Τουρισμός: Λιγότερα έσοδα τον Σεπτέμβριο παρά το +3,6% στις αφίξεις – Οι λόγοι
- 20/11/2025, 11:51
- SHARE
- Τα ταξιδιωτικά έσοδα Σεπτεμβρίου μειώθηκαν κατά 3,6% στα 3,42 δισ. ευρώ.
- Παρά την πτώση, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 3,6%.
- Σε επίπεδο εννεαμήνου, οι εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 9% και έφτασαν τα 20,13 δισ. ευρώ.
- Η αύξηση εσόδων στο εννεάμηνο περιορίστηκε στα 1,66 δισ. ευρώ λόγω του αρνητικού Σεπτεμβρίου.
Η εικόνα του ελληνικού τουρισμού τον Σεπτέμβριο εμφανίζεται αντιφατική. Παρότι οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 3,6% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, τα έσοδα ακολούθησαν αντίθετη πορεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν στα 3,42 δισ. ευρώ, σημειώνοντας πτώση 3,6% ή 126,8 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται να «ψαλιδίσει» το θετικό πρόσημο που είχε καταγραφεί από την αρχή της χρονιάς. Σε επίπεδο εννεαμήνου, οι εισπράξεις ανήλθαν σε 20,13 δισ. ευρώ — αυξημένες κατά 9% σε σχέση με το 2024 — όμως το πλεόνασμα περιορίστηκε σε 1,66 δισ. ευρώ, έναντι του υψηλότερου ρυθμού αύξησης που είχε σημειωθεί το καλοκαίρι.
Η ΕΤΕ επιβεβαιώνει ότι συνολικά για την περίοδο Ιανουαρίου–Σεπτεμβρίου, οι αφίξεις μη κατοίκων ενισχύθηκαν κατά 4% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 9%. Ωστόσο, η πτωτική τάση του Σεπτεμβρίου διαταράσσει την ομαλή εικόνα της σεζόν και αναδεικνύει για ακόμη μία φορά το χάσμα ανάμεσα στην ποσότητα και στην ποιότητα των επισκεπτών.
Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι οι αυξημένες προσφορές, η συμπίεση τιμών, η αλλαγή στο μίγμα των τουριστών και η μεγαλύτερη διάχυση της ζήτησης σε μικρότερης δαπάνης κατηγορίες ταξιδιωτών ενδέχεται να εξηγούν την απόκλιση μεταξύ αφίξεων και εσόδων.
Αναλυτικά:
Μειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, λόγω της βελτίωσης πρωτίστως του ισοζυγίου αγαθών και, δευτερευόντως, του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων, η οποία αντισταθμίστηκε στο μεγαλύτερο βαθμό από την επιδείνωση του ισοζυγίου υπηρεσιών και, σε μικρότερο βαθμό, του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών περιορίστηκε σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2024, λόγω της βελτίωσης κυρίως των ισοζυγίων αγαθών και πρωτογενών εισοδημάτων και, σε μικρότερο βαθμό, του ισοζυγίου υπηρεσιών, ενώ το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων επιδεινώθηκε.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών διευρύνθηκε, λόγω της βελτίωσης του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών, η οποία αντισταθμίστηκε πάνω από το ήμισυ από την επιδείνωση των ισοζυγίων μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών.
Σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 4% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 9%. Σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο του 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 3,6%, ενώ οι σχετικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 3,6%.
Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών
Τον Σεπτέμβριο του 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών υποχώρησε (μείωση κατά 77,1 εκατ. ευρώ) έναντι του αντίστοιχου μήνα του 2024 και διαμορφώθηκε σε 408,8 εκατ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών περιορίστηκε, καθώς οι εξαγωγές αυξήθηκαν και οι εισαγωγές μειώθηκαν. Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές αγαθών παρουσίασαν άνοδο κατά 2,6% (5,6% σε σταθερές τιμές), ενώ οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 4,0% (-4,1% σε σταθερές τιμές). Οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα κατέγραψαν μείωση κατά 1,0% σε τρέχουσες τιμές (αύξηση 2,6% σε σταθερές τιμές), ενώ οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά 3,8% (3,5% σε σταθερές τιμές).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών περιορίστηκε, λόγω της επιδείνωσης σε όλα τα επιμέρους ισοζύγια και κυρίως στο ισοζύγιο ταξιδιωτικών υπηρεσιών. Σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο του 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 3,6%, ενώ οι σχετικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 3,6%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων μειώθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, αντανακλώντας τον περιορισμό των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το έλλειμμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων σχεδόν διπλασιάστηκε σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2024, ως αποτέλεσμα της ανόδου των καθαρών πληρωμών σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 2,2 δισεκ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 και διαμορφώθηκε σε 7,0 δισεκ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών περιορίστηκε, καθώς η μείωση των εισαγωγών υπερέβη εκείνη των εξαγωγών. Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 4,5% (αύξηση 0,4% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές αγαθών κατά 4,6% (-3,2% σε σταθερές τιμές). Σε τρέχουσες τιμές, τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά 2,9% (αύξηση 5,7% και 2,2% σε σταθερές τιμές αντίστοιχα).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών διευρύνθηκε, λόγω της βελτίωσης του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών, η οποία αντισταθμίστηκε πάνω από το ήμισυ από την επιδείνωση των ισοζυγίων μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών. Σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 4,0% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 9,0%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων μειώθηκε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024, κυρίως ως αποτέλεσμα των χαμηλότερων καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων κατέγραψε μικρή επιδείνωση έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2024, λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας, η οποία αντισταθμίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από τη μείωση των καθαρών πληρωμών της γενικής κυβέρνησης.
Ισοζύγιο Κεφαλαίων
Τον Σεπτέμβριο του 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου κεφαλαίων μειώθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024 και διαμορφώθηκε στα 8,1 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας τον περιορισμό των καθαρών πληρωμών στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2025, το ισοζύγιο κεφαλαίων παρουσίασε πλεόνασμα ύψους 601,7 εκατ. ευρώ, έναντι ελλείμματος την αντίστοιχη περίοδο του 2024, λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων της γενικής κυβέρνησης.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαίων
Τον Σεπτέμβριο του 2025, το έλλειμμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) μειώθηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024 και διαμορφώθηκε σε 416,9 εκατ. ευρώ.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2025, το έλλειμμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων συρρικνώθηκε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 και διαμορφώθηκε σε 6,4 δισεκ. ευρώ.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Σεπτέμβριο του 2025, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατέγραψαν καθαρές ροές ύψους 238,5 εκατ. ευρώ και οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού καθαρές ροές ύψους 425,3 εκατ. ευρώ.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού αντανακλά κυρίως τη μείωση κατά 631,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από την άνοδο κατά 360,8 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές επιχειρήσεων μη κατοίκων. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται κυρίως στην άνοδο κατά 793,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια και, σε μικρότερο βαθμό, στην αύξηση κατά 190,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε μετοχές εγχώριων επιχειρήσεων.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων καταγράφηκε άνοδος των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού λόγω της αύξησης κατά 715,2 εκατ. ευρώ της χορήγησης δανείων σε μη κατοίκους από εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και της στατιστικής προσαρμογής που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 563,0 εκατ. ευρώ). Η μείωση των υποχρεώσεών τους προέρχεται κυρίως από την υποχώρηση κατά 611,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET) και, σε μικρότερο βαθμό, από τη μείωση κατά 108,8 εκατ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεων των κατοίκων προς μη κατοίκους, οι οποίες αντισταθμίστηκαν μερικώς από τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 563,0 εκατ. ευρώ).
Την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2025, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατέγραψαν καθαρές ροές ύψους 2,6 δισεκ. ευρώ και οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που αντιστοιχούν σε άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα, σημείωσαν καθαρές ροές ύψους 8,6 δισεκ. ευρώ.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η άνοδος των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται στη διεύρυνση κατά 4,8 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές επιχειρήσεων μη κατοίκων, η οποία αντισταθμίστηκε στο μεγαλύτερο μέρος από την υποχώρηση κατά 3,3 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους αντανακλά κυρίως την άνοδο κατά 9,2 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων, η αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται κυρίως στη στατιστική προσαρμογή για την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 4,8 δισεκ. ευρώ) και, σε μικρότερο βαθμό, στην άνοδο κατά 1,2 δισεκ. ευρώ της χορήγησης δανείων σε μη κατοίκους, οι οποίες αντισταθμίστηκαν μερικώς από τον περιορισμό κατά 533,6 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό. Η μείωση των υποχρεώσεών τους συνδέεται με την υποχώρηση κατά 6,5 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET), η οποία αντισταθμίστηκε στο μεγαλύτερο μέρος από τη στατιστική προσαρμογή για την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 4,8 δισεκ. ευρώ).
Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2025 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 18,8 δισεκ. ευρώ, έναντι 13,9 δισεκ. ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2024.