ΔΝΤ: Όχι σε οριζόντια μέτρα για την Ενέργεια, το κόστος να μετακυλιστεί στους καταναλωτές

ΔΝΤ: Όχι σε οριζόντια μέτρα για την Ενέργεια, το κόστος να μετακυλιστεί στους καταναλωτές
Το ΔΝΤ εκτιμά πως κόστος ζωής για το μέσο ευρωπαϊκό νοικοκυριό θα δει αύξηση περίπου 7%, λόγω των υψηλότερων τιμών στην Ενέργεια

Nέες αυξήσεις επιφυλάσσει το άμεσο μέλλον τόσο για τα ελληνικά όσο και για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά λόγω των ανατιμήσεων στις λιανικές τιμές Ενέργειας, με τη χώρα μας να βρίσκεται στις πρώτες θέσεις σε ό,τι αφορά την ακρίβεια λόγω ενεργειακού κόστους το 2022, σύμφωνα με το ΔΝΤ.

Σημειώνεται ότι υψηλότερες αυξήσεις από την Ελλάδα στις λιανικές τιμές ενέργειας θα έχουν η Μεγάλη Βρετανία, η Ολλανδία, η Τσεχία και η Εσθονία. Όπως αναφέρει το Ταμείο, οι ανατιμήσεις έχουν αυξήσει το κόστος διαβίωσης για τους Ευρωπαίους.

Από τις αρχές του περασμένου έτους, το πετρέλαιο διπλασιάστηκε, ο άνθρακας σχεδόν τετραπλασιάστηκε και το ευρωπαϊκό φυσικό αέριο σχεδόν επταπλασιάστηκε.  Καθώς οι τιμές είναι πιθανό να παραμείνουν πάνω από τα προ κρίσης επίπεδα για κάποιο χρονικό διάστημα, η Ευρώπη πρέπει να προσαρμοστεί σε υψηλότερους λογαριασμούς εισαγωγών ορυκτών καυσίμων. Μέτρα… 

Οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να αποτρέψουν την απώλεια πραγματικού εθνικού εισοδήματος, καθώς δεν έχουν άλλη επιλογή από το να επιτρέψουν τη μεταβίβαση του κόστους των καυσίμων στους τελικούς καταναλωτές, ώστε με αυτό τον τρόπο να ενθαρρύνουν την εξοικονόμηση ενέργειας. Η πολιτική θα πρέπει να αλλάξει και να δίδονται επιδόματα και διευκολύνσεις όπως η επιβολή πλαφόν μόνο σε νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα.

Σε αυτό το πλάισιο, στο νέο ενημερωτικό του σημείωμα, το ΔΝΤ εκτιμά πως κόστος ζωής για το μέσο ευρωπαϊκό νοικοκυριό θα δει αύξηση περίπου 7%, λόγω των υψηλότερων τιμών στην Ενέργεια και τη μετακύλιση των αυξήσεων σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες.

Οι διαφορές στον αντίκτυπο μεταξύ των χωρών αντικατοπτρίζουν διαφορετικούς κανονισμούς, αντιδράσεις πολιτικής, δομές αγοράς και πρακτικές σύναψης συμβάσεων. Η άνοδος του κόστους ζωής θα μπορούσε να επιδεινωθεί σε περίπτωση πλήρους διακοπής της προμήθειας φυσικού αερίου από τη Ρωσία.

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, οι υψηλότερες τιμές επιβαρύνουν περισσότερο τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, επειδή αναγκάζονται να καταναλώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό του προϋπολογισμού τους σε ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο. Στην Εσθονία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, το κόστος διαβίωσης για το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου διπλάσιο από αυτό των πλουσιότερων.

Η εφαρμογή μέτρων ελάφρυνσης για τη στήριξη των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα αποτελεί επομένως προτεραιότητα. Μέχρι στιγμής, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Ευρώπης έχουν ανταποκριθεί στην άνοδο του ενεργειακού κόστους κυρίως με μέτρα ευρείας βάσης (επιδοτήσεις, φορολογικές περικοπές έλεγχος τιμών).

Αλλά η καταστολή της μετακύλισης στη λιανική απλώς καθυστερεί την απαραίτητη προσαρμογή στο ενεργειακό σοκ, μειώνοντας τα κίνητρα για εξοικονόμηση ενέργειας. Διατηρεί δε την παγκόσμια ζήτηση και τις τιμές ενέργειας σε υψηλότερα από τα επιτρεπόμενα επίπεδα.

Επιπλέον, το αυξανόμενο κόστος αυτών των μέτρων συμπιέζει τον περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο των οικονομιών. Σε πολλές χώρες το κόστος θα υπερβεί το 1,5% της οικονομικής παραγωγής φέτος.

Στοχευμένη ελάφρυνση

Σε κάθε περίπτωση, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να άρουν τα οριζόντια μέτρα… και να καταφύγουν σε στοχευμένες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της εισοδηματικής στήριξης για τους πιο ευάλωτους.

Για παράδειγμα, η πλήρης αντιστάθμιση της αύξησης στο κόστος ζωής για το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών θα κόστιζε στις κυβερνήσεις 0,4% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο για ολόκληρο το 2022. Θα κόστιζε δε 0,9% του ΑΕΠ για να αντισταθμιστεί πλήρως το χαμηλότερο 40%.