Stress tests: Έλλειμμα ύψους 25 δισ. ευρώ για 25 τράπεζες

Stress tests: Έλλειμμα ύψους 25 δισ. ευρώ για 25 τράπεζες

Ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα των δοκιμασιών αντοχής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - Χωρίς σημαντικά κεφαλαιακά κενά οι ελληνικές τράπεζες που περνούν το test.

Στη δημοσιότητα έδωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τα αποτελέσματα των ασκήσεων προσημείωσης ακραίων καταστάσεων ή αλλιώς stress tests που διενήργησε για 130 ευρωπαϊκές τράπεζες. Σύμφωνα με αυτά, από τις 130 τράπεζες που ελέγχθηκαν οι 105 πέρασαν με επιτυχία τα τεστ ενώ δεν κατάφεραν να περάσουν τον κεφαλαιακό πήχη του 5,5% 25 τράπεζες.

Από τις ελληνικές τράπεζες η Αlpha Bank πέρασε με επιτυχία τα τεστ καθώς συμπεριλαμβάνεται στην ομάδα των 105 τραπεζών, ενώ οι υπόλοιπες τρείς τράπεζες -Πειραιώς, Εθνική και Εurobank– παρόλο που βρίσκονται στη δεύτερη ομάδα, περνούν τα τεστ με αστερίσκους.

Από τα τεστ αντοχής προκύπτει κεφαλαιακό έλλειμμα ύψους 25 δισ.ευρώ για 25 εκ των 130 τραπεζών που συμμετείχαν στη δοκιμασία. Όπως ανακοινώθηκε, εξ αυτών οι 12 τράπεζες έχουν ήδη καλύψει το σχετικό κενό, αυξάνοντας τα κεφάλαιά τους κατά 15 δισ.ευρώ στη διάρκεια του 2014. Στην -υπο ομάδα – αυτή περιλαμβάνεται η Τράπεζα Πειραιώς.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση αυτή, η αξία των στοιχείων ενεργητικού του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα πρέπει να αναπροσαρμοστεί κατά 48 δισ.ευρώ, ενώ τμήμα 37 δισ.ευρώ εξ’αυτών δεν προκαλεί κεφαλαιακό έλλειμμα.

Συνολικά, η επίπτωση στις τράπεζες από τον έλεγχο της ΕΚΤ ανέρχεται σε 62 δισ.ευρώ εκ των οποίων τα 25 δισ.ευρώ αφορούν σε κεφαλαιακό έλλειμμα και τα 37 δισ.ευρώ στην προσαρμογή της αξίας του ενεργητικού τους.

Η ΕΚΤ διαπίστωσε επίσης ότι οι 130 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες είναι εκτεθειμένες σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια επιπλέον ύψους 136 δισ.ευρώ.

Σε ό,τι αφορά τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες φαίνεται να εμφανίζουν μηδαμινές κεφαλαιακές ανάγκες, μετά την παραδοχή της ΕΚΤ για την χρήση στοιχείων 2014 (μετά ΑΜΚ και σχεδίων αναδιάρθρωσης).

Συγκεκριμένα, προκύπτουν κεφαλαιακές ανάγκες για την Eurobank και την Εθνική, ωστόσο, όπως διευκρινίζει η ΕΚΤ με τον συνυπολογισμό των σχεδίων αναδιάρθρωσης, των πρόσφατων οικονομικών αποτελεσμάτων και άλλων ενεργειών που έχουν πραγματοποιήσει οι διοικήσεις των δυο τραπεζών, τότε οι κεφαλαιακές ανάγκες εξαλείφονται. «Με τον υπολογισμό των δυναμικών στοιχείων των ισολογισμών οι δύο τράπεζες δεν έχουν ή πρακτικά δεν έχουν κεφαλαιακές ανάγκες», αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΚΤ.

Για την Τράπεζα Πειραιώς o Στατικός Ισολογισμός, σε συνδυασμό με την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 1,75 δισ ευρώ, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο 2014, μετά την αποπληρωμή των 750 εκατ. ευρώ προνομιούχων μετοχών του Ελληνικού Δημοσίου τον Μάιο 2014, οδηγεί σε δείκτη CET1 της Τράπεζας στο 10,7% και 6,1% στο «βασικό» και στο «δυσμενές» σενάριο αντίστοιχα.

Η Alpha Bank ολοκληρώνει με επιτυχία τη Συνολική Αξιολόγηση της ΕΚΤ υπό την παραδοχή του Στατικού Ισολογισμού στο δυσμενές σενάριο με δείκτη CET1 8,07% και κεφαλαιακό πλεόνασμα 1,3 δισ. ευρώ. Υπό την παραδοχή του Δυναμικού ισολογισμού στο δυσμενές σενάριο ο δείκτης CET1 ανέρχεται σε 8,45% και το κεφαλαιακό πλεόνασμα σε 1,8 δισ. ευρώ.

Για την Εθνική Τράπεζα προέκυψαν κεφαλαιακές ανάγκες ύψους 930 εκατ. ευρώ, ενώ για την Eurobank οι κεφαλαιακές ανάγκες ύψους 1,76 δισ. ευρώ.

H Εθνική Τράπεζα στα τέλη του 2013 παρουσίασε κεφαλαιακές ανάγκες 3,432 δισ. ευρώ, αλλά εχει ήδη αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ. Λαμβάνοντας υπόψιν το σχέδιο αναδιάρθρωσης είχε έλλειμμα 273,28 εκατ. ευρώ.

Τι εκτιμούν οι ελληνικοί τραπεζικοί κύκλοι
Όπως έχουν επισημάνει κατ’ επανάληψη επιτελικά τραπεζικά στελέχη, με την ολοκλήρωση μιας ακόμη αξιολόγησης από τις αρμόδιες τραπεζικές αρχές, η τρίτη τα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες θα επικεντρωθούν πλέον με όλες τους τις δυνάμεις στη διοχέτευση της απαραίτητης ρευστότητας που αποτελεί μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.

Η διαδικασία αξιολόγησης, όπως έχουν αναφέρει τραπεζικά στελέχη σε δηλώσεις τους στον Τύπο, απαιτούσε από μεγάλο αριθμό στελεχών και διευθύνσεων να αφιερώνουν σημαντικό χρόνο και να επικεντρώνουν την προσοχή τους σε επιμέρους ζητήματα που σχετίζονταν με τους ελέγχους στους ισολογισμούς τους, με αποτέλεσμα οι εργασίες της λιανικής τραπεζικής να υστερούν.

Σύμφωνα με δηλώσεις διοικητικών στελεχών και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, οι τράπεζες, ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης, έχουν ξεκινήσει τη διάθεση κεφαλαίων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας αλλά και σε ιδιώτες, για την κάλυψη αναγκών τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις για πρώτη φορά μετά την έναρξη της κρίσης έχει αρχίσει να εμφανίζεται ζήτηση τόσο στη στεγαστική πίστη, όσο και στην καταναλωτική που στην ουσία είχε «παγώσει» τα τελευταία χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, η απελευθέρωση των τραπεζών από το «άγχος» της κεφαλαιακής τους επάρκειάς, δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες να επικεντρωθούν στις βασικές τους τραπεζικές εργασίες και στην προώθηση των κατάλληλων χρηματοδοτικών λύσεων, με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Επίσης θα επικεντρωθούν στο δύσκολο στόχο της προσέλκυσης των καταθέσεων που έφυγαν από τα ταμεία των τραπεζών στη διάρκεια της κρίσης. Έργο που δεν είναι εύκολο καθώς οι τράπεζες δεν έχουν στο «οπλοστάσιο» τους τα υψηλά επιτόκια που προσέφεραν στους καταθέτες ως και μερικούς μήνες πριν, καθώς έχουν πλέον συγκλίνει στα χαμηλά επιτόκια που δίνουν οι τράπεζες της ευρωζώνης. Από την άλλη όμως πλευρά, η επιτυχημένη ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης τους, ενισχύει την αξιοπιστία τους και δίνει το απαραίτητο αίσθημα ασφάλειας που πρέπει να έχει ένα πολίτης για να εμπιστευθεί τις καταθέσεις του σε ένα πιστωτικό ίδρυμα.

Τι αναφέρει η ΕΚΤ για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης
 «Ο ενδελεχής, από έτους, έλεγχος των αντοχών και των θέσεων των 130 μεγαλύτερων τραπεζών της Ευρωζώνης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τις οδήγησε να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους στη διάρκεια του 2013 και του 2014», αναφέρει η ΕΚΤ στη σημερινή ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησής της.

Οι 12 από τις 25 τράπεζες, στις οποίες διαπιστώθηκε συνολικό έλλειμμα ύψους 25 δισ. ευρώ, έχουν ήδη καλύψει το άνοιγμα αυτό με την αύξηση των κεφαλαίων τους κατά 15 δισ. ευρώ μέσα στο 2014. Εξάλλου, οι 30 μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης έλαβαν πρόσθετα μέτρα, μεταξύ των οποίων κεφαλαιακές αυξήσεις συνολικού ύψους 60 δισ. ευρώ, ενισχύοντας τους ισολογισμούς κατά περισσότερο από 200 δισ. ευρώ, μετά την ανακοίνωση τους ελέγχου από την ΕΚΤ τον Ιούλιο του 2013.

«Αυτά τα εμπροσθοβαρή μέτρα αποτελούν μέρος του συνολικά επιτυχημένου αποτελέσματος της άσκησης. Ορισμένα από τα μέτρα που ελήφθησαν το 2013 μείωσαν τις ανεπάρκειες που διαπιστώθηκαν κατά τη συνολική αξιολόγηση: Ορισμένα μέτρα που υιοθετήθηκαν το 2014 μπορεί να προσμετρηθούν για την κάλυψη των κεφαλαιακών ελλειμμάτων», αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΚΤ.

Αυτή η «μοναδική και αυστηρή άσκηση αποτελεί ένα μείζον ορόσημο» στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την ανάληψη του εποπτικού ρόλου των τραπεζών της Ευρωζώνης από την ΕΚΤ από τον Νοέμβριο, δήλωσε ο αντιπρόεδρος της τράπεζας, Βίτορ Κονστάντσιο. «Αυτή η χωρίς προηγούμενο σε βάθος έρευνα των θέσεων των μεγαλύτερων τραπεζών θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη του κοινού στον τραπεζικό τομέα. Ο εντοπισμός προβλημάτων και κινδύνων θα βοηθήσει στη διόρθωση των ισολογισμών και θα κάνει τις τράπεζες πιο ανθεκτικές και εύρωστες. Αυτό αναμένεται να διευκολύνει την αύξηση του δανεισμού στην Ευρώπη που θα συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη», τόνισε ο κ. Κονστάντσιο.

Η Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου του νέου εποπτικού μηχανισμού των τραπεζών Ντανιέλ Νουί τόνισε: «Αυτή η άσκηση αποτελεί μία εξαιρετική αρχή στη σωστή κατεύθυνση. Απαίτησε ιδιαίτερες προσπάθειες και σημαντικούς πόρους από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, περιλαμβανομένων των εθνικών Αρχών των χωρών της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ. Προώθησε την διαφάνεια στον τραπεζικό τομέα και έφερε στην επιφάνεια τις περιοχές των τραπεζών και του συστήματος που χρειάζονται βελτίωση».

Η συνολική αξιολόγηση της ΕΚΤ αποτελείται από τον έλεγχο της ποιότητας ενεργητικού (asset quality review, AQR) των τραπεζών και τον έλεγχο αντοχής (stress test) των τραπεζών την επόμενη τριετία.

Τo AQR έδειξε ότι οι αξίες που είχαν καταχωρημένες στα βιβλία τους οι τράπεζες στο τέλος του 2013 πρέπει να προσαρμοσθούν (να μειωθούν) κατά 48 δισ. ευρώ, κάτι που «θα αποτυπωθεί στους λογαριασμούς τους ή στις απαιτήσεις συνετής διαχείρισης». Οι τράπεζες, για τις οποίες διαπιστώθηκε κεφαλαιακό έλλειμμα, θα πρέπει να ετοιμάσουν σχέδια για την κάλυψή του στις επόμενες δύο εβδομάδες, ενώ θα έχουν χρονικό περιθώριο έως 9 μήνες για να ενισχύσουν ανάλογα τις κεφαλαιακές θέσεις τους.

Χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά έναν ενιαίο ορισμό για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια όλων των τραπεζών, ο έλεγχος διαπίστωσε 18% περισσότερες επισφάλειες από αυτές που έχουν καταγράψει οι τράπεζες, καθώς αυτές αυξάνονται συνολικά κατά 136 δισ. ευρώ σε 879 δισ. ευρώ. Η συνολική αξιολόγηση, επίσης, έδειξε ότι στην περίπτωση του δυσμενούς σεναρίου για την εξέλιξη της οικονομίας της Ευρωζώνης, τα κεφάλαια υψηλής ποιότητας (μετοχικά) των τραπεζών θα μειώνονταν κατά 263 δισ. ευρώ και ο μέσος συντελεστής κεφαλαίων τους CET1 θα μειώνονταν κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, από το 12,4% στο 8,3%. «Αυτή η μείωση είναι μεγαλύτερη από ότι σε προηγούμενους ελέγχους και αποτελεί ένα μέτρο της αυστηρής φύσης της άσκησης», αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΚΤ.

Η άσκηση αντοχής έγινε από τις συμμετέχουσες τράπεζες, την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές Αρχές σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ). Η EBA σχεδίασε τη μεθοδολογία της άσκησης αντοχής, ενώ το δυσμενές σενάριο σχεδιάσθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου σε συνεργασία με τις εθνικές Αρχές, την EBA και την ΕΚΤ. Οι τράπεζες ήταν υποχρεωμένες να έχουν έναν ελάχιστο συντελεστή κεφαλαίων CET 1 ύψους 8% ή 5,5% για το δυσμενές σενάριο.

Μπορείτε να δείτε ολόκληρη την έκθεση της ΕΚΤ εδώ.