Ούζο Βαρβαγιάννης: Η ανοδική πορεία μέσα στην κρίση

Ούζο Βαρβαγιάννης: Η ανοδική πορεία μέσα στην κρίση

Μία παράδοση ενάμιση αιώνα συνεχίζει να συγκινεί ελληνικό και διεθνές καταναλωτικό κοινό.

Πιστή στην παράδοση 153 ετών παραμένει η οικογένεια Βαρβαγιάννη, η οποία είδε τις πωλήσεις της να καταγράφουν άνοδο 15% σε Ελλάδα και εξωτερικό. Ο Έλληνας στρέφεται στα ελληνικά προϊόντα και το ούζο χαίρει πλέον της αναγνώρισης που του αξίζει.

Μπορεί ο χειμώνας να κάνει και επισήμως ποδαρικό σε λίγες μέρες, ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναπολούν την ξεγνοιασιά των καλοκαιρινών διακοπών και τις γαστριμαργικές απολαύσεις με την κατανάλωση θαλασσινών και ούζου στην παραλία. Εδώ και ενάμιση αιώνα μια οικογένεια από τη Μυτιλήνη φροντίζει ώστε το ούζο μας να διατηρεί αναλλοίωτη τη γεύση του και να προσφέρει την ίδια απόλαυση. Πρόκειται για την οικογένεια Βαρβαγιάννη, η οποία βρίσκεται στην ελληνική αγορά από το 1860 και μας συντροφεύει σε κάθε καλοκαιρινό και όχι μόνο παραστράτημα.

Μπαίνοντας στη μηχανή του χρόνου σταματάμε κοντά στο 1850 όταν δύο αδέρφια επισκέπτονται την Οδησσό και μαθαίνουν την τέχνη της απόσταξης. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1856 εγκαθίστανται στη Λέσβο, η οποία από τότε έμελλε να γίνει η ιδιαίτερη πατρίδα της οικογένειας Βαρβαγιάννη. Ο ένας από τους δύο αδερφούς αποφασίζει να ασχοληθεί με τα καπνά και ο άλλος με τις αποστάξεις. Άλλωστε στη Μυτιλήνη το περιβάλλον, το νερό και η ύπαρξη γλυκάνισου δημιουργούσαν τις κατάλληλες συνθήκες για την ευδοκίμηση της παραγωγής ούζου. Εν έτη 2013 τα ηνία έχει αναλάβει η έκτη γενιά επιχειρηματιών με την πέμπτη γενιά να θεωρείται ακόμα ενεργή.

Διαβάστε ακόμη: Κρόκος Κοζάνης: Ο «χρυσός ανθός» της Ελλάδας

Από το 1860 μέχρι και σήμερα παράγονται πέντε διαφορετικοί τύποι ούζου, όλοι 100% αποστάγματα και με την ίδια ποιότητα. Ο Γιάννης Βαρβαγιάννης, Υπεύθυνος Marketing του ομώνυμου ούζου τονίζει πώς η διοίκηση της εταιρείας δεν σκέφτεται να αλλάξει τον αριθμό τους. Η φιλοσοφία της παραμένει ίδια μ’ αυτή του ιδρυτή της εταιρείας και θα μείνουν πιστοί στα ούζα που στηρίζει τόσα χρόνια ο Έλληνας καταναλωτής.

Πρώτα σε πωλήσεις είναι το Πράσινο και το Μπλε, ενώ στις πιο εξειδικευμένες αγορές τη μεγαλύτερη δυναμική καταγράφει το Αφροδίτη που είναι και το πιο υψηλόβαθμο (48 βαθμοί). Το Πράσινο είναι το πιο ελαφρύ, στους 42 βαθμούς, το Μπλε είναι στους 46 βαθμούς, ο Εύζωνας στους 47 και το Συλλεκτικό στους 46 βαθμούς.

Η πορεία του Γιάννη στην εταιρεία ήταν προδιαγεγραμμένη. Ξεκίνησε να σπουδάζει φαρμακοποιός, αλλά στο τέλος τον κέρδισε η διοίκηση επιχειρήσεων. Όραμά του είναι να διατηρήσει αυτή την παράδοση και το όνομα της οικογένειας και να εξελίξει την επιχείρηση. «Για μένα το ούζο είναι τρόπος ζωής. Από την παραγωγή μέχρι την πώληση και την τελική κατανάλωση κατά την οποία εισπράττω και τη μεγαλύτερη απόλαυση».

Διαβάστε ακόμη: H ελληνική εταιρεία που εξάγει από τη Ζιμπάμπουε μέχρι τη Μογγολία

Όσο και αν ακούγεται παράξενο η μεγαλύτερη κατανάλωση προέρχεται από τη Γερμανία, μια χώρα που είναι ταυτισμένη με την μπύρα. Θεωρείται για την επιχείρηση η πιο δυνατή αγορά και της δίνεται ψήφος εμπιστοσύνης από το 1960. Το ούζο Βαρβαγιάννη έχει κερδίσει, όμως, τόσο τους Άγγλους όσο και τους Σκανδιναβούς, αγορές οι οποίες δείχνουν να έχουν προοπτική. «Σε όλες τις περιοχές της Ελλάδος που είναι τοποθετημένο το προϊόν κατεγράφη φέτος άνοδος των πωλήσεων της τάξης του 15%. Οι εξαγωγές σε Ευρώπη, Αμερική και Νότια Αφρική αυξήθηκαν και αυτές κατά 10%», αποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο πως το λευκό νέκταρ ήταν ισχυρότερο ακόμα και από το κρασί.

Προτεραιότητα της οικογένειας Βαρβαγιάννη είναι οι επενδύσεις σε ότι αφορά την ανανέωση των υποδομών και των συστημάτων ασφαλείας του εργοστασίου. Τα γραφεία και το εργοστάσιο βρίσκονται στο Πλωμάρι Μυτιλήνης μαζί με το μοναδικό μουσείο ούζου στην Ελλάδα που συντηρεί η οικογένεια και διατηρούν υποκαταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Κάνοντας έναν απολογισμό αυτή τη στιγμή στην ελληνική αγορά η πίτα είναι μοιρασμένη σε 4-5 μεγάλες εταιρείες ούζου και ακολουθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός μικρότερων σε μέγεθος  επιχειρήσεων, ο τρόπος λειτουργίας των οποίων εγείρει επιφυλάξεις. Ο Γιάννης από την πλευρά του εφιστά την προσοχή των καταναλωτών στην αγορά εμφιαλωμένου και όχι χύμα ούζου, το οποίο εγκυμονεί κινδύνους. «Ο Έλληνας θα πρέπει να μάθει να αγοράζει προϊόντα με ετικέτα». Η καλύτερη πάντως διαφήμιση για την οικογένεια Βαρβαγιάννη δεν είναι το ράφι αλλά αυτή που γίνεται από στόμα σε στόμα.

Η κρίση επιτάσσει αλληλεγγύη και οι επιχειρήσεις μπορούν να επιβιώσουν στο σύνολό τους μόνο εάν η μια στηρίξει την άλλη. Αυτό είναι κάτι που το γνωρίζει ο Γιάννης και όπως μας αποκαλύπτει στα άμεσα σχέδια της εταιρείας είναι να προβούν σε κοινές προωθητικές ενέργειες προϊόντων και με άλλες παραδοσιακές εταιρείες.

Διαβάστε ακόμη: Κρόκος Κοζάνης: Ο «χρυσός ανθός» της Ελλάδας