Τι περιμένουν οι καταναλωτές από τα ελληνικά brands

Τι περιμένουν οι καταναλωτές από τα ελληνικά brands
People are shopping wearing protected mask at Ermou street at the center of Athens, Greece on April 16, 2021. (Photo by Nikolas Kokovlis/NurPhoto) (Photo by Nikolas Kokovlis / NurPhoto / NurPhoto via AFP) Photo: AFP
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα της έρευνας «Sitecore Brand Authenticity Report» 2022 για τα ελληνικά brands.

Εντυπωσιακά αποτελέσματα για τα ελληνικά brands προκύπτουν από την έρευνα «Sitecore Brand Authenticity Report» 2022, που διεξήχθη από την Sitecore με τη συμμετοχή 1.070 καταναλωτών από την Ελλάδα. Συνολικά οι Έλληνες καταναλωτές επιθυμούν τα brands να θυμούνται τις προηγούμενες αλληλεπιδράσεις τους ενώ ποσοστό 71% απαιτεί από ένα brand να δείχνει ενσυναίσθηση και κατανόηση για να χτίσει μια ισχυρότερη σχέση. Έξι στους δέκα καταναλωτές θέλουν να συνδεθούν με ένα brand σε προσωπικό επίπεδο. Αυτό δείχνει, σύμφωνα με την έρευνα, ότι έχει έρθει η ώρα για τα ελληνικά brands να εγκαταλείψουν τις παλιές πρακτικές και να υιοθετήσουν μια διαφορετική αληθινή συναισθηματική προσέγγιση για να εξασφαλίσουν την ικανοποίηση των πελατών.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας το Brand Loyalty δεν αποτελεί έναν σταθερό στόχο στην Ελλάδα. Μόλις το 18% των καταναλωτών εμφανίζεται να περιγράφει τον εαυτό του ως “οπαδό” του αγαπημένου του brand, ενώ μόνο το 10% δηλώνει ότι είναι “μέλος μιας κοινότητας”. Από την άλλη, μόλις το 4% δηλώνει ότι είναι influencer ή υποστηρικτής του αγαπημένου του brand, με τους κλάδους των καταναλωτικών αγαθών, της καταναλωτικής τεχνολογίας και της υγείας και ευεξίας δημιουργούν το μεγαλύτερο brand loyalty.

Στην πραγματικότητα, σχεδόν όλοι οι ερωτηθέντες (93%) υποστηρίξαν ότι τα brands θα πρέπει να καταβάλλουν συνειδητή προσπάθεια για να διασφαλίσουν ότι οι πελάτες τους αισθάνονται ότι εκπροσωπούνται στο μάρκετινγκ και την επικοινωνία τους. ΟιΈλληνες θέλουν να δουν τους εαυτούς τους να εκπροσωπούνται επαρκώς στις μάρκες από τις οποίες ψωνίζουν. Μάλιστα, το 59% θέλει τα brands να συνδέονται μαζί τους σε προσωπικό επίπεδο, ενώ ένας στους τρεις αναφέρει ότι επέλεξε να ψωνίζει brands που επιδεικνύουν αξίες που ευθυγραμμίζονται με τις δικές τους.

Όσον αφορά την αξιολόγηση των brand κλάδων ως προς τη διαφάνεια και την αυθεντικότητα, οι περισσότερες εταιρείες στην Ελλάδα έλαβαν μέτρια αξιολόγηση. Παρόλο που οι εταιρείες καταναλωτικής τεχνολογίας, καταναλωτικών αγαθών, υγείας και ευεξίας λαμβάνουν τους υψηλότερους βαθμούς, μόνο έναν στους πέντε δηλώνει ότι οι κλάδοι αυτοί είναι «εξαιρετικά διαφανείς και αυθεντικοί». Οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, θεωρούνται οι λιγότερο διαφανείς και αυθεντικές. Εντυπωσιακό εύρημα ήταν επίσης ότι το 74% των ερωτηθέντων συμφώνησε ότι τα brands θα πρέπει να παρουσιάζουν διαφάνεια σχετικά με τα πολιτικά κόμματα και τα κοινωνικά ζητήματα που υποστηρίζουν οικονομικά.

Η υποστήριξη των επιχειρήσεων που ανήκουν σε μειονότητες είναι επίσης σημαντική για τους Έλληνες, με τέσσερις στους δέκα να θέλουν περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες διαθέσιμα από τέτοιες εταιρίες. Οι νεότεροι καταναλωτές είναι πιο πιθανό να ψωνίσουν από μια επωνυμία με ισχυρή ηθική στάση, αν και η τιμή εξακολουθεί να είναι βασικό κριτήριο για την πλειονότητα των καταναλωτών.

Η προσφορά ενός προγράμματος loyalty ή μιας έκπτωσης για πολλαπλές αγορές μπορεί να αντισταθμίσει τις ανατιμήσεις περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα. Επιπλέον, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία πελάτες εκτιμούν επίσης την ξεκάθαρη επικοινωνία, ει δυνατόν, πριν από τις αυξήσεις των τιμών, με το 97% των ερωτηθέντων να σημειώνουν ότι είναι σημαντικό για τα brands να εξηγούν και να είναι διαφανή για τις ανατιμήσεις που κάνουν. Ωστόσο, είναι λιγότερο πιστοί σε προϊόντα, με πολλούς να αναφέρουν ότι η αύξηση τιμών θα τους οδηγούσε προς πιο γενικές μάρκες. Στον αντίποδα, οι νεότεροι καταναλωτές είναι πιο πιθανό να δεχτούν αυξήσεις τιμών από brands που υποστηρίζουν τη δίκαιη αμοιβή του προσωπικού ή για προϊόντα που είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον.

Τέσσερις στους δέκα Έλληνες καταναλωτές δηλώνουν ότι έχουν στραφεί στην ψηφιακή τεχνολογία (40%), ιδίως όσοι είναι κάτω των 44 ετών ή εργάζονται, παρά επιλέγουν την προσωπική αγοραστική εμπειρία (34%). Οι μισοί αισθάνονται ότι έχουν δημιουργήσει μια βαθύτερη σύνδεση με κάποιες εταιρείες φέτος, μέσω της online εμπειρίας τους. Επίσης, περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες καταναλωτές έχουν ψωνίσει από κινητή συσκευή και το 61% κατατάσσει την ευκολία των αγορών μέσω κινητού ως τον πιο σημαντικό τρόπο με τον οποίο ένα brand μπορεί να βελτιώσει την αγοραστική εμπειρία. Τέλος, οι πληρωμές από τρίτους γίνονται επίσης όλο και πιο συνηθισμένες.