Κοινό «μέτωπο» Γερμανίας – ΕΚΤ εναντίον της Ελλάδας: Ποιος θα υποχωρήσει πρώτος;

Κοινό «μέτωπο» Γερμανίας – ΕΚΤ εναντίον της Ελλάδας: Ποιος θα υποχωρήσει πρώτος;

H ανακοίνωση της ΕΚΤ, το έγγραφο του Βερολίνου και τα χρονικά περιθώρια που στενεύουν επικίνδυνα. Της Σοφίας Δήμτσα

Όλες τις προηγούμενες ημέρες, ακούγαμε περιφερειακούς παίκτες να εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στην Αθήνα, ζητώντας πάντα να τηρηθούν και οι δεσμεύσεις.

Όλες τις προηγούμενες ημέρες δεν είχαν μιλήσει οι Γερμανοί.

Όλες τις προηγούμενες ημέρες δεν είχε μιλήσει η ΕΚΤ.

Όλες τις προηγούμενες ημέρες δεν είχε μιλήσει το ΔΝΤ.

Χθες, μίλησαν και οι τρεις.

Η Γερμανία με τη διαρροή του εγγράφου-τελεσιγράφου «πάρτε πίσω όλες τις προεκλογικές (και μετεκλογικές) υποσχέσεις για να προχωρήσουμε σε νέα συμφωνία», η ΕΚΤ «δείχνοντας» την τρόικα για την αύξηση του ποσού των εντόκων γραμματίων κατά 10 δισ. ευρώ και το ΔΝΤ διαψεύδοντας ότι ο Πόουλ Τόμσεν συζήτησε με τον Γιάννη Βαρουφάκη την ανταλλαγή των δανείων του με ομόλογα με ρήτρα ανάπτυξης.

Η βόμβα όμως ήρθε αργά το βράδυ από την ΕΚΤ, η οποία ανακοίνωσε ότι σταματά να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις για την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες, μετά την 11η Φεβρουαρίου. Η ΕΚΤ υποστηρίζει στην ανακοίνωσή της ότι δε διαφαίνεται επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι ελληνικές τράπεζες θα δανείζονται πλέον αποκλειστικά από τον ELA, τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας της ΤτΕ. Αλλά και τα περίπου 45 δισ. ευρώ που έχουν ήδη δανειστεί από την ΕΚΤ, θα πρέπει να μεταφερθούν στον ELA ανεβάζοντας το κόστος χρήματος από το 0,05% στο 1,55%. Ερώτημα παραμένει το κατά πόσο οι τράπεζες θα μπορούν πλέον να αγοράζουν έντοκα γραμμάτια, άρα να δανείζουν το ελληνικό δημόσιο.

Διαβάστε σχετικά: Τι πραγματικά σημαίνει η απόφαση της ΕΚΤ για την Ελλάδα

Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, καθώς τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας έχουν υποχωρήσει κάτω από τα 2 δισ. ευρώ, η «τρύπα» στον Προϋπολογισμό έχει διευρυνθεί στα 2 δισ. ευρώ στα τέλη Ιανουαρίου, ενώ το Φεβρουάριο οι δανειακές ανάγκες φθάνουν τα 4,36 δισ. ευρώ και τον Μάρτιο τα 7 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα, τα έσοδα που έχουν προϋπολογιστεί δεν υπερβαίνουν τα 6,5 δισ. ευρώ, στόχος που υπό τις παρούσες συνθήκες αβεβαιότητας, δεν φαίνεται εφικτός.

Η ασφυξία αποτυπώνεται και στην πορεία των επιτοκίων στα έντοκα γραμμάτια, εργαλεία στα οποία το Δημόσιο έχει βασιστεί για την άντληση βραχυπρόθεσμης ρευστότητας. Ενδεικτικά η χθεσινή δημοπρασία για τα έντοκα 26 εβδομάδων είχε αυξημένο επιτόκιο κατά 37,5% σε σχέση με τον Οκτώβριο: άγγιξε το 2,75% από 2,30% τον Ιανουάριο και 2% τον Οκτώβριο. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι ο συντελεστής κάλυψης ήταν μόλις 1,3, ο χαμηλότερος από το 2006. Η Τράπεζα της Ελλάδος αυτή τη φορά δεν παρενέβη με το Κοινό Κεφάλαιο, καθώς έχει εξαντλήσει το όριο εντόκων που μπορεί να διακρατήσει, ωστόσο, συμμετείχαν όπως έλεγαν και οι αρχικές πληροφορίες, οι 4 συστημικές τράπεζες.

Αντίστοιχα και στις τρίμηνες εκδόσεις, το επιτόκιο από το 1,70% το Δεκέμβριο, έφθασε στο 2,15% τον Ιανουάριο και οι εκτιμήσεις είναι ότι και την επόμενη εβδομάδα, στη νέα δημοπρασία, θα συνεχίσει ανοδικά.

Είναι προφανές ότι κυβέρνηση και δανειστές τεστάρουν ο ένας τις αντοχές του άλλου, ωστόσο, εάν μέσα στις επόμενες εβδομάδες δεν παρουσιαστεί ένα εναλλακτικό σχέδιο χρηματοδότησης, η κατάσταση γίνεται πλέον οριακή και ίσως αυτό να είναι ένα επιπλέον διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια εκείνων που πιέζουν, με άγνωστες συνέπειες…