Τι πήγε τόσο λάθος στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης;

Τι πήγε τόσο λάθος στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης;
Άνδρας φορώντας μάσκα περπατά σε δρόμο στη Θεσσαλονίκη, την Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020. Μειωμένη η κίνηση στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, μετά τα μέτρα της Κυβέρνησης για την καταπολέμηση της εξάπλωσης του κορονοϊού. Επτά είναι πλέον οι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους στη χώρα μας εξαιτίας του ιού. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΧΗΡΑΣ Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Από την υποδειγματική πορεία του Σεπτεμβρίου στον συλλογικό εφησυχασμό και τον απόλυτο εφιάλτη.

“Στη Θεσσαλονίκη το μάθημα το πήρανε και πάει καλά. Η Αθήνα, όμως, δεν πάει καλά”.Τα λόγια του Σωτήρη Τσιόδρα το βράδυ της 30ης Σεπτεμβρίου, ενώ έβγαινε από γηροκομείο του κέντρου της Αθήνας, στο οποίο είχαν μόλις εντοπιστεί 32 κρούσματα κκορωνοϊού, δεν προμήνυαν αυτό που θα ακολουθούσε στην δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας. Εκείνη την ημέρα, στην Π.Ε Θεσσαλονίκης είχαν εντοπιστεί μόλις τα 12 από τα 354 κρούσματα της χώρας.

Ακριβώς 20 ημέρες αργότερα, την 20η Οκτωβρίου, η ημερήσια καταγραφή έδειχνε 125 νέες μολύνσεις μόνο στη Θεσσαλονίκη. Τριψήφιος αριθμός κρουσμάτων στην πόλη που κατάφερε να πιάσει μέχρι και τον αριθμό των μόλις 2 νέων μολύνσεων (5 Οκτωβρίου). Οι αναφορές πως η Θεσσαλονίκη κατάφερε να κλείσει την πόρτα στον ιό ήταν πλέον παρελθόν.

Οι άμυνες χαλάρωσαν ή και άργησαν πολύ να στηθούν, αφήνοντας πρόσφορο έδαφος στη διασπορά του ιού, που εξελισσόταν με φρενήρη πορεία. Στις 31 Οκτωβρίου, μία εβδομάδα πριν επιβληθεί γενικό lockdown στη χώρα, χτύπησε “κόκκινο” με 839 κρούσματα και μέχρι σήμερα βρίσκεται σταθερά στα υψηλότερα επίπεδα των επιδημιολογικών διαγραμμάτων, έχοντας ξεπεράσει εδώ και καιρό την Π.Ε Αττικής.

Τι πήγε, όμως, τόσο λάθος στη Θεσσαλονίκη; Πώς η υποδειγματική πορεία του Σεπτέμβρη, οδήγησε στον εφησυχασμό ενόψει του δεύτερου κύματος που απειλούσε όλη τη χώρα; Η πόλη έμεινε ανοχύρωτη, καθώς δεν αξιοποιήθηκε το καλό διάστημα των μονοψήφιων αριθμών. Τα μέτρα βρίσκονταν διαρκώς ένα βήμα πίσω, ακoλουθώντας τα επιδημιολογικά δεδομένα, αντί να τα διαβάσουν και να προλάβουν την εκθετική τους αύξηση. Πλέον, όμως, ήταν αργά. Τα εφήμερα “επινίκια”, η ελλιπής προετοιμασία σε συγκοινωνιακό δίκτυο, νοσοκομεία, εστίαση και λιανεμπόριο, η ανοχή των αρχών και η εικόνα ότι η Θεσσαλονίκη βρισκόταν εκτός κινδύνου είχαν δημιουργήσει συλλογικό εφησυχασμό.

Θα έπρεπε να καταλάβουμε τι σημαίνει εκθετική αύξηση”

Κανείς δεν προσέγγισε μαθηματικά την αύξηση των κρουσμάτων, ώστε να καταλάβει και τον κίνδυνο”, εξηγεί στο News 24/7 ο κ. Μαρίνος, επιχειρηματίας στην Θεσσαλονίκη. “Έπρεπε όλοι να το καταλάβουμε. Σε εκείνο ακριβώς το σημείο έπρεπε να παρθούν πιο αυστηρά μέτρα. Ήταν τόσο απλό. Ας γινόταν νωρίτερα το lockdown”. Εξηγώντας πως η πόλη εξ ορισμού έχει διαφορετική δομή, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο συμβάλει στην μετάδοση του ιού, εκτιμά πως υπήρξε εφησυχασμός σε όλα τα επίπεδα. “Η Θεσσαλονίκη έχει ένα κέντρο. Στην Αθήνα μπορεί ένας κάτοικος της Κηφισιάς να κάνει 6 μήνες να πάει στη Γλυφάδα. Εδώ ένας κάτοικος της Τούμπας δεν θα κάνει 6 μήνες να πάει στο κέντρο. Επίσης, μιλάμε για φοιτητούπολη με 100.000 φοιτητές. Και οι μισοί να ήρθαν μετά το καλοκαίρι, δεδομένα κάποιοι θα ήταν φορείς του ιού, χωρίς να λέω πως ευθύνονται αυτοί. Εφησυχάσαμε επειδή ήμασταν καλύτερα από όλους. Δεν έπρεπε να υποτιμήσουμε την πανδημία. Υπήρχε ένας ωχαδερφισμός που ήταν ασέβεια απέναντι στον κίνδυνο. Παράλληλα, δεν υπήρχε η ιατρική αλλά και η μαθηματική αντίληψη των πραγμάτων. Στα μέσα Οκτωβρίου θα έπρεπε να καταλάβουμε τι σημαίνει εκθετική αύξηση”.

Τον γενικό εφησυχασμό, παρατήρησε και η Έλενα Πεϊτσίδου, συντονίστρια Διευθύντρια του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών του Νοσοκομείου Παπανικολάου στην Θεσσαλονίκη, η οποία προσθέτει στην εξίσωση την έλλειψη οργάνωσης στην πρωτοβάθμια Υγεία. Στο νοσοκομείο όπου εργάζεται, τα κρούσματα κκορωνοϊού δεν έχουν σταματήσει να έρχονται από τον Μάρτιο, ωστόσο ήδη από τα μέσα του Οκτώβρη ο αριθμός άρχιζε να ανεβαίνει σταδιακά. “Είναι σημαντικό το πρόβλημα που έχει να κάνει με την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Υπάρχουν κέντρα που είναι πολύ ψηλά στην παροχή φροντίδας αλλά δεν είναι όλα. Το θέμα είναι η πρόληψη και η παρακολούθηση ώστε να μην φτάσουμε στη νοσηλεία. Αν υπήρχε στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα οργανωμένη πρωτοβάθμια, πιστεύω δεν θα φτάναμε σε τόσο μεγάλο κύμα νοσηλειών τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην υπόλοιπη χώρα”. Όπως εξηγεί, με το άνοιγμα των συνόρων, δεν μπορούσε να διαπιστωθεί ποιοι ήταν φορείς του ιού. “Η Ελλάδα πραγματοποιούσε τεστ στα σύνορα, αλλά τι γίνονταν με εκείνους που έρχονταν έχοντας κάνει ήδη τεστ; Τι γινόταν με τις πτήσεις και τις μεταφορές;”, διερωτάται.

“Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου υπήρχε μεγάλος συγχρωτισμός στα λεωφορεία”

Στις αστικές μεταφορές, τα λεωφορεία του ΟΑΣΘ κυκλοφορούσαν μέχρι τα μέσα του Οκτώβρη γεμάτα από κόσμο καθώς μέχρι τότε δεν είχε υπάρξει καμία ενίσχυση του στόλου του οργανισμού, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα. “Μέχρι και τις αρχές Οκτωβρίου υπήρχε όντως πρόβλημα γιατί τα οχήματα που κυκλοφορούσαν ήταν λίγα” εξηγεί ο οδηγός και πρόεδρος των εργαζομένων του ΟΑΣΘ, Γιάννης Δήμκας. “Ειδικά τις ώρες αιχμής, τα πρωινά που ο κόσμος πήγαινε στις δουλειές του και άνοιγαν τα σχολεία, αλλά και τα μεσημέρι, υπήρχε αρκετός συγχρωτισμός μέσα στα λεωφορεία. Από τα μέσα του μήνα και μετά η κατάσταση άρχισε σταδιακά να βελτιώνεται καθώς ενισχύθηκε ο στόλος με ορισμένα οχήματα”. Όπως παρατηρούσε και ο ίδιος ο κ. Δήμκας, η συντριπτική πλειοψηφία των επιβατών φορούσε μάσκα προστασίας, ωστόσο ο συγχρωτισμός μέχρι τα μέσα του Οκτωβρίου δεν μπορούσε να αποφευχθεί, όπως λέει.

Από την ενίσχυση του στόλου του ΟΑΣΘ, ξεχώρισε και το περιστατικό με τα οχήματα που ήρθαν από την Λειψία και τα δώρισε ο δήμος στον Οργανισμό. Ένα από τα τέσσερα λεωφορεία που είχαν τεθεί σε κυκλοφορία μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου, ανέβασε θερμοκρασία και τελικά πήρε φωτιά, ενώ αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τον Πρόεδρο των εργαζομένων κυκλοφορούν δύο από τα συγκεκριμένα λεωφορεία στην πόλη.

Σύμφωνα με τον Γιάννη Δήμκα: “Από την ημέρα που ξεκίνησε το lockdown η κίνηση έχει περιοριστεί στο ελάχιστο. Δεν έχει σχέση βέβαια η εικόνα με αυτή του πρώτου lockdown. Επιπρόσθετα σε αυτά, το τελευταίο διάστημα, η πανδημία χτύπησε και τους εργαζόμενους στον ΟΑΣΘ και έχουμε έλλειψη οδηγών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να έχουν γίνει αναστολές ρεπό και αδειών για να καλυφθούν τα κενά”.

Την εικόνα του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης, θεωρεί υπεύθυνη σε μεγάλο βαθμό και ο Θανάσης Πρανδέκος, ο οποίος έχει γεννηθεί και σπουδάζει στη Θεσσαλονίκη. Θυμάται παράλληλα πως η εικόνα στην αγορά λίγες ημέρες πριν επιβληθεί ο περιορισμός κυκλοφορίας ήταν ασφυκτική. “Στην πόλη έχουμε τεράστιο πρόβλημα συγκοινωνίας. Αυτό συμβαίνει κάθε χρόνο. Είναι πραγματικά ο ένας πάνω στον άλλον. Αυτό ειδικά όλο εκείνο το διάστημα του Οκτώβρη ήταν τρομερό. Επίσης, δεν ρύθμισαν ποτέ την αγορά του κέντρου, όπου υπάρχει τεράστιος συνωστισμός. Ενδεχομένως να ορίζονταν διαφορετικά ωράρια για κάποια καταστήματα. Όλα καταλήγουν εκεί, από όλες τις πλευρές της πόλης. Σε αυτό υπήρχε τεράστια χαλαρότητα από την πολιτεία και στη συνέχεια επαναπαύτηκε και ο κόσμος. Η πολιτεία αποτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό να εμπνεύσει. Στις τράπεζες επίσης υπάρχει ακόμη μεγάλο πρόβλημα και παρατηρώ μεγάλο συνωστισμό μέχρι σήμερα”.

Υπό την ανοχή των αρχών

Τι επικρατούσε, όμως, στην πόλη τους πρώτους μήνες του φθινοπώρου; Οι αναφορές για παράνομα πάρτι τις ημέρες που το δεύτερο κύμα της πανδημίας είχε περάσει το κατώφλι της πόλης, έδειχναν πως τέτοια φαινόμενα έπαιξαν τον δικό τους ρόλο στη διασπορά. “Τον Σεπτέμβριο τα μαγαζιά στα Λαδάδικα ήταν όλα ανοιχτά και είχαν βγάλει σταντ και ηχεία έξω καθώς ο καιρός ήταν καλός”. εξηγεί ο Ταμίας του Συλλόγου Επαγγελματιών Λαδάδικων, Στράτος Λυκοβαρδάκης“Άνοιγαν περίπου στις 20:00 και μέχρι τις 12:00 γινόταν χαμός. Γίνονταν πάρτι και σε περίπου 150 μέτρα μαζεύονταν 2.000 άτομα. Παίρναμε τηλέφωνο την Αστυνομία, η οποία αντί να επιβάλει πρόστιμα, έκανε απλώς παρατηρήσεις. Με το ζόρι τελικά έκλεισε κάποια καταστήματα. Σε ένα μήνα, από όσα έπαιζαν παρανόμως μουσική, έκλεισε μόνο τρία. Μάλιστα, υπήρξε περίπτωση όπου σε κατάστημα με κλειδωμένες πόρτες, μπήκαν μέσα και αυτό ήταν γεμάτο κόσμο”.

Επισημαίνοντας και εκείνος πως “τα μέσα μεταφοράς της Θεσσαλονίκης είναι άθλια”, ο κ. Λυκοβαρδάκης, εκτιμά πως η χαλάρωση που παρατηρήθηκε από αρκετούς πολίτες, έπρεπε να αντιμετωπιστεί εξ αρχής με πρόστιμα από την Αστυνομία.

Από την άλλη πλευρά, ο μπάρμαν Βενιαμίν Αϊβαζίδης, εκτιμά πως η πλειοψηφία των καταστημάτων τηρούσε τα μέτρα προστασίας, χωρίς αυτό να αναιρεί πως υπήρχαν εξαιρέσεις. “Σίγουρα έγιναν λάθος κινήσεις από τον κόσμο. Επιχειρηματίες, καταναλωτές, πελάτες, υπάρχει μία μειοψηφία που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί καταστάσεις. Εγώ στα μαγαζιά έβλεπα ότι τηρούσαν τα μέτρα και πολλοί προσπάθησαν, να προσαρμόσουν τον τρόπο που δουλεύουν. Φυσικά υπήρχαν και εξαιρέσεις που αντί να προσαρμοστούν, απλώς διαμαρτύρονταν για τις νέες συνθήκες”.

Ο κ. Αϊβαζίδης, θεωρεί επίσης πως το κλείσιμο καταστημάτων στις 12 τα μεσάνυχτα, είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργείται συνωστισμός κατά την αποχώρηση των πελατών. “Την ώρα που έκλειναν τα μαγαζιά, στους δρόμους ήταν σαν πρωτοχρονιά” λέει χαρακτηριστικά. “Η ευθύνη όμως βαραίνει αυτόν που ηγείται. Θεωρώ πως είναι λάθος διαχείριση από το κράτος, τα αποτελέσματα αυτό δείχνουν. Τα μέσα μεταφοράς είναι ανύπαρκτα, υπάρχει μία επιλογή, του ΟΑΣΘ, τα λεωφορεία είναι πολύ λίγα, δεν υπάρχει καμία συνέπεια όσον αφορά στους χρόνους και την οριοθέτηση των ανθρώπων που μεταβαίνουν σε αυτά και σίγουρα έπαιξε ρόλο στο να χειροτερέψει η κατάσταση, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό και από την εστίαση”.

Πάντως, το πρόβλημα με τον συνωστισμό σε ορισμένα από τα καταστήματα, επικεντρωνόταν σύμφωνα με τον 36χρονο Υάκινθο Φέρη, κάτοικο της Θεσσαλονίκης και στην παραλία: “Στα παραλιακά mainstream “ελληνάδικα” και κλαμπ, δεν υπήρχε κανένα μέτρο. Μουσική στο τέρμα, κι ο ένας πάνω στον άλλο. Mιλάμε για ένα κεντρικό δρόμο που όλοι γνωρίζουν τι γίνεται. Πέρα από το ανήθικο της συμπεριφοράς των ιδιοκτητών μαγαζιών, όλα γίνονταν μπροστά στις Αρχές. Για ποια ατομική ευθύνη μιλάμε λοιπόν όταν ο ίδιος ο Δήμος άφηνε τη μειοψηφία να ασελγεί εις βάρος της υπευθυνότητας των πολλών;”

Τέλος, καθοριστικός ήταν για τον κ. Φέρη, ο ρόλος τριών γεγονότων, σε συνδυασμό με την “πραγματικά απαράδεκτη κατάσταση στις συγκοινωνίες της πόλης“. Συγκεκριμένα, η συγκέντρωση εκατοντάδων οπαδών του ΠΑΟΚ έξω από κεντρικό ξενοδοχείο της πόλης, ανήμερα της αναμέτρησης με την Κράσνονταρ στις 30 Σεπτεμβρίου, ο συνωστισμός στον εορτασμό του Αγίου Δημητρίου που επετράπη και όπου ιερείς και μητροπολίτες βρέθηκαν χωρίς να τηρούν τα μέτρα προστασίας, αλλά και ορισμένα πάρτι στους χώρους του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, είναι ξεκάθαρο για τον ίδιο πως καθόρισαν την πορεία της πανδημίας στη Θεσσαλονίκη.

Πόσο θα αντέξει το Σύστημα;

Το ερώτημα είναι, τι ακολουθεί. Τα νοσοκομεία έχουν φτάσει εδώ και μέρες στα όριά τους και όλα όσα συνέβαλλαν στο να φτάσει η πόλη σε αυτή την κατάσταση, έχουν πλέον μεταφέρει την πίεση στις δομές Υγείας.

Περιμέναμε την εβδομάδα που πέρασε να δούμε μια κάμψη στις νοσηλείες, αλλά ξαφνικά οι εισαγωγές αυξήθηκαν ξανά. Εκεί που είχαμε 80 – 90 εισαγωγές, την Πέμπτη είχαμε περισσότερες από 110. Η έλλειψη προσωπικού αποτελεί τον σημαντικότερο λόγο που το σύστημα υγείας στην Θεσσαλονίκη ξεπέρασε τα όριά του και αν η κατάσταση συνεχιστεί όπως είναι σήμερα κινδυνεύει με κατάρρευση”, προειδοποιεί ο ραδιολόγος-ακτινολόγος και πρόεδρος του σωματείου των εργαζομένων του ΑΧΕΠΑ κ. Μπάμπης Κοροξενός. Όπως αναφέρει, πλέον έχουν εξαντληθεί τα διαθέσιμα κρεβάτια Μονάδων Εντατικής Θεραπείας.

Συμπληρώνει δε, ότι “τα νοσοκομεία μας κτηριακά αλλά και από άποψη εξοπλισμού, δεν υστερούν σε τίποτα από τα μεγάλα νοσοκομεία παγκόσμιας εμβέλειας. Έχουμε πολύ καλά μηχανήματα πολύ καλούς χώρους στα μεγάλα νοσοκομεία της πόλης. Αυτό που υστερούμε και εκεί που το σύστημα κόλλησε είναι στο προσωπικό. Για παράδειγμα στο ΑΧΕΠΑ ανοίξαμε 46 κρεβάτια ΜΕΘ και το προσωπικό που υπάρχει είναι αυτό που εξυπηρετούσε τα 15. Και πρέπει να συνυπολογίσουμε πως καθημερινά περίπου 40 υγειονομικοί είναι εκτός επειδή νοσούν ή μπαίνουν σε καραντίνα. Έχω την αίσθηση ότι και σήμερα, έχουμε ξεπεράσει τα όρια ασφαλείας στην νοσηλεία.

Η αναφορά του Σωτήρη Τσιόδρα στις 30 Σεπτεμβρίου, όταν τα επιδημιολογικά δεδομένα έδειχναν μια τελείως διαφορετική εικόνα, σήμερα μοιάζει να ανήκει στο μακρινό παρελθόν. Η Θεσσαλονίκη περνάει τις πιο δύσκολες στιγμές των τελευταίων δεκαετιών και αυτό που μένει να φανεί, είναι το κατά πόσο θα αντέξει η πόλη αλλά και αν το διάστημα μετά από την κορύφωση της κρίσης θα γίνουν ξανά τα ίδια λάθη.

Πηγή: News247.gr