Η κυβέρνηση, η αλλαγή ατζέντας και τα διλήμματα της αντιπολίτευσης
- 02/05/2025, 17:00
- SHARE

Εδώ και μερικές εβδομάδες η κυβέρνηση δείχνει να έχει βρει βηματισμό. Αυτό δεν οφείλεται σε κάποια διαχειριστική επιτυχία, όσο στο ότι κατάφερε να αλλάξει την ατζέντα και να ορίσει το στρατηγικό τερέν της πολιτικής αντιπαράθεσης. Το θέμα των Τεμπών έχει πλέον ατονήσει, όχι γιατί έχει ξεχαστεί, αλλά διότι έχει προκαλέσει σύγχυση στον κόσμο που αδυνατεί να βγάλει νόημα με όσα γράφονται και λέγονται και «αποκαλύπτονται».
Τα επιδόματα που εξαγγέλθηκαν και η προσμονή για ευρεία φοροελάφρυνση της μεσαίας τάξης στο πακέτο της ΔΕΘ έχουν δημιουργήσει μια θετική προσδοκία που αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Η Νέα Δημοκρατία επανέρχεται σε ποσοστά ευρωεκλογών, απέχει ωστόσο πολύ από ένα ποσοστό αυτοδυναμίας. Οι ειδικοί λένε πως μια κυβέρνηση βλέπει τα χαμηλότερα της ποσοστά στο μέσο της κυβερνητικής της θητείας – στο σημείο ακριβώς που βρισκόμαστε σήμερα, καθώς απέχουμε δυο χρόνια από τις επόμενες εκλογές και δυο από αυτές που προηγήθηκαν. Συν τοις άλλοις, η ΝΔ διατηρεί την πολιτική κυριαρχία για εννιά συναπτά έτη και είναι προφανές πως τόσο οι διαχειριστικές αστοχίες, αλλά κυρίως το κύμα ακρίβειας και η στεγαστική κρίση της έχουν κοστίσει. Ωστόσο γίνεται φανερό πως όταν η πολιτική ατζέντα κυριαρχείται από ζητήματα οικονομίας και διαχείρισης, η Νέα Δημοκρατίας προβάλει ως προτιμητέα επιλογή, κυρίως λόγω της αδυναμίας όρθωσης ενός συνεκτικού κυβερνητικού σχεδίου από την πλευρά της αντιπολίτευσης. Ταυτόχρονα, κάθε κυβερνητική επιλογή δείχνει να εστιάζει στην «ψυχή βαθιά» της δεξιάς παράταξης, από τις επιλογές προσώπων σε συμβολικά αξιώματα, μέχρι τα επιδόματα και τις φοροελαφρύνσεις που στοχεύουν στα παραδοσιακά εκλογικά κοινά της ΝΔ. Στην κυβέρνηση λένε πως έχουν επιλέξει να μιλάνε «με την κοινωνία» και όχι με την αντιπολίτευση, καθώς απέναντι από τον Μητσοτάκη, δεν υπάρχει κανένας αντίπαλος που να προβάλει στην παρούσα φάση ως η εναλλακτική κυβερνητική επιλογή.
Στην απέναντι όχθη και στα κόμματα που άσκησαν εξουσία την τελευταία 15ετία, δηλαδή στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχουν διλήμματα που ακουμπάνε την υπόθεση των Τεμπών: όσο το θέμα κυριάρχησε, η Πλεύση Ελευθερίας με την Ζωή Κωνσταντοπούλου κατάφερε να αναδειχθεί δεύτερο κόμμα και να συσπειρώσει μεγάλο κομμάτι των αντισυστημικών ψηφοφόρων αλλά και του ακροατηρίου του ΣΥΡΙΖΑ. «Έπαθαν κι έμαθαν», λένε στο ΠΑΣΟΚ που δεν θέλουν επ’ουδενί να δουν την επαναφορά της υπόθεσης των Τεμπών, με αφορμή την δικογραφία για τους πρώην υπουργούς Καραμανλή και Σπίρτζη, να λειτουργήσει ως ακόμη μια ευκαιρίας ανάδειξης του ηγετικού ρόλου της κυρίας Κωνσταντοπούλου. Από την άλλη, η υπόθεση έχει αποδείξει πως φθείρει την κυβέρνηση. Το δίλημμα για την αντιπολίτευση είναι ισχυρό: πώς θα επαναφέρει την υπόθεση στο προσκήνιο, χωρίς να προσφέρει στην κ. Κωνσταντοπούλου την ευκαιρία που αποζητά;
Ωστόσο το βαθύτερο πρόβλημα έγκειται στο ότι στην παρούσα φάση, παρά τη δεδομένη κυβερνητική φθορά, κανένα συστημικό κόμμα δεν καταγράφει ποσοστά που θα μπορούσαν να υποδηλώσουν τροχιά ανόδου στην εξουσία. Δεν έχουν ούτε τη δυναμική, ούτε τις δεξαμενές των ψηφοφόρων για να το πετύχουν. Εν τέλει παραμένουν εγκλωβισμένοι σε μια καταγγελτική τακτική, που δεν αποδίδει, ενώ ταυτόχρονα ούτε οι προσπάθειες για ανάδειξη θέσεων πολιτικής, όπως το στεγαστικό, η ακρίβεια και τα θέματα χωροταξίας πετυχαίνουν. Εν τέλει στην παρούσα φάση, κανείς δεν μπορεί να βρει ένα πειστικό αφήγημα που να συγκινεί τους ψηφοφόρους. Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της παρούσας κυβέρνησης στο δρόμο για τις εκλογές.