Γιατί μπορεί να υπάρξει ένα δεύτερο δημοψήφισμα για Brexit

Γιατί μπορεί να υπάρξει ένα δεύτερο δημοψήφισμα για Brexit
epa05385768 A woman enters a pub used as a polling station to vote in the EU Referendum in London, Britain, 23 June 2016. Britons will vote on whether to remain in, or leave the European Union (EU) in a referendum on 23 June. EPA/HANNAH MCKAY

Κι όμως, ίσως να μην έχουν τελειώσει όλα.

του Τζέφρι Σμιθ

Ένα πράγμα που γίνεται σταδιακά σαφές από την Παρασκευή το πρωί είναι ότι η ψήφος των Βρετανών υπέρ του να εγκαταλείψει η χώρα τους την Ευρ. Ένωση (ΕΕ) δεν διευθετεί οριστικά τίποτα.

Ούτε η κυβέρνηση, ούτε το κοινοβούλιο δεσμεύονται τυπικά από το δημοψήφισμα – το οποίο ήταν «συμβουλευτικό» και όχι «δεσμευτικό».

Παράλληλα, σύμφωνα με τη Συνθήκη της ΕΕ, η διαδικασία του διαζυγίου δεν μπορεί να ξεκινήσει προτού το κράτος-μέλος που θέλει να φύγει γνωστοποιήσει επισήμως την πρόθεσή του αυτή στα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Ο απερχόμενος Πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον δήλωσε ότι αυτή την απόφαση θα κληθεί να τη λάβει ο διάδοχός του. Όμως, αυτός μπορεί να μην οριστεί πριν τον Σεπτέμβριο.

Έτσι, δημιουργείται χρόνος και χώρος για πολιτικούς ελιγμούς. Στην περίοδο που μεσολαβεί, τα πολιτικά πάθη μπορεί να υποχωρήσουν, και η διάθεση της κοινής γνώμης μπορεί να μεταστραφεί υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ, ιδιαίτερα καθώς θα αποκαλύπτονται το πλήρες κόστος και οι συνέπειες ενός Brexit.

Εξάλλου, και στο παρελθόν έχουν υπάρξει ουκ ολίγες επαναλήψεις δημοψηφισμάτων. Το 1992, η Δανία ψήφισε εναντίον της Συνθήκης του Μαστρίχτ, αρνούμενη να ενταχθεί στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Στη συνέχεια, η ΕΕ προσέφερε στη Δανία την ίδια εξαίρεση που έλαβε και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Δανοί ψήφισαν εκ νέου – αυτή τη φορά εγκρίνοντας τη Συνθήκη – και όλα πήγαν καλά.

Οι Ιρλανδοί, επίσης, απέρριψαν δύο φορές τις τροποποιήσεις στη θεμελιώδη Συνθήκη της ΕΕ, πρώτα το 2001 (με τη Συνθήκη της Νίκαιας) και ύστερα το 2008 (με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας). Και στις δύο περιπτώσεις δόθηκαν κάποιες ελάσσονες τροποποιήσεις, διοργανώθηκε εκ νέου δημοψήφισμα, και οι Ιρλανδοί άλλαξαν την ψήφο τους από «όχι» σε «ναι».

Φυσικά, υπάρχουν διαφορές μεταξύ αυτών των περιπτώσεων και του τωρινού Brexit. Βασικά, τα δημοψηφίσματα εκείνα προέκυψαν ύστερα από μεταβολές στις Συνθήκες που διέπουν τη λειτουργία της ΕΕ. Αντίθετα, το δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν μια μονομερής και αυθόρμητη απόρριψη του status quo. Και η χώρα έχει γενικά μια παράδοση σκεπτικισμού έναντι του ευρωπαϊκού οράματος, ενώ οι Ιρλανδοί και οι Δανοί έχουν θετική προδιάθεση ως προς τη συμμετοχή τους σε μια ευρύτερη κοινότητα που μπορεί να περιορίσει έναν μεγαλύτερο και ατίθασο γείτονα (την Βρετανία και τη Γερμανία αντίστοιχα).

Όμως, υπάρχουν και ομοιότητες. Ας πούμε, πολλοί ψηφοφόροι φαίνεται να μην έχουν κατανοήσει τις συνέπειες αυτού που ψήφισαν. Ύστερα από την απόρριψη της Συνθήκης της Λισσαβόνας από τους Ιρλανδούς, μια έρευνα γνώμης έδειξε ότι η άγνοια των σχετικών ζητημάτων ήταν ο βασικός λόγος που επικαλούνταν όσοι ψήφισαν «όχι» για να δικαιολογήσουν την ψήφο τους.

Επίσης, τα δημοψηφίσματα αυτά συχνά επηρεάζονται από μια ψήφο διαμαρτυρίας που στρέφεται εναντίον της εσωτερικής πολιτικής τάξης, και δεν σχετίζεται τόσο με το πραγματικό ερώτημα που αναγράφεται πάνω στο ψηφοδέλτιο. Πολλοί Βρετανοί ψηφοφόροι, για παράδειγμα, πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να διαμαρτυρηθούν μέσω της ψήφου τους, χωρίς επίγνωση των συνεπειών.

Μένει να δούμε τι στάση θα κρατήσει ο Μπόρις Τζόνσον, ο ηγέτης της εκστρατείας υπέρ του Brexit, αν είναι αυτός που θα διαδεχθεί τον Κάμερον ως πρωθυπουργός. Η διενέργεια δεύτερου δημοψηφίσματος θα αποτελέσει κίνηση μέγιστου κυνισμού εκ μέρους του, και θα ενισχύσει την ιδέα που συμμερίζεται ένα μεγάλο μέρος του λαού: ότι οι φτωχοί και οι καταφρονεμένοι ερωτώνται για την άποψή τους μέχρι να δώσουν την απάντηση που θέλουν οι εγχώριες και ευρωπαϊκές ελίτ.

Απ’ την άλλη, τίποτα δεν μπορεί τυπικά να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο – δηλαδή την επανάληψη του δημοψηφίσματος για το Brexit.

Πηγή: fortune.com