράµε σε αυτήν τη µετάβαση. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγµα της Δυτικής Μακεδονίας και είναι ενθαρρυντικό το ότι η Πολιτεία, όχι µόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ευρώπη, σε αντίστοιχες περιπτώσεις υιοθετεί προγράµµατα δίκαιης µετάβασης, προκειµένου να είναι εφικτός αυτός ο στόχος.

Συμφωνείτε ότι η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα πρέπει να γίνει γρήγορα; Και αν ναι, πώς αυτή η απεξάρτηση δεν θα προκαλέσει «αρρυθμίες» στην αγορά ενέργειας;

Από τη σκοπιά του θεσµικού µας ρόλου ως διαχειριστή µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, και δεδοµένης της έντασης της κλιµατικής κρίσης, σας απαντάω ότι η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιµα και η «πράσινη» µετάβαση έπρεπε να είχαν συµβεί «χθες», καθώς έχουµε αργήσει πολύ. Πρακτικά, εφόσον προχωρήσει γρήγορα το ζήτηµα της αποθήκευσης που περιέγραψα παραπάνω, τότε µπορούµε να πάµε απευθείας σε πιο καθαρές µορφές ενέργειας. Σε διαφορετική περίπτωση είναι ουτοπικό να λέµε ότι δεν θα στηριζόµαστε εν µέρει, κατά τη διάρκεια της µεταβατικής περιόδου, στο φυσικό αέριο, που είναι το κύριο µεταβατικό καύσιµο, αλλά και στον λιγνίτη, όταν θα έχουµε κρίσεις αυτού του επιπέδου, όπως η τρέχουσα των αυξηµένων τιµών φυσικού αερίου. Το επόµενο τετράµηνο υπάρχει εκτίµηση για τιµές της τάξεως των 200 ευρώ µε 220 ευρώ τη µεγαβατώρα, άρα περιµένουµε δύσκολα πράγµατα µπροστά µας. Συνεπώς, πρέπει όλο αυτό να αντιµετωπίζεται ισορροπηµένα και −θα πρόσθετα− µε ρεαλισµό, αλλά και µε απόλυτη στόχευση στην επίτευξη της µετάβασης.

Πού πρέπει να επενδύσουμε ως χώρα ώστε να προλάβουμε το «τρένο» της ενεργειακής μετάβασης, χωρίς να διακυβεύεται η ενεργειακή επάρκεια;

Πάµε πολύ καλά ήδη όσον αφορά στην ταχύτητα µε την οποία προστίθεται ισχύς στο ενεργειακό σύστηµα, η οποία προέρχεται από Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειας. Έχουµε «τσουνάµι» αιτήσεων για σύνδεση στο σύστηµα νέων έργων ΑΠΕ, κυρίως φωτοβολταϊκών, αλλά και αιολικών πάρκων. Μέσα στα επόµενα χρόνια, προβλέπουµε ότι θα πιάσουµε τους στόχους, αλλά δεν θα έχουµε πετύχει αντίστοιχα τους στόχους ως προς την επάρκεια, αν δεν αναπτύξουµε ταυτόχρονα συστήµατα αποθήκευσης. Αυτό το επαναλαµβάνω, καθώς ο ΑΔΜΗΕ λειτουργεί ως ο «θεµατοφύλακας» της επάρκειας του συστήµατος. Είναι υπεύθυνος δηλαδή ούτως ώστε οι µονάδες να λειτουργούν όπως πρέπει και το δίκτυο µεταφοράς να συντηρείται και να λειτουργεί σωστά, προκειµένου να υπάρχει επάρκεια στη χώρα. Άρα, από εµάς θα ακούτε πάντα ότι χρειαζόµαστε αρκετή παραγωγή, χρειαζόµαστε ισχυρό δίκτυο µεταφοράς, ανθεκτικό, που σηµαίνει ότι πρέπει συνεχώς να κάνουµε επενδύσεις προκειµένου να γίνεται ακόµη καλύτερο. Και, βεβαίως, θα ακούτε ότι είµαστε υπέρ του να µπαίνουν ανανεώσιµες πηγές ενέργειας στο σύστηµα και είµαστε έτοιµοι να εξυπηρετήσουµε αυτή την είσοδο µε νέες επενδύσεις, είτε σε υποβρύχιες διασυνδέσεις, είτε σε υπέργειο σύστηµα, προκειµένου να συνδέσουµε όλα αυτά τα καινούργια πάρκα.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια και επενδυτικά πλάνα του ΑΔΜΗΕ;

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και το εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίµα, ο ΑΔΜΗΕ συνδράµει µε τα έργα που κάνει στον τοµέα µεταφοράς ενέργειας. Ήδη τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει αυξηθεί σε µεγάλο βαθµό η βάση του ΑΔΜΗΕ, δηλαδή έχει ενισχυθεί το σύστηµα µεταφοράς της χώρας τόσο στο ηπειρωτικό όσο και στο νησιωτικό τµήµα.

Ήταν µια στρατηγική επιλογή και θα συνεχιστεί. Έως το 2030 ο στόχος είναι µε ένα επενδυτικό πλάνο της τάξης των πέντε δισεκατοµµυρίων ευρώ να έχουµε διασυνδέσει όλα τα νησιά της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, λόγω της απότοµης επιτάχυνσης της κλιµατικής κρίσης, προσαρµοζόµαστε και επενδύουµε στην ανθεκτικότητα του συστήµατος. Με τα έργα ανάπτυξης του Συστήµατος Μεταφοράς, µέχρι το τέλος της δεκαετίας ο ηλεκτρικός χώρος που θα έχει δηµιουργηθεί θα είναι της τάξης των 17 GW, µε στόχο την απορρόφηση νέων Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας στο µείγµα παραγωγής, ξεπερνώντας τους εθνικούς στόχους για την Ενέργεια και το Κλίµα κατά 2 GW.

Σε αυτό το σηµείο θα ήθελα να επισηµάνω τα πολλαπλά οφέλη των «πράσινων» επενδύσεων του ΑΔΜΗΕ. Οι διασυνδέσεις των νησιών στο ηπειρωτικό Σύστηµα Μεταφοράς έχουν ένα ισχυρό περιβαλλοντικό πρόσηµο, καθώς µε την ηλέκτρισή τους σηµατοδοτούν αυτοµάτως την απόσυρση των ρυπογόνων, τοπικών σταθµών ηλεκτροπαραγωγής, που χρησιµοποιούν κυρίως πετρέλαιο ή µαζούτ και έχουν ιδιαίτερα υψηλό κόστος λειτουργίας, και την εξασφάλιση αξιόπιστης ηλεκτροδότησης από την ηπειρωτική χώρα. Η απόσυρση αυτών των µονάδων έχει ως αποτέλεσµα τον δραστικό περιορισµό των εκποµπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατµόσφαιρα, την κατακόρυφη µείωση των ρύπων που παράγονται από τη λειτουργία τους και, τελικά, την πολύ µικρότερη όχληση τόσο για τους κατοίκους όσο και για τους επισκέπτες των διασυνδεόµενων νησιών. Επιπλέον, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις εξασφαλίζουν φθηνότερο ρεύµα για όλους µε τη σταδιακή µείωση των χρεώσεων Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας, των χρηµάτων δηλαδή που πληρώνουν όλοι οι καταναλωτές προκειµένου να καλυφθεί το υπέρογκο κόστος ηλεκτροπαραγωγής µε υγρά καύσιµα στα µη διασυνδεδεµένα νησιά. Με τα έργα που έχουν πραγµατοποιηθεί την τελευταία τριετία η εξοικονόµηση αυτή αγγίζει τα 500 εκατ. ευρώ, ενώ αναµένεται να ανέλθει σε 1,5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση µέχρι το 2030.

Έως το 2030 ο στόχος είναι µε ένα επενδυτικό πλάνο της τάξης των πεντεδισεκατοµµυρίων ευρώ να έχουµε διασυνδέσει όλα τα νησιά της Ελλάδας.

Οι τεκτονικές αλλαγές που συντελούνται στον ευρωπαϊκό ενεργειακό χάρτη, τόσο σε επίπεδο ενεργειακής μετάβασης όσο και σε επίπεδο ενοποίησης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, καθιστούν επιβεβλημένο τον ψηφιακό μετασχηματισμό του οργανισμού σε όλα τα επίπεδα. Ποια είναι η στρατηγική σας όσον αφορά στην ψηφιοποίηση κρίσιμων υποδομών;

Η ψηφιοποίηση του ηλεκτρικού συστήµατος είναι µια διαδικασία που συµβαίνει σε όλα τα συστήµατα µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Στον ΑΔΜΗΕ έχουµε εστιάσει σε αυτή την κατεύθυνση. Και δεν αναφέροµαι απλά στην εσωτερική ψηφιακή µετάβαση του οργανισµού, αλλά κυρίως στην ψηφιοποίηση του ελέγχου των «σκληρών» ηλεκτρικών συστηµάτων, όπως στην περίπτωση του Κέντρου Υπερυψηλής Τάσης Αχαρνών. Ο τρόπος µε τον οποίο ελέγχουµε ηλεκτρικά στοιχεία του συστήµατος ψηφιοποιείται. Αυτό µας κάνει να έχουµε τη δυνατότητα να ανταποκρινόµαστε πιο γρήγορα σε κάθε πιθανό συµβάν και να συντηρούµε το δίκτυο µε αποδοτικότητα.

Μιλάτε συχνά για τον ρόλο της τεχνολογίας στην Ενέργεια. Πώς τα open data, η διαχείρισή τους και η θωράκιση του Συστήματος Μεταφοράς μέσω της κυβερνοασφάλειας μπορούν να οδηγήσουν σε αυτό που ονομάζουμε «Ενεργειακή Δημοκρατία»;

Ναι, βεβαίως, πρόκειται για ένα σοβαρό θέµα. Το ζήτηµα των ανοιχτών δεδοµένων απασχόλησε τον κλάδο της µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας τα τελευταία χρόνια. Εδώ υπάρχουν δύο βασικά ζητήµατα: το ένα είναι να γνωρίζει κάθε καταναλωτής είτε είναι βιοµηχανικός είτε είναι οικιακός, τι ακριβώς συµβαίνει στο σύστηµα µεταφοράς της χώρας, δηλαδή ανά πάσα στιγµή πόση ενέργεια παράγεται από ανανεώσιµες πηγές, πόση ενέργεια παράγεται από φυσικό αέριο, από υδροηλεκτρικά, πόση ενέργεια έρχεται από τις διασυνδέσεις, προκειµένου να γνωρίζει µε διαφάνεια και σε πραγµατικό χρόνο τι ενεργειακό µείγµα καταναλώνει, τι εισάγουµε από ενέργεια, ποιες είναι οι τιµές κ.λπ. Το δεύτερο ζήτηµα είναι να προστατευτούµε από το κυβερνοέγκληµα, το οποίο αυτήν τη στιγµή ανεβαίνει πολύ ψηλά στις προτεραιότητες των διαχειριστών, καθώς τα τελευταία τρία χρόνια τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στις Ηνωµένες Πολιτείες σηµειώθηκαν επιθέσεις. Η προστασία µας απέναντι σε αυτές αφορά στην προστασία του ίδιου του καταναλωτή από απειλές που µπορεί να οδηγήσουν π.χ σε µπλακ άουτ. Όλο αυτό σχετίζεται άµεσα µε αυτό που ονοµάζουµε «ενεργειακή δηµοκρατία».

Ό Α∆ΜΗΕ πλέον εξελίσσεται σε τεχνολογική εταιρεία αξιοποίησης υποδοµών και τεχνογνωσίας για την παροχή υπηρεσιών προστιθέµενης αξίας, και αυτό είναι το επόµενο βήµα.

Έχετε δηλώσει ότι για να μπορέσουμε να υπερβούμε τις προκλήσεις τις ενεργειακής μετάβασης πρέπει να υπάρχει μία αίσθηση σκοπού. Ποιον ρόλο παίζουν π.χ. σε αυτό οι διεθνείς διασυνδέσεις;

Όταν θέλουµε να πετύχουµε πράγµατα τα οποία είναι δύσκολα, πρέπει να αναγνωρίσουµε την πρόκληση και να την αντιµετωπίσουµε, να κάνουµε κάτι µε συγκεκριµένο σκοπό. Αυτό ισχύει, για παράδειγµα, στο ζήτηµα της µετάβασης στην Ευρώπη από το φυσικό αέριο στις ΑΠΕ, η οποία έχει τις δικές της δυσκολίες και για να τις ξεπεράσουµε µπορούµε να συνεργαστούµε µε χώρες όπως η Αίγυπτος ή το Ισραήλ, που µπορούν να εξάγουν ενέργεια και τεχνογνωσία προς την ήπειρό µας. Η ενδυνάµωση του γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας αποτελεί στόχο σε εθνικό επίπεδο και στο πλαίσιο αυτό ο ρόλος των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας (ολοκλήρωση υφιστάµενων και σχεδιασµός νέων) είναι σηµαντικός. Το ίδιο ισχύει και σε ό,τι αφορά την εµβάθυνση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά και ευρύτερα η αίσθηση του σκοπού έχει να κάνει µε τον ρόλο µας. Ο ΑΔΜΗΕ, όπως και άλλες εταιρείες που έχουν µονοπωλιακά assets, διαθέτουν υποδοµές τις οποίες δεν είχαν αξιοποιήσει προς όφελος της κοινωνίας και των µετόχων, που κατά κύριο λόγο ήταν το ελληνικό Δηµόσιο. Σκοπός, λοιπόν, είναι να µετατρέψουµε τον ΑΔΜΗΕ από εταιρεία που εκµεταλλεύεται µόνο το δίκτυο µεταφοράς σε µια εταιρεία που εκµεταλλεύεται όλες τις υποδοµές που διαθέτει, προκειµένου να παραγάγει όφελος για την κοινωνία. Και όταν αναφέροµαι σε υποδοµές, εννοώ τόσο την ανάπτυξη του δικτύου οπτικών ινών µέσω της θυγατρικής µας Grid Telecom, όσο και την ανάπτυξη π.χ ενός data center, την αξιοποίηση του στόλου που διαθέτουµε και τη δραστηριοποίησή µας ακόµη και στον τοµέα του Real Estate. Nα εκµεταλλευτούµε, δηλαδή, όσους πόρους διαθέτουµε, προκειµένου να αποδώσουµε το µεγαλύτερο δυνατό όφελος και στους µετόχους µας, αλλά πρώτιστα στην ελληνική κοινωνία.

Πόσο εύκολο, όμως, είναι να εφαρμοστεί ένα αποτελεσματικό μοντέλο διοίκησης σε έναν οργανισμό όπως ο ΑΔΜΗΕ, στη διοίκηση του οποίου συνυπάρχει το δημόσιο ως βασικός μέτοχος και ένας ιδιώτης στρατηγικός επενδυτής;

Κοιτάξτε, εδώ επανερχόµαστε στην αίσθηση του σκοπού. Είναι πλέον από όλους αποδεκτό στην Ελλάδα ότι ο µετασχηµατισµός του δηµοσίου τοµέα σε ένα µοντέλο αποδοτικότερο από ό,τι το γνωρίζαµε είναι απολύτως απαραίτητος ώστε η χώρα να περάσει στη νέα εποχή, η οποία περιλαµβάνει τον ενεργειακό µετασχηµατισµό, τον ψηφιακό µετασχηµατισµό και τον «πράσινο» µετασχηµατισµό. Χωρίς έναν δηµόσιο τοµέα πιο αποδοτικό αυτό δεν µπορεί να γίνει. Αυτά τα τελευταία τέσσερα χρόνια προσπαθήσαµε ιδιαίτερα και προσπαθούµε να κάνουµε τον ΑΔΜΗΕ, ο οποίος είναι υπό δηµόσιο έλεγχο σε ποσοστό 51%, ολοένα και πιο αποδοτικό. Αυτός είναι ο στόχος µας για το µέλλον, προκειµένου να καταστεί σαφές ότι είναι εφικτό µια εταιρεία υπό δηµόσιο έλεγχο να έχει αυτά τα αποτελέσµατα.

Στα χρόνια της δικής σας διοίκησης, τι σας έρχεται στο μυαλό ως πιο σημαντικό επίτευγμα; Και θέλω να μου πείτε και την πιο δύσκολη στιγμή σας…

Σίγουρα το πιο σηµαντικό επίτευγµα µέχρι σήµερα είναι η διασύνδεση ανάµεσα στην Πελοπόννησο και την Κρήτη. Όµως, αν θέλουµε να το δούµε ολιστικά, το γεγονός ότι έχουµε πολλαπλασιάσει τις επενδύσεις κεφαλαίου, βελτιώνοντας παράλληλα όλα τα θεµελιώδη µεγέθη της εταιρείας νοµίζω ότι αποδεικνύει ότι έγινε µια προσπάθεια συνολικής βελτίωσης. Ο ΑΔΜΗΕ, πλέον, εξελίσσεται σε τεχνολογική εταιρεία αξιοποίησης υποδοµών και τεχνογνωσίας, για την παροχή υπηρεσιών προστιθέµενης αξίας, και αυτό είναι το επόµενο βήµα. Οι πιο δύσκολες στιγµές για τον Διαχειριστή είναι όταν πέφτει το ρεύµα. Εδώ πρέπει να είµαστε ειλικρινείς και να πούµε ότι το σύστηµα είναι ένας ζωντανός οργανισµός και πάντα παρουσιάζονται βλάβες, που πολλές φορές το καταναλωτικό κοινό δεν καταλαβαίνει, και αυτό το πετυχαίνουµε µε πολύ σκληρή δουλειά των ανθρώπων του ΑΔΜΗΕ.

Το ζήτηµα είναι ότι, όταν φτάσουµε στο σηµείο να συµβεί κάτι που θα γίνει ευρέως αντιληπτό, πόσο προετοιµασµένοι θα είµαστε προκειµένου η διάρκεια αυτού του συµβάντος να είναι η µικρότερη δυνατή. Εκεί έχουµε περάσει κάποιες δύσκολες καταστάσεις τα τελευταία χρόνια, όπως σε πυρκαγιές ή πληµµύρες, αλλά έχουµε δουλέψει στη διαχείριση κρίσεων, είµαστε προετοιµασµένοι και προσπαθούµε να βελτιωνόµαστε, προκειµένου να ανταποκρινόµαστε σε αυτό που περιµένει ο κόσµος από εµάς.

Τα ορόσηµα του 2021

-Ένταξη νέων διεθνών διασυνδέσεων και έργων αποθήκευσης στο ∆εκαετές Πλάνο Ανάπτυξης 2022-2031.

– Σύµφωνο Συνεργασίας για πιλοτικό σταθµό αποθήκευσης στον Υποσταθµό Θήβας.

– Συµβασιοποίηση ανακατασκευής ΚΥΤ Κουµουνδούρου.

– Ολοκλήρωση της «διασύνδεσης των ρεκόρ» Κρήτης-Πελοποννήσου.

– Επιτάχυνση της ανανέωσης κρίσιµων στοιχείων του Συστήµατος Μεταφοράς µε εµπροσθοβαρές πρόγραµµα ανανέωσης παγίων και δροµολόγηση νέων έργων ψηφιακής αναβάθµισης ηλεκτρικών υποδοµών.

– Στρατηγική τοποθέτηση του Α∆ΜΗΕ στο πεδίο των υπεράκτιων αιολικών πάρκων.

*Φωτογραφίες: Σύλβια Διαμαντοπούλου

**Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.