Η πορεία προς το άγνωστο και το δημοψήφισμα που δεν ανακοινώθηκε ακόμη

Η πορεία προς το άγνωστο και το δημοψήφισμα που δεν ανακοινώθηκε ακόμη

Τα τέσσερα σενάρια που αναμένεται να οδηγηθεί η Ελλάδα σε περίπτωση που κανείς δεν κάνει πίσω στις διαπραγματεύσεις.

Του Βασίλη Σαμούρκα*

Τα δεδομένα γύρω από την διαπραγμάτευση για την Ελλάδα, μετά και το Eurogroup της 24ης Απριλίου, είναι τα εξής: Οι δανειστές εμμένουν στην άποψη για αύξηση του ΦΠΑ σε ορισμένα προϊόντα στους χαμηλούς συντελεστές, στην εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές συντάξεις, στις ομαδικές απολύσεις, στο πάγωμα της επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, στην αξιοποίηση των πόρων από τις ιδιωτικοποιήσεις για την αποπληρωμή του χρέους, και στη διατήρηση του κατώτατου μισθού στα επίπεδα των 586 ευρώ (μικτά) τον μήνα.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν κόκκινη γραμμή για την κυβέρνηση, η οποία έχει ήδη δρομολογήσει νομοθετικές και πολιτικές πρωτοβουλίες για κατώτατο μισθό, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, χρήση των πόρων από τις αποκρατικοποιήσεις για αναπτυξιακούς σκοπούς, αύξηση του κατώτατου μισθού, πάγωμα της εφαρμογής ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις και διατήρηση του χαμηλού ΦΠΑ σε ορισμένα καταναλωτικά αγαθά.

Αυτά είναι λίγο-πολύ γνωστά κι επαναλαμβανόμενα από τις 20 Φεβρουαρίου και μετά. Αυτό όμως που επίσης παραμένει γνωστό, είναι το γεγονός ότι καμία πλευρά δεν κάνει πίσω. Ούτε οι δανειστές είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν στην ελληνική κυβέρνηση αυτά που ζητάει μέσω της προβολής των έκτακτων συνθηκών που επικρατούν εξαιτίας της ανθρωπιστικής κρίσης, ούτε η ελληνική πλευρά δύναται να φέρει στη βουλή νέα μέτρα λιτότητας με αντάλλαγμα την εκταμίευση χρημάτων, που αναμένεται να φύγουν ξανά από τα κρατικά ταμεία μέχρι το τέλος του καλοκαιριού για να αποπληρώσουν στο ΔΝΤ και την ΕΚΤ ένα ποσό που ξεπερνά τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ.

Με τους Ευρωπαίους αξιωματούχους να δηλώνουν και αυτήν την εβδομάδα ότι η εμπιστοσύνη στην ελληνική κυβέρνηση έχει χαθεί -για ανάγκη επαναφοράς του κλίματος εμπιστοσύνης μίλησε την Τετάρτη ο Ευρωπαίος Επίτροπος για την ανάπτυξη και την απασχόληση Γίρκι Κατάινεν- τα μηνύματα παραμένουν σχεδόν ίδια μετά το τέλος του σύντομου πολιτικού “μήνα του μέλιτος” που ακολούθησε τις πρώτες εξορμήσεις Τσίπρα και Βαρουφάκη στο εξωτερικό.

Επομένως το ερώτημα είναι τι γίνεται τώρα. Τα δεδομένα δείχνουν ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει δύο δρόμους να διαλέξει, εφόσον καμία άλλη εναλλακτική δεν βρεθεί στις ελάχιστες μέρες που απομένουν μέχρι να αρχίσουν να “σκάνε” τα έντοκα γραμμάτια και τα ομόλογα της ΕΚΤ: ή να συνθηκολογήσει, καταπατώντας τις διακηρύξεις με τις οποίες εξελέγη τον Ιανουάριο, ή να ζητήσει μέσω δημοψηφίσματος από τον ελληνικό λαό να εγκρίνει έναν “λιγότερο έντιμο συμβιβασμό” από αυτόν που υποσχέθηκε.

Το φάσμα του δημοψηφίσματος έχει γίνει σημείο αναφοράς για αρκετά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία καλούν τον Αλέξη Τσίπρα να ζητήσει την έγκριση των ψηφοφόρων προτού βάλει την υπογραφή του σε ένα ακόμη “Μνημόνιο” που θα φέρει μαζί του μια “προίκα” νέων υφεσιακών μέτρων λιτότητας – όπως επαναλαμβάνει σε κάθε τόνο ο υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης.

Η εσωκομματική πίεση στον ΣΥΡΙΖΑ είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα επιτρέψει στην ηγεσία του να σκεφτεί οποιαδήποτε συνθηκολόγηση σε θέματα που έχουν να κάνουν με τα χαμηλά εισοδήματα και τα εργασιακά δικαιώματα. Όλη η ρητορική της αντιπολιτευτικής περιόδου και των δύο πρώτων μηνών διακυβέρνησης, στηρίχτηκε πάνω στο -υπαρκτό- πρόβλημα της ανθρωπιστικής κρίσης. Κι αυτό ήταν κάτι που παραδέχτηκαν ανοιχτά και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, με τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ να το δηλώνει μάλιστα δημοσίως.

Η έλλειψη ρευστότητας και η εσωτερική διαμάχη για τη μεταφορά των αποθεματικών των δημόσιων οργανισμών στην ΤτΕ έδειξαν πως οι επιλογές για ταυτόχρονη αποπληρωμή εσωτερικών υποχρεώσεων και δανειστών περιορίζονται πλέον στην εξής μία λύση: τον εσωτερικό δανεισμό. Είτε αυτός έρθει από τα χρήματα δήμων ή περιφερειών, είτε ακόμη κι από τις τραπεζικές καταθέσεις ιδιωτών (εάν κι εφόσον τα πάντα πάνε στραβά και κανείς δεν καταφέρει να βρει μια αχτίδα ρευστότητας ως το τέλος Μαΐου).

To επερχόμενο άνοιγμα των δηλώσεων εισοδήματος και τα σχέδια για εκπτώσεις έως και 15% σε όποιον πληρώσει εξ αρχής τις οφειλές του, δημιουργούν ένα κλίμα ελπίδας για να ξαναζεσταθούν τα δημόσια ταμεία και να πληρωθούν κανονικά οι μισθοί και οι συντάξεις πριν ξεκινήσουν τα καλοκαιρινά μπάνια. Όμως αυτή η αβεβαιότητα δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ. Η χώρα δεν χρηματοδοτείται από τον περασμένο Μάιο κι αυτό ήρθε μετά από έναν συνδυασμό κατάρρευσης της εμπιστοσύνης στην προηγούμενη κυβέρνηση από τους δανειστές -όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς στη συνέντευξή του το Mega- και πολλών πειραματισμών από το νέο οικονομικό επιτελείο που αναλώθηκε για πολύ περισσότερο χρονικό διάστημα από όσο χρειαζόταν στους τύπους κι όχι στην ουσία.

Αυτό ακριβώς είναι το διακύβευμα των ημερών. Και η προσμονή της προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία μοιάζει για πολλούς αναπόφευκτη. Εκτός κι αν η λύση “μπαλαντέρ” που ακούει στο όνομα “κυβέρνηση σωτηρίας” μιας πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ με τα κόμματα της μείζονος αντιπολίτευσης, δώσει τη λύση που πολλοί φέρονται να διστάζουν να (ανα)ζητήσουν μέσω ενός δημοψηφίσματος: τον συμβιβασμό που θα ανοίξει και πάλι τη χρηματοδοτική κάνουλα.

Εάν όμως οι κάλπες είναι το μοναδικό μέσο εκτόνωσης της κατάστασης, τότε η κυβέρνηση οφείλει να προετοιμαστεί για “τρία συν ένα” πολύ απλά σενάρια:

1) μια νέα εκροή καταθέσεων όσων έχουν ακόμη τα χρήματά τους στις τράπεζες
2) μια πιθανή ανακοίνωση απόσυρσης της στήριξης της ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες
3) ένα αποτέλεσμα που θα ζητά συμβιβασμό κι όχι ρήξη
4) μια εντολή ρήξης

Στις τρεις πρώτες περιπτώσεις, η θέση της κυβέρνησης θα αποδυναμωθεί πλήρως, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία μιας χώρας που αναζητά εδώ και αρκετούς μήνες μια στοιχειώδη πολιτική σταθερότητα. Εκτός κι αν το πιθανό αυτό δημοψήφισμα δώσει το πράσινο φως για μετωπική ρήξη. Τότε ο ίδιος ο ελληνικός λαός θα δείξει τι ακριβώς ζητά για το μέλλον του, και η κυβέρνηση θα κάνει αυτό το οποίο αρκετά από τα στελέχη της αναζητούσαν από την πρώτη στιγμή.

Και κάτι τελευταίο. Εάν όλα αυτά συμβαίνουν τώρα για τις συντάξεις και τα εργασιακά δικαιώματα που βασίζονται ως επί το πλείστο στο λεγόμενο “ευρωπαϊκό κεκτημένο”, ποιος ξέρει τι θα συμβεί όταν έρθει με το καλό η ώρα συζήτησης για το ελληνικό χρέος και την πιθανότητα απομείωσής του…

*Ο Βασίλης Σαμούρκας είναι αρχισυντάκτης του FortuneGreece.com