Γιατί το διαδίκτυο των πραγμάτων είναι το νέο επενδυτικό Ελντοράντο

Γιατί το διαδίκτυο των πραγμάτων είναι το νέο επενδυτικό Ελντοράντο

Οι ειδικοί συμφωνούν ότι τα προϊόντα που συνδέονται με το ίντερνετ θα αποτελέσουν τεράστια επιχειρηματική ευκαιρία.

της Έριν Γκρίφιθ

Με το «διαδίκτυο των πραγμάτων», το ζήτημα δεν είναι …εάν. Το ζήτημα είναι πότε, πόσο μεγάλο, και ποιος θα δρέψει τα μεγάλα κέρδη. Έτσι, τουλάχιστον, σκέφτονται πολλοί επενδυτές, τεχνολογικοί όμιλοι και επενδυτικές τράπεζες, θεωρώντας τον κλάδο ως τη μεγαλύτερη ευκαιρία από τότε που τα έξυπνα τηλέφωνα και οι ταμπλέτες σάρωσαν τον κόσμο.

Μπορεί να σας έλκει ή μπορεί και να σας αφήνει αδιάφορο η ιδέα του να χρησιμοποιείτε το τηλέφωνό σας για να ελέγχετε τον θερμοστάτη και το συναγερμό του σπιτιού σας από απόσταση χιλιομέτρων, ή να φοράτε ένα έξυπνο ρολόι ή ένα σύστημα αξιολόγησης της φυσικής σας κατάστασης – για να αναφέρουμε μερικά προϊόντα που έρχονται στο μυαλό όταν μιλάμε για το διαδίκτυο των πραγμάτων. Όμως, ο όρος αφορά ένα πολύ μεγαλύτερο και λιγότερο ορατό σύμπαν χρήσεων – οτιδήποτε από αυτοκίνητα μέχρι πλατφόρμες άντλησης πετρελαίου και εργοστασιακές μηχανές που στέλνουν δεδομένα το ένα στο άλλο. Και κάπου εκεί, ανάμεσα στις καταναλωτικές και τις επιχειρηματικές εφαρμογές, βλέπουμε τους αναλυτές να σπρώχνονται για το ποιος θα κάνει τη μεγαλύτερη πρόβλεψη για την αξία της αγοράς: 1,9 τρισεκατομμύρια από τη Gartner, 7,1 τρισεκατομμύρια από την IDC, 19 τρισεκατομμύρια από τη Cisco. Αναφέρονται άραγε σε συσκευές ή δολάρια; ΟΚ, αναφέρονται σε δολάρια, αλλά τι μας νοιάζει; Είναι σαφές ότι μιλάμε για κάτι τεράστιο!

Για τους επενδυτές, αυτή η ζέση προκαλεί ένα εξαιρετικά οικείο άγχος: το να μην χαθεί το next big thing. Στην πραγματικότητα, θα υπάρξει οπωσδήποτε κάποια απογοήτευση. Υπάρχουν ελάχιστες εταιρείες για να επενδύσει κάποιος, κι αυτές που παρουσιάζουν τις περισσότερες ευκαιρίες είναι είτε πολύ νέες και με ρίσκο, είτε θαμμένες μέσα σε ομίλους τόσο μεγάλους που η επίδραση των συνδεδεμένων προϊόντων θα αμβλυνθεί. Πάντως, όπως θα δούμε, υπάρχουν κάποιες ευκαιρίες σε απρόσμενους χώρους.

Ο ενθουσιασμός που υπάρχει στις γραμμές των κεφαλαιούχων επιχειρηματικών συμμετοχών και των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας συνιστά εμπόδιο για τους μεμονωμένους επενδυτές. Για παράδειγμα, όταν ο Τζος Έλμαν, εταίρος στην εταιρεία κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών Greylock Partners, επένδυσε στη startup SmartThings που ειδικεύεται στο «έξυπνο σπίτι», περίμενε ότι θα χρειαστεί αναμονή δύο-τριών ετών μέχρι την απογείωση του κλάδου. Τότε, η Google εξαγόρασε τη Nest, κατασκευάστρια διαδικτυακά συνδεόμενων θερμοστατών, για 3,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Αμέσως μετά, η ίδια η Nest πρόλαβε και …μάζεψε τη Dropcam, κατασκευάστρια εταιρεία βιντεοκαμερών που συνδέονται στο διαδίκτυο, για 555 εκατομμύρια δολάρια. «Τη στιγμή που συνέβη αυτό, άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου» λέει ο Έλμαν. Καθώς η Google κινείτο επιθετικά, και οι άλλες μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας ήρθαν στο προσκήνιο με τις δικές τους στρατηγικές. Και τι σημαίνει αυτό; Εξαγορές. Τον Αύγουστο, λιγότερο από ένα χρόνο από την επένδυση του Έλμαν, η Samsung εξαγόρασε τη SmartThings.

Γιατί η Google έδωσε τόσα χρήματα για την εξαγορά της Nest

Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι υπάρχουν ελάχιστες «αμιγείς» επιλογές για τους επενδυτές. Η SmartThings δεν πρόκειται να αποδώσει ουσιαστικό εισόδημα στη Samsung παρά μόνο μετά από χρόνια. Τα έσοδα από τη Nest και τη Dropcam θα είναι σταγόνα στον ωκεανό των 56 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Google. Άλλα επιτυχημένα καταναλωτικά προϊόντα – όπως τα Pebble, Fitbit και Jawbone – δεν προσφέρονται για επενδύσεις εφόσον οι εταιρείες είναι μη εισηγμένες, στα χέρια ιδιωτών. Το μόνο στοίχημα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καλό είναι η Garmin, η εταιρεία πλοήγησης οχημάτων που όρισε εκ νέου τον εαυτό της ως πωλητή έξυπνων ρολογιών, συσκευών αξιολόγησης φυσικής κατάστασης, και συσκευών εντοπισμού κατοικίδιων ζώων. Το τελευταίο τρίμηνο, ο μισός τζίρος της Garmin προήλθε από την πώληση προϊόντων που δεν σχετίζονται με την αυτοκίνηση – με την τιμή των μετοχών ανεβασμένη κατά 33% φέτος – αλλά η διάρκεια της δόξας της μπορεί να μην είναι μεγάλη. Και αυτή αλλά και άλλες εταιρείες που κατασκευάζουν έξυπνα ρολόγια μπορεί να δουν τις πωλήσεις τους να πλήττονται από το νέο προϊόν της Apple.

Ευτυχώς για τους επενδυτές, τα καταναλωτικά προϊόντα είναι ένα μικρό μόνο μέρος της συνολικής αγοράς. Οι χρήσεις για αισθητήρες, ένα εξάρτημα σχεδόν καθεμιάς διασυνδεδεμένης συσκευής, είναι ατελείωτες, από χώρους στάθμευσης μέχρι μηχανές αεροπλάνων. «Δεν θα είναι απλώς θέμα επένδυσης στην τεχνολογία» λέει η Ντέμπορα Κοχ, μάνατζερ του τεχνολογικού fund Northern Trust. Θα είναι ένα κίνημα παραγωγικότητας που θα δώσει ώθηση σε ολόκληρη την οικονομία». Το συμπέρασμά της είναι, πάντως, ότι δεν μπορούμε ακόμα να διαλέξουμε τους νικητές, εφόσον είναι πολύ νωρίς και οι παλαιότεροι τομείς είναι απίθανο να υιοθετήσουν τη συγκεκριμένη τεχνολογία πριν περάσουν τρία έως πέντε χρόνια.

Ένα μεγάλο μέρος της προόδου στις διαδικτυακά διασυνδεδεμένες συσκευές λαμβάνει χώρα εντός ακλόνητων γιγάντων όπως η GE. Η εταιρεία αποδίδει ένα μέρος του τζίρου της – άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων – σε 43 «βιομηχανικά διαδικτυακά» προϊόντα, και οι μεγαλύτεροι αγοραστές τους είναι πελάτες απ’ τους τομείς της αεροπορίας και του σιδηροδρόμου. Αυτές οι εταιρείες, σύμφωνα με τη Μπεθ Κόμστοκ, υπεύθυνη μάρκετινγκ της GE, ήδη διαθέτουν τμήματα πληροφορικής τεχνολογίας και γνωρίζουν πώς να εκμεταλλευτούν τα δεδομένα που προκύπτουν από αισθητήρες για σκοπούς όπως, π.χ., η βελτίωση της αποτελεσματικότητας καυσίμου ή η αύξηση της ταχύτητας των τρένων.

Αντί να εστιάζουν σε τελικά προϊόντα, πολλοί επενδυτές στοιχηματίζουν στους προμηθευτές. Εξάλλου, για να επιτευχθούν αυτές οι συνδέσεις, κάποιος πρέπει να κατασκευάσει τα δισεκατομμύρια φύλλα ημιαγωγών (τσιπ) που τις επιτρέπουν. «Σε σχέση με τους πιο εμφανείς τρόπους ‘παιξίματος’ στο διαδίκτυο των πραγμάτων, θεωρούμε ότι η ζήτηση για τσιπ είναι υγιής και μάλλον υποτιμημένη από την αγορά» επισημαίνει ο Πολ Έμπνερ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στη BlackRock. Η εταιρεία του έχει υποστηρίξει κατασκευαστές τσιπ που προμηθεύουν την αυτοκινητοβιομηχανία, εφόσον οι κατασκευαστές αυτοκινήτων αγοράζουν 8% των ημιαγωγών.

Δείτε πως μπορείτε να φτιάξετε το «έξυπνο» σπίτι

Η Qualcomm, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής τσιπ στον κόσμο, τροφοδοτεί σχεδόν κάθε νέο έξυπνο τηλέφωνο. Αυτή η κυριαρχία θα αναδείξει την εταιρεία σε σημαντικό «παίκτη». Πράγματι, η πρόσφατη εξαγορά της βρετανικής εταιρείας ημιαγωγών CSR για 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια δείχνει την πρόθεση της Qualcomm να μπει δυνατά στο διαδίκτυο των πραγμάτων. Η CSR πουλά φύλλα ημιαγωγών για αυτοκίνητα, εκτυπωτές και ασύρματα ηχητικά συστήματα, αγορές οι οποίες, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Qualcomm Στίβεν Μόλλενκοπφ, θα τροφοδοτήσουν την ετήσια ανάπτυξη της εταιρείας που προβλέπεται να είναι 8% – 10%. Η τιμή της μετοχής της εταιρείας επλήγη πρόσφατα από κάποιες διαμάχες με κινέζους κατόχους άδειας, οδηγώντας το λόγο τιμής / κερδών στο 14, μια πραγματική ευκαιρία για μια αναπτυσσόμενη εταιρεία τεχνολογίας.

Επίσης, υπάρχει και η ARM Holdings, η οποία παραχωρεί την αρχιτεκτονική των επεξεργαστών που τροφοδοτεί 95% των έξυπνων τηλεφώνων παγκοσμίας. Η σχετικά μικρή εταιρεία (με τζίρο 1,8 δισεκατομμύρια το 2013) έχει ήδη αφήσει πίσω της το γίγαντα Intel στα τσιπ κινητών τηλεφώνων, και ακολουθεί πορεία μεγέθυνσης μέσω των παραχωρήσεων αδειών για διασυνδεδεμένες συσκευές: Μισά από τα 10 δισεκατομμύρια τσιπ που οι κάτοχοι των αδειών της πούλησαν πέρυσι προορίζονταν για μη κινητές συσκευές, όπως π.χ. οικιακές συσκευές. Τον Οκτώβριο, η εταιρεία παρουσίασε ένα τσιπ σχεδιασμένο ειδικά για χρήση σε εργοστασιακές μηχανές, αυτοκίνητα και έξυπνα σπίτια.

Η πιο αντιπροσωπευτική εταιρεία για επένδυση στον κλάδο αυτό είναι η Sierra Wireless, η οποία κατασκευάζει ασύρματες συσκευές, με χρηματιστηριακή αξία 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Όλα τα έσοδα της εταιρείας προέρχονται από αυτή την κατηγορία, με πελάτες αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η Chrysler, η Renault και η Dezo, η οποία προμηθεύει την Toyota καθώς και άλλες βιομηχανικές εταιρείες. Η Sierra έχει υψηλό προθεσμιακό δείκτη κερδών ανά μετοχή (33), αλλά αυτός δικαιολογείται από την προβλεπόμενη αύξηση κερδών κατά 81% για τα επόμενα πέντε χρόνια. «Μπορεί κανείς να κινηθεί πιο γρήγορα με μια μικρή εταιρεία με μικρότερο επίπεδο διείσδυσης στην αγορά, απ’ ότι με μεγαθήρια όπως η Cisco, η Qualcomm ή η GE», λέει ο Τζον Μπράιτ, διευθυντής της Avondale Partners.

H Cisco, το εν λόγω μεγαθήριο, κινείται όσο ταχύτερα μπορεί. Ο διευθύνων σύμβουλος Τζον Τσέιμπερς έχει ποντάρει το μέλλον της εταιρείας σε αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «διαδίκτυο των πάντων», κυκλοφορόντας 800 προϊόντα όπως ασύρματα δίκτυα για ορυχεία και εργοστάσια. «Στον κλάδο των δικτύων βρίσκονται πολύ μπροστά από τον ανταγωνισμό», λέει η αναλύτρια της Goldman Sachs Σιμόνα Ιανκόβσκι. Οι 10.000 πελάτες της Cisco που έχουν συνδεδεμένο εξοπλισμό αποφέρουν έσοδα 2,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα συνολικά 4,9 δισεκατομμύρια δολάρια εσόδων της εταιρείας. Αυτό μπορεί να μην επαρκεί για να τονωθεί η τιμή της μετοχής της, η οποία κατέρρευσε μετά τη φούσκα του dotcom το 2000 (η εταιρεία έχει προσπαθήσει πολλές φορές να ανακάμψει καθώς η ζήτηση για τον δικτυακό της εξοπλισμό μειώνεται) και δε φαίνεται να μεταβάλλεται έκτοτε.

Παρ’ όλ’ αυτά, οι τοστιέρες, οι γκαραζόπορτες και τα κλιματιστικά κάπως πρέπει να συνδεθούν στο διαδίκτυο. Βραχυπρόθεσμα, η Cisco και οι αντίστοιχες εταιρείες θα έχουν μεγάλη ζήτηση. Ο Τεντ Σκάλιζ, που διαχειρίζεται το επενδυτικό κεφάλαιο TIAA-CREF Mid-Cap Growth Fund, με μέσες ετήσιες αποδόσεις 16,9% τα τελευταία πέντε χρόνια (έναντι 15,9% του S&P 500) πιστεύει ότι ο εξοπλισμός που συνδέεται στο διαδίκτυο τελικά θα εμπορευματοποιηθεί. Όμως, πιστεύει ότι εταιρείες ασύρματων δικτύων όπως η Aruba, η Ruckus Wireless και η Netgear θα συνεχίσουν να καταγράφουν πολύ καλά αποτελέσματα μέχρι να αρχίσουν να αισθάνονται την πίεση από την πτώση των τιμών στα κέρδη τους.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, μόλις ο εξοπλισμός εδραιωθεί σε μερικά χρόνια από τώρα οι δημιουργοί λογισμικού θα βοηθήσουν στην αξιοποίηση όλων των δεδομένων που συλλέγονται από τις συσκευές. «Είναι ακόμα σε στάδιο εξέλιξης και αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της λειτουργίας του στο μέλλον», λέει ο Κοχ. Οι εταιρείες μεγάλων δεδομένων όπως η Spunk (τις μετοχές της οποίας έχει στην κατοχή του) και η Hortonworks (η οποία έχει υποβάλει αίτημα για έναρξη διαπραγμάτευσης της μετοχής της) θα βρεθούν στο προσκήνιο της τάσης.

Μέχρι στιγμής οι προοπτικές αξιοποίησης του Διαδικτύου των πραγμάτων ξεπερνούν την πραγματικότητα. Η ερευνητική εταιρεία Gartner προβλέπει ότι η μόδα σύντομα θα μεταβληθεί σε «τέλμα απομυθοποίησης», ακολουθούμενο από μια «ανάκαμψη επιφοίτησης» και τελικά ένα «πλατό παραγωγικότητας». Ο Τιμ Χέρμπερτ, αντιπρόεδρος έρευνας και πληροφόρησης αγοράς της CompTIA, αναφέρει: «Συχνά, υπερεκτιμούμε τις βραχυπρόθεσμες και υποτιμούμε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της τεχνολογίας».

Τα καλά νέα είναι ότι ο θόρυβος που έχει δημιουργηθεί στα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν έχει οδηγήσει σε παράλογες αυξήσεις των τιμών των μετοχών. «Μοιάζει περισσότερο με την περίοδο του 1995, παρά με εκείνη του 1999-2000», λέει η Σιμόνα Ιανκόβσκι της Goldman Sachs. «Είναι πραγματική τάση και υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά δε θα έλεγα ότι έχει ξεφύγει από τον έλεγχο ακόμα». Η λέξη-κλειδί, φυσικά, είναι «ακόμα».

Διαβάστε περισσότερα για επενδύσεις στο νέο τεύχος του Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα