Μπορούν να γίνουν βιώσιμες οι ελληνικές tech-startups;

Μπορούν να γίνουν βιώσιμες οι ελληνικές tech-startups;

Η υπερπροσφορά κεφαλαίων και οι παιδικές ασθένειες των ελληνικών τεχνολογικών startups.

Του Δημήτρη Καλαβρού-Γουσίου

Από το 2009, όταν ξεκίνησε ο όρος «startups» να ακούγεται δειλά και στην χώρα μας, πολύ νερό έχει κυλήσει στο επιχειρηματικό αυλάκι. Τέσσερα χρόνια τώρα η ελληνική τεχνολογική κοινότητα προσπαθεί να χτίσει και να μάθει, να δει και να διδαχθεί.

Ειδικά τον τελευταίο χρόνο, το μικρό -σε μέγεθος αλλά και οικονομικό αποτύπωμα- τεχνολογικό οικοσύστημα της χώρας μας δείχνει να έχει πάρει τα πάνω του. Ανακοινώνονται νέες επενδύσεις, τεχνολογικά startups προσλαμβάνουν κόσμο, νέες ομάδες ξεκινούν το δικό τους επιχειρηματικό ταξίδι.

Διαβάστε: Οι ελληνικές startup είναι εδώ

Σε αυτό, έχει συμβάλει σε πολύ μεγάλο βαθμό η ύπαρξη τεσσάρων νέων επενδυτικών εταιρειών που διαχειρίζονται μέρος του προγράμματος Jeremie του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων σε συνεργασία με Έλληνες επενδυτές. Όπως είναι φυσικό, τα γενικότερο κλίμα ευφορίας που επικρατεί αυτή την στιγμή έχει φέρει μαζί του και ένα επιπλέον κύμα θετικής δημοσιότητας για νέους επιχειρηματίες, επενδυτές και παράγοντες οι οποίοι δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη αγορά. Και γιατί να μην υπάρχει άλλωστε; Λεφτά φαίνεται να υπάρχουν. Νέες εταιρίες δημιουργούνται. Νέες θέσεις εργασίας, επίσης. Άρα όλα πηγαίνουν καλά. Ή μήπως όχι;

Υπάρχουν αρκετές ψύχραιμες φωνές όλο αυτό το διάστημα, οι οποίες αφενός συμφωνούν πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια πραγματικά ουσιαστική παρουσία στο τεχνολογικό επιχειρείν, πλην όμως αναδεικνύουν το γεγονός ότι η Ελλάδα και η τεχνολογική της κοινότητα πρέπει να ξεπεράσει κάποιες «παιδικές ασθένειες». Μερικές από αυτές μάλιστα, είναι γνωστές και κοινές και σε άλλες χώρες του εξωτερικού, κυρίως της Ευρώπης, οι οποίες βρίσκονται σε παρόμοια φάση ανάπτυξης -ή κρίσης, όπως θέλετε πείτε το- με την χώρα μας.

Μια βασική παιδική ασθένεια, για παράδειγμα, αφορά την επιχειρηματική μας «ανωριμότητα». Οι γνωστοί δείκτες του ΟΟΣΑ μας παρουσίαζαν σε σχετικά θετικά επίπεδα όσον αφορά την δημιουργία νέων εταιριών στη χώρα αλλά, ακόμα και πριν την κρίση, η πλειονότητα των εταιριών αυτών βρίσκονταν μακριά από τις νέες τεχνολογίες και την καινοτομία. Πρακτικά λοιπόν το τεχνολογικό επιχειρείν είναι ένα νέο περιβάλλον για τους Έλληνες, ένα περιβάλλον στο οποίο τώρα κάνουν τα πρώτα τους βήματα.

Διαβάστε: MentorDeal.com: Η γέφυρα με τα κορυφαία πανεπιστήμια

Από τις υψηλές αποτιμήσεις που ζητούν οι φιλόδοξοι νέοι επιχειρηματίες (υπάρχουν περιπτώσεις ελληνικών εταιριών, ζωής μόλις λίγων μηνών, οι οποίες αποτιμώνται σε μερικά εκατομμύρια, χωρίς προϊόν ή οποιαδήποτε ένδειξη τζίρου), μέχρι το επίπεδο των διαπραγματεύσεων που λαμβάνουν χώρα μεταξύ επίδοξων επενδυτών και επιχειρηματιών, γίνεται αντιληπτό πως ο στόχος μοιάζει να είναι η αναπαραγωγή του μοντέλου της Silicon Valley, με τις υψηλές αποτιμήσεις, τον πακτωλό επενδυτικού χρήματος και τα μεγάλα bonus.

Αυτό το μοντέλο όμως ίσως να μην είναι το πιο κατάλληλο για την ευρωπαϊκή αγορά – και πόσο μάλλον για την ελληνική. Παρ’ όλα αυτά, η συγκυρία δεν μοιάζει να προσφέρεται για την αναζήτηση άλλου μοντέλου.

Υπάρχει η αίσθηση πως περνάμε σε μια ιδιαίτερη περίοδο κατά την οποία θα παρακολουθήσουμε το οικονομικά ενδιαφέρον φαινόμενο της υπερπροσφοράς κεφαλαίου και έλλειψης ζήτησης. Αυτή την στιγμή υπάρχουν προς επένδυση στην ελληνική τεχνολογική αγορά κεφάλαια ύψους περίπου 70 εκατ. ευρώ.

Σε αυτά θα υπολογίσετε τα Jeremie Funds, ανεξάρτητους επενδυτές αλλά και κάποιες πιο παραδοσιακές επενδυτικές εταιρίες οι οποίες ψάχνουν νέες ευκαιρίες στην αγορά του ICT. Υπολογίστε πως αυτή την στιγμή η ελληνική τεχνολογική κοινότητα δεν μετράει πάνω από τριάντα εταιρίες οι οποίες είναι «VC-ready», έχουν δηλαδή την ανάγκη αλλά και την ετοιμότητα να σηκώσουν κεφάλαια από την αγορά. Και μπορεί για αρκετές άλλες αγορές τα κεφάλαια να ακούγονται λίγα, ωστόσο στο Internet μια εταιρία μπορεί να ξεκινήσει, να δημιουργήσει προϊόν και να προσλάβει δέκα ανθρώπους για ένα χρόνο με κεφάλαιο 500.000 ευρώ.

Διαβάστε: Radiojar: Η ελληνική πλατφόρμα που έλαβε 330.000 ευρώ

Βλέπετε το πρόβλημα; Η πληθώρα διαθέσιμου κεφαλαίου, σε συνδυασμό με τις συγκριτικά λίγες ιδέες/εταιρίες δημιουργούν ένα -θεωρητικά- ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος για τους νέους επιχειρηματίες, οι οποίοι βρίσκονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων σε θέση ισχύος, έναντι των επενδυτών.

Και αυτό δεν είναι απαραίτητα καλό. Γιατί οι μεν πρώτοι έχουν την δυνατότητα να αναζητήσουν και να λάβουν μεγαλύτερη χρηματοδότηση από αυτή που πραγματικά χρειάζονται, χωρίς απαραίτητα να είναι σε θέση να την δικαιολογήσουν επαρκώς, οι δε δεύτεροι θα μπουν σε μια διαδικασία εσωτερικού ανταγωνισμού, έναντι των υπόλοιπων επενδυτών της αγοράς, προσφέροντας μεγαλύτερες αποτιμήσεις, θελκτικότερους όρους.

Συνοψίζοντας, υπάρχει ορθά η εικόνα πως αυτή την στιγμή ανοίγεται για την χώρα μας ένα ελπιδοφόρο παράθυρο τριών ετών -τουλάχιστον- γύρω από την τεχνολογική επιχειρηματικότητα. Όπως είπαμε, υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια, ενώ σταδιακά όλο και περισσότερες web startups κάνουν την εμφάνιση τους.

Είναι όμως εξαιρετικά κρίσιμο να αξιοποιήσουμε αυτό το χρονικό παράθυρό με ουσιαστικό τρόπο, δημιουργώντας εταιρίες οι οποίες θα έχουν καταφέρει να είναι επιχειρηματικά βιώσιμες και αυτάρκεις, όταν τους τελειώσουν τα επενδυτικά κεφάλαια.