Fitch: «Υβριδικά καθαρή έξοδος» για την Ελλάδα – Βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους

Fitch: «Υβριδικά καθαρή έξοδος» για την Ελλάδα – Βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους

Ο οίκος αξιολόγησης επισημαίνει σε έκθεσή του πως οι αποφάσεις του Eurogroup αποτελούν θετική εξέλιξη για την ελληνική οικονομία.

Θετικά αποτιμά ο οίκος αξιολόγησης Fitch στην τελευταία έκθεσή του τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από την ελληνική οικονομία σε ό,τι αφορά το κλείσιμο της τέταρτης αξιολόγησης και τη συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους.Όπως αναφέρει στην έκθεσή του ο οίκος, τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στο Eurogroup ανταποκρίνονται στις προσδοκίες που είχε όταν αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε Β τον Φεβρουάριο.Η Fitch επισημαίνει ότι δεν περίμενε μείωση στο ονομαστικό ύψος των χρεών που βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα, και τα οποία παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά. Εκτιμά, όμως, πως το απόθεμα ρευστότητας και η παράταση στις ωριμάνσεις περιορίζουν το ρίσκο αναχρηματοδότησης και θα στηρίξουν τη μεταμνημονιακή πρόσβαση στις αγορές,  αλλά και την ικανότητα της χώρας να εξυπηρετεί το χρέος της προς τους ιδιώτες πιστωτές.Ο οίκος εκτιμά ότι η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους αναμένεται να βελτιωθεί μέσω μέτρων, σε συνδυασμό με διατηρήσιμη αύξηση του ΑΕΠ, μειωμένα πολιτικά ρίσκα, το ιστορικό των πρωτογενών πλεονασμάτων και τα δημοσιονομικά μέτρα που θα υιοθετηθούν ως το 2020.

Οι ανακοινώσεις, σημειώνει η Fitch, συνάδουν με τις προσδοκίες μας για «υβριδικά καθαρή έξοδο» της Ελλάδας από το πρόγραμμα, με σημαντικούς όρους. Το Eurogroup επισημαίνει ότι η ελάφρυνση χρέους περιλαμβάνει κίνητρα που διασφαλίζουν τη συνεχιζόμενη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, μεταξύ των οποίων και ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022, καθώς και τις δεσμεύσεις σε ευθυγράμμιση με το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο αμέσως μετά.

Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος για δεύτερο έτος δείχνει τη δέσμευση των ελληνικών αρχών στη δημοσιονομική σύγκλιση. Το εγχώριο πολιτικό πλαίσιο έχει γίνει πιο σταθερό και οι σχέσεις μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, μειώνοντας το ρίσκο ανατροπής των πολιτικών.

Ωστόσο, οι μελλοντικές ελληνικές κυβερνήσεις καλούνται να διατηρήσουν πρωτογενή πλεονάσματα για ένα ιδιαίτερα μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτι που ενδέχεται να κρύβει πολιτικές προκλήσεις. Ενδέχεται να υπάρξει εν μέρει ανατροπή πολιτικών στο μέλλον ή μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, καθώς συνεχίζεται ο διάλογος της Αθήνας με τους πιστωτές του επίσημου τομέα.

Η πρόβλεψη για το μέλλον της οικονομίας

Πάντως, σημειώνει στην έκθεσή του ο οίκος, η ανακοίνωση του Eurogroup αφήνει περιθώριο ευελιξίας. Αναφέρεται στην πιθανότητα πρόσθετου reprofiling του χρέους «σε ένα αναπάντεχα αντίξοο σενάριο». Το Eurogroup επισημαίνει ότι θα επανεξετάσει το 2032 αν θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για το χρέος, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι για τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Αθήνας, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς στόχους.

Η συμφωνία έρχεται παράλληλα με ένα βελτιωμένο μακροοικονομικό περιβάλλον. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, η βιομηχανική παραγωγή και η στέρεα ανάπτυξη της απασχόλησης υποστηρίζουν την ανάκαμψη, αν και η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική περιορίζει την κατανάλωση των νοικοκυριών. Η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ το α’ τρίμηνο ήταν 2,3% σε ετήσια βάση και ο δείκτης επιχειρηματικού κλίματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έφτασε σε υψηλό τριετίας τους πρώτους πέντε μήνες του 2018.

Καθώς η ανάκαμψη αποκτά «τάση», στηρίζει τα δημόσια οικονομικά. Το πρωτογενές πλεόνασμα του πρώτου πενταμήνου ήταν 1,4 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο, κυρίως χάρη στην υπεραπόδοση των εσόδων και τις χαμηλότερες δαπάνες που σχετίζονται με επενδύσεις.

Ωστόσο, τονίζει, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις, τις οποίες με πολιτικές δεσμεύσεις με βάση το πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας έχει στόχο να αντιμετωπίσει. Η παρακολούθηση θα είναι ιδιαίτερα εστιασμένη στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις.

Η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, που παραμένουν υψηλά, στο 48,5% του ενεργητικού τον Μάρτιο, παραμένει βασική πρόκληση και περαιτέρω προβλέψεις είναι πιθανό να απαιτηθούν πριν διαγραφούν. Οι ιδιωτικοποιήσεις κινήθηκαν πιο αργά απ’ ό,τι σε άλλες χώρες που πέρασαν από πρόγραμμα.

Η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων μπορεί να βελτιώσει τη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη την οποία η Fitch υπολογίζει σε 1,5%, καταλήγει.