Η «σκληρή αγάπη» του ΔΝΤ

Η «σκληρή αγάπη» του ΔΝΤ

Μία μικρή κρυφή ματιά στους μηχανισμούς του μυστικοπαθούς διεθνούς οργανισμού που «κυβερνά» τον κόσμο.

Πριν από δύο χρόνια, ο Λιακουάτ Αχάμεντ, πρώην επικεφαλής του τμήματος επενδύσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας που το «γύρισε» ξαφνικά σε συγγραφέας και το 2010 βραβεύτηκε με Pulitzer για το βιβλίο του «Lords of Finance: The Bankers Who Broke The World» που πραγματεύεται το κραχ του 1929, πήρε την σπάνια άδεια να εξιχνιάσει ένα μέγα διεθνές… μυστήριο: ποιο είναι το πραγματικό πρόσωπο των 2.400 σκληροτράχηλων υπαλλήλων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ΔΝΤ.

Παρέα λοιπόν με την φωτογράφο Έλι Ριντ περιηγήθηκαν για λίγο στα κεντρικά γραφεία του διεθνούς οργανισμού στην Ουάσιγκτον κι έπειτα μετείχαν σε μία ετήσια σύνοδο στο Τόκιο, σε μία αποστολή κλιμακίου των ξένων δανειστών στο Δουβλίνο και σε ένα ταξίδι στο Μαπούτο της Μοζαμβίκης, όπου το ΔΝΤ λειτουργεί ως σύμβουλος ανάπτυξης της χώρας.

Κι όλα αυτά -φωτογραφίες κι εμπειρίες- τις μετέφερε στο νέο του βιβλίο υπό τον τίτλο «Money and Tough Love: On Tour with the IMF», που εκδόθηκε από την Visual Editions κι έχει εισπράξει ποικίλες κριτικές, εκ των οποίων οι περισσότερες είναι δηλητηριώδεις. Κατά πρώτον και κυριότερο, επειδή στερείται αποκαλύψεων για τους «σκοτεινούς» μηχανισμούς του ΔΝΤ, το οποίο «ψιλοχαϊδεύει».

Ο ίδιος ο συγγραφέας άλλωστε παραδέχεται ότι πήρε το ελεύθερο, καθώς ήταν ένθεν κι ένθεν σίγουρο ότι «δεν θα λειτουργούσα ως ταραξίας». Σε όλες τις κρίσιμες συναντήσεις λοιπόν ο Αχάμεντ ήταν αδιαμαρτύρητα εκτός, αρκούμενος να καταγράφει εικόνες κι εντυπώσεις στην απ’ έξω.

Ακόμη κι έτσι πάντως είχε κάποια ενδιαφέροντα περιστατικά να αφηγηθεί, ρίχνοντας μία κλεφτή ματιά στην κλειδαρότρυπα ενός από τους πιο μυστικοπαθείς οργανισμούς στον κόσμο.

Μεταφέρει για παράδειγμα το γεγονός ότι οι υπάλληλοι του ΔΝΤ εκλαμβάνουν την παγκόσμια αντιδημοφιλία τους «σαν παράσημο, καθώς θεωρούν ότι λειτουργούν ως οικονομικοί «γιατροί» που είναι πρόθυμοι να συνταγογραφήσουν το βαρύ, αλλά αναγκαίο «φάρμακο». Έτσι τουλάχιστον το βλέπουν αυτοί.

«Αυτό που λέει ο τυπικός υπάλληλος του ΔΝΤ είναι: “εάν δεν ερχόμασταν με αυτά τα χρήματα, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα”», γράφει ο Αχάμεντ. «Έτσι δικαιολογούν το έργο τους στον ίδιο τον εαυτό τους. Υποστηρίζουν ότι οι τελικές αποφάσεις έγκεινται στις κυβερνήσεις. “Εάν μπορούν να βρουν μία δέσμη μέτρων που να μας ικανοποιεί, εμείς ευχαρίστως τότε θα δεχόμασταν κάθε εναλλακτική που περιορίζει το κοινωνικό κόστος” υποστηρίζουν».

Όμως «έχουν μετρήσει λάθος τις καταστάσεις», σχολιάζει. «Δεν είμαι σίγουρος εάν το έπραξαν στην Ιρλανδία, όμως το έκαναν σίγουρα στην Ασία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Έχουν πλήρη επίγνωση ότι λειτουργούν σε μια ομίχλη αβεβαιότητας». Κοντολογίς, ο Αμάχμεντ μας επιβεβαιώνει το γνωστό: στο ΔΝΤ λειτουργούν… «στου κασίδη το κεφάλι»!

Ίσως γι’ αυτό πολλές φορές τα στελέχη του ΔΝΤ και των κυβερνήσεων δείχνουν να μιλούν εντελώς διαφορετικές «γλώσσες», αναφέρει ο συγγραφέας. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μνημονεύει τη συνάντηση στο Τόκιο, όπου ήταν και αυτός παρόν.

«Όταν κάποιος ρώτησε το πάνελ για το κόστος της δημοσιονομικής λιτότητας στον κοινωνικό ιστό των χωρών που βρίσκονται σε κρίση και γιατί κατά τη γνώμη τους δεν έχει νόημα να γίνονται με αργό ρυθμό οι περικοπές στους εθνικούς προϋπολογισμούς, ο Γιέργκ Άσμουσεν προσπάθησε να απαντήσει με έναν παραλληλισμό»:

«Εάν θέλει κανείς να κόψει την ουρά μιας γάτας, καλύτερα να το κάνει μονομιάς, και όχι σε φέτες, είπε. Όμως αυτό μάλλον μπέρδεψε τους Ιάπωνες, που έμειναν με την εύλογη απορία: μα καλά, γιατί να θέλει κανείς να κόψει την ουρά της γάτας;».

Η Βαβέλ -σημειολογική και ιδεολογική- υπάρχει ακόμη και στους ίδιους του κόλπους του ΔΝΤ, παρατηρεί ο Αχάμεντ. Σε αυτό το κομμάτι, η αφορμή με την οποία καταπιάνεται είναι οι διαφορές μεταξύ του ΔΝΤ και των Γερμανών, όσον αφορά την πολιτική σκληρής λιτότητας που υπαγορεύει το Βερολίνο στην Ευρώπη. «Με ανακούφισε η διαπίστωση ότι ο διεθνής οργανισμός είχε την επιδεξιότητα να αντλήσει διδάγματα από τα λάθη του», αναφέρει.

«Οι Γερμανοί αντίθετα δείχνουν να μην έχουν ούτε μία αμφιβολία. Είναι τόσο πεπεισμένοι για την ορθότητα της πολιτικής τους, ώστε είναι πάντα άκαμπτοι και δογματικοί. Τολμώ να πω γερμανικοί!».

Και οι διαφορές στις τάξεις του ίδιου του οργανισμού; Με περισσή ευκολία, ο Αχάμεντ αρκείται σε απλοϊκές… σημειολογικού τύπου επισημάνσεις. «Όλοι οι υπάλληλοι ακολουθούν τον ίδιο ενδυματολογικό κώδικα, εκτός από δύο ομάδες», αναφέρει.

«Αφενός είναι οι Ιρανοί που έχουν αυτήν την παράξενη συνήθεια να κουμπώνουν μέχρι πάνω τον γιακά στα πουκάμισα, αλλά αρνούνται να φορέσουν γραβάτες. Αφετέρου είναι οι manager των hedge funds που είναι κυρίως νέοι, πάντα σε φόρμα, φορούν ντιζαϊνάτα κοστούμια και αρνούνται επίσης να φορέσουν γραβάτα για αντίστοιχους λόγους με αυτούς των Ιρανών. Θέλουν να δείξουν μάλλον αμήχανα ότι είναι απελευθερωμένοι από τις κοινωνικές συμβάσεις».

Όσο για την εργασιακή καθημερινότητά τους; «Όταν οι υπάλληλοι είναι σε αποστολή, εργάζονται σκληρά», υποστηρίζει. «Μια τυπική εργάσιμη μπορεί να φθάσει τις 18 ώρες. Δεν βγαίνουν το βράδυ. Όμως η ατμόσφαιρα στην Ουάσιγκτον δεν θυμίζει σε τίποτε το στρεσογόνο περιβάλλον που επικρατεί στις επενδυτικές τράπεζες, στο υπουργείο Οικονομικών ή ακόμη και στον Λευκό Οίκο. Έρχονται ως τεχνοκράτες. Δεν αισθάνονται το βάρος του προβλήματος. Έχουν τεράστια επαγγελματική έπαρση. Και θεωρούν εαυτούς διεθνείς δημόσιους υπαλλήλους».