Η ΕΚΤ έχει τρεις κακές συνήθειες – Τι πρέπει να αλλάξει

Η ΕΚΤ έχει τρεις κακές συνήθειες – Τι πρέπει να αλλάξει
epa10860234 European Central Bank (ECB) President Christine Lagarde addresses a press conference following the meeting of the ECB Governing Council in Frankfurt am Main, Germany, 14 September 2023. The Governing Council decided to raise the three key ECB interest rates by 25 basis points. Accordingly, the interest rate on the main refinancing operations and the interest rates on the marginal lending facility and the deposit facility will be increased to 4.50%, 4.75% and 4.00% respectively, with effect from 20 September 2023. EPA/RONALD WITTEK Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχώς «πίσω από την καμπύλη» των γεγονότων  

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πολύ συχνά βρίσκεται «πίσω από την καμπύλη» των γεγονότων. Η αιτία για αυτό, όπως επισημαίνουν με άρθρο τους στο Project Syndicate το μέλος της Τράπεζας της Αγγλίας και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Citibank Willem Buiter και ανεξάρτητος αναλυτής και οικονομολόγς Ebrahim Rahbari, έγκειται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και όχι στη θεσμική δομή ή το προσωπικό της. 

Όπως αποκάλυψε η Πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ στη συνέντευξη Τύπου της 14ης Δεκεμβρίου 2023, «Δεν συζητήσαμε καθόλου τις μειώσεις των επιτοκίων… μεταξύ αύξησης και μείωσης, υπάρχει ένα ολόκληρο οροπέδιο, μια ολόκληρη περίοδος αναμονής».

Αυτή η δήλωση δεν ήταν απλώς περίεργη, αλλά δεν ήταν και χρήσιμη. Την εποχή που το έλεγε η Λαγκάρντ ο πληθωρισμός πυρήνα της ευρωζώνης (εξαιρουμένων των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας) ήταν σε ετήσια βάση στο 2,5%, με βάση τα στοιχεία της ΕΚΤ, έχοντας υποχωρήσει προς έκπληξη όλων επί αρκετούς μήνες, 

Ενώ σχεδόν όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ υποστηρίζουν τώρα ότι η νομισματική πολιτική είναι περιοριστική, το σύνολο των στοιχείων για τον πληθωρισμό και τη δραστηριότητα –σκληρά και μαλακά– θα έπρεπε να έχει προκαλέσει μια συζήτηση σχετικά με το εάν είναι πολύ περιοριστική.

Το σχόλιο της Λαγκάρντ ήταν εντούτοις διδακτικό, λένε οι αρθρογράφοι, διότι δείχνει ότι η ΕΚΤ «αγκυροβολεί» το χρονοδιάγραμμα μιας πιθανής μείωσης των επιτοκίων στο χρονοδιάγραμμα της τελευταίας αύξησης – δηλαδή στο παρελθόν. Το συμπέρασμα είναι ότι η διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ δεν είναι μόνο πολύ αργή (εκτός κρίσεων) αλλά και υπερβολικά οπισθοδρομική.

Πολλά πρόσφατα παραδείγματα υποστηρίζουν αυτό το συμπέρασμα. Το ένα ήταν η καθυστερημένη έναρξη του πρόσφατου κύκλου σύσφιξης. Οι καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ ολοκληρώθηκαν μόλις τον Ιούνιο του 2022 και ξεκίνησε τον κύκλο των επιτοκιακών αυξήσεων μόλις τον Ιούλιο του 2022. Ένα άλλο παράδειγμα ήταν η απόφαση της ΕΚΤ να αυξήσει τα επιτόκια πολιτικής της τον Σεπτέμβριο του 2023 ενώ ο πληθωρισμός τροχοδρομούσε ραγδαία πτωτική πορεία για αρκετούς μήνες. 

Μια άλλη ήταν η ανακοίνωσή της, στις 14 Δεκεμβρίου 2023, ότι θα μειώσει τις επανεπενδύσεις του χαρτοφυλακίου στο πλαίσιο του Πανδημικού Προγράμματος Έκτακτης Αγοράς (PEPP) κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, πριν διακόψει τις επανεπενδύσεις στο τέλος του έτους.

Τρεις λόγοι

Σύμφωνα με τους αναλυτές, υπάρχουν τρεις λόγοι για την αδράνεια της ΕΚΤ: η υπερβολική εστίαση στην επίτευξη ευρείας συναίνεσης στο πλαίσιο του Διοικητικού Συμβουλίου, η δυσανάλογη βαρύτητα που δίνεται στα δεδομένα με καθυστέρηση και η «ενσωματωμένη» επιμονή της πολιτικής.

Η προσέγγιση της Λαγκάρντ, που εστιάζεται στη συναίνεση, αντισταθμίζει εν μέρει τη θητεία του προκατόχου της Μάριο Ντράγκι, η οποία άφησε την ΕΚΤ ασυνήθιστα διχασμένη. Ωστόσο, οι απόψεις για τη νομισματική πολιτική στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ ποικίλλουν συχνά σε μεγάλο βαθμό, λόγω των οικονομικών αποκλίσεων και της διαφορετικής στάσης απέναντι στον πληθωρισμό στα κράτη μέλη της ευρωζώνης. Υπό αυτές τις συνθήκες, η λήψη αποφάσεων με επίκεντρο τη συναίνεση θα αποβαίνει συνεχώς σε βάρος της επικαιρότητας και της αποτελεσματικότητας.

Η ΕΚΤ φαίνεται επίσης να έχει υποβαθμίσει τη σημασία των προβλέψεων στις αποφάσεις της. Και πάλι, αυτή η προσαρμογή είναι κατανοητή, δεδομένων των μεγάλων σφαλμάτων πρόβλεψης των τελευταίων ετών. Όμως, οι «αφελείς» προβλέψεις που βασίζονται σε δείκτες ή τάσεις του παρελθόντος είναι απίθανο να πάνε καλύτερα… Σκεφτείτε την εμμονή της ΕΚΤ με τη μείωση του βασικού πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών. Εκτός και αν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για σπείρα μισθού-τιμής (προς το παρόν δεν υπάρχουν), οι μισθοί -ειδικά οι μισθοί βάσει διαπραγμάτευσης – είναι από τα δεδομένα που καθυστερούν περισσότερο σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό.

Τέλος, τα μέτρα πολιτικής της ΕΚΤ τείνουν να είναι πολύ επίμονα. Οι αποφάσεις σχετικά με τα επιτόκια και οι αγορές περιουσιακών στοιχείων διαθέτουν εκτεταμένες χρονικά προθεσμίες. 

Συνολικά, αυτοί οι τρεις παράγοντες έθεσαν την ΕΚΤ διαρθρωτικά πίσω από την καμπύλη. Ευτυχώς, υπάρχουν τρεις τροποποιήσεις που μπορεί να κάνει για να καταλήξει σε πιο έγκαιρες αποφάσεις πολιτικής. 

Πρώτον και κυριότερο, οι αποφάσεις της ΕΚΤ θα πρέπει να βασίζονται σε μελλοντικές πληροφορίες. Φυσικά, το μέλλον είναι αβέβαιο, επομένως αυτή η προσέγγιση είναι αναγκαστικά πιθανολογική.  

Δεύτερον, η Λαγκάρντ θα πρέπει να δώσει ξανά προτεραιότητα στην επικαιρότητα σε σχέση με το εύρος της συναίνεσης που επιτεύχθηκε ή την τελευταία φορά που άλλαξε η πολιτική.  

Τρίτον, το εξαρτώμενο από τον χρόνο guidance θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις όπου τα πλεονεκτήματά του είναι προφανή και ουσιαστικά. Σε αβέβαιες περιόδους, τέτοιες περιπτώσεις θα είναι σπάνιες. Τίποτα δεν εμποδίζει την ΕΚΤ να κάνει αυτήν την αλλαγή.  

Οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν ρευστές, συμπεριλαμβανομένου του πληθωρισμού παγκοσμίως και στην ευρωζώνη. Αναμένονται σίγουρα περισσότερες εκπλήξεις. Οι αβέβαιοι καιροί απαιτούν ηγεσία και ευελιξία, ακόμη και όταν δεν υπάρχει άμεση κρίση, καταλήγουν οι αναλυτές.

Πηγή: Project Syndicate