Τι αλλάζει στις μισθώσεις ακινήτων μέσω ιστοσελίδων τύπου Airbnb

Τι αλλάζει στις μισθώσεις ακινήτων μέσω ιστοσελίδων τύπου Airbnb

Το Δημόσιο θεσμοθετεί μια σειρά όρων και προϋποθέσεων για τους ενδιαφερόμενους ιδιώτες που επιθυμούν να μισθώσουν τις κατοικίες τους σε ξένους επισκέπτες.

«Χέρι από την πίτα» ύψους 1,4 δισ. ευρώ της ραγδαίας αναπτυσσόμενης αγοράς των ηλεκτρονικών μισθώσεων επιπλωμένων κατοικιών σε ξένους επισκέπτες, επιχειρεί να βάλει το Δημόσιο με τη θεσμοθέτηση μιας σειράς όρων και προϋποθέσεων που εφεξής θα πρέπει να πληρούν οι ενδιαφερόμενοι ιδιώτες που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στον κλάδο αυτό, σύμφωνα με την Καθημερινή.

Μέχρι τώρα, η εν λόγω δραστηριότητα αποτελούσε μέρος της «γκρίζας» οικονομίας, αποδίδοντας ελάχιστα έσοδα στο Δημόσιο, καθώς ο πειρασμός της φοροδιαφυγής ήταν μεγάλος, λόγω της αδυναμίας ελέγχων.

Από εδώ και στο εξής, οι ιδιώτες θα πρέπει να εγγραφούν στο «Μητρώο Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων» που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, με τον αριθμό εγγραφής να συνοδεύει υποχρεωτικά την ανάρτησή του προς εκμίσθωση ακινήτου στις ψηφιακές πλατφόρμες (π.χ. Airbnb, Homeaway κ.τ.λ.), καθώς και σε κάθε μέσο προβολής.

Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι το πρώτο βήμα ελέγχου διασταύρωσης των στοιχείων των εκμισθωτών και των ακινήτων τους, που μέχρι σήμερα απουσίαζε, καθώς μπορεί τυπικά να έπρεπε οι ιδιοκτήτες να καταχωρίζουν κάθε μίσθωση που πραγματοποιούν στο Taxis, πλην όμως ελάχιστοι το έπρατταν, λόγω του ότι οι πελάτες τους ήταν ξένοι πολίτες.

Ετσι, το Δημόσιο αδυνατούσε να διασταυρώσει τα σχετικά στοιχεία των δηλώσεων των ιδιοκτητών και των ενοικιαστών, ώστε να εντοπίσει περιπτώσεις φοροδιαφυγής.

Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 113 του πολυνομοσχεδίου, ορίζεται ότι οι ιδιοκτήτες δεν θα μπορούν να μισθώνουν περισσότερα από δύο ακίνητα ανά ΑΦΜ, γεγονός που σίγουρα θα προκαλέσει ζήτημα για κάποιους από τους όψιμους επενδυτές, οι οποίοι έσπευσαν να αποκτήσουν αρκετά ακίνητα τους τελευταίους μήνες, κυρίως στο κέντρο της Αθήνας, με στόχο την αποκόμιση σημαντικών κερδών από την άνθηση της συγκεκριμένης αγοράς.

Σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της Airbnb, στο κέντρο της Αθήνας, το 43% των καταχωρίσεων ακινήτων αφορά σε πολλαπλές καταχωρίσεις από μεμονωμένους χρήστες. Υπάρχουν ιδιοκτήτες που έχουν καταχωρίσει δεκάδες ακίνητα ο καθένας. Πάντως, το μέσο μηνιαίο εισόδημα υπολογίζεται σε 466 ευρώ. Αντίστοιχα, εκτιμάται ότι κατά μέσον όρο τα καταχωρισμένα ακίνητα εκμισθώνονται για συνολικά 108 ημέρες ετησίως.

Τα έσοδα από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις θα φορολογούνται με βάση την κλίμακα των ενοικίων, δηλαδή με συντελεστή 15% για ποσά έως 12.000 ευρώ ετησίως. Το όριο των 12.000 ευρώ αποδεικνύεται «κλειδί» και για τη διάρκεια των σχετικών μισθώσεων βραχυχρόνιας διάρκειας.

Ειδικότερα, ναι μεν ο νέος νόμος τις περιορίζει σε 90 ημέρες ετησίως (και σε μόλις 60 ημέρες για νησιά με λιγότερους από 10.000 κατοίκους), ωστόσο, οι ιδιώτες μπορούν να μισθώνουν τα ακίνητά τους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αρκεί το ετήσιο εισόδημά τους να μην υπερβαίνει τις 12.000 ευρώ. Μέχρι δηλαδή το ποσό αυτό, αποφεύγει κανείς την υποχρέωση να προβεί σε έναρξη επιτηδεύματος, με αποτέλεσμα η σχετική δραστηριότητα να είναι προσβάσιμη στο ευρύ κοινό, χωρίς μεγάλο όγκο γραφειοκρατίας.

Παράλληλα, οι ιδιώτες που δραστηριοποιούνται στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων απαλλάσσονται τόσο από τον ΦΠΑ όσο και από το τέλος διανυκτέρευσης, το οποίο όμως θα κληθούν να καταβάλουν όσοι ιδιοκτήτες εκμισθώνουν ενοικιαζόμενα δωμάτια (με ειδικό σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ) από 1/1/2018.

Στη λογική των παραπάνω ρυθμίσεων κινείται και η φιλοσοφία των σχετικών ψηφιακών πλατφορμών, δηλαδή να αποτελέσουν μια «γέφυρα» ανάμεσα στους πολίτες που επιθυμούν να έχουν μια πιο «αυθεντική» ταξιδιωτική εμπειρία, χαμηλότερου κόστους απ’ ό,τι στοιχίζει η διαμονή σε κάποιο ξενοδοχείο.