Δόμνα Μιχαηλίδου: Το τέλος των ψευδαισθήσεων

Δόμνα Μιχαηλίδου: Το τέλος των ψευδαισθήσεων
Ο μετασχηματισμός που βιώνει η αγορά εργασίας έχει επιτείνει την ανάγκη να πάμε ταχύτερα και στοχευμένα προς όφελος των εργαζομένων, των επιχειρήσεων και της Εθνικής Οικονομίας.

Από τη Δόμνα Μιχαηλίδου, υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης

Η κατάσταση στην αγορά εργασίας έως και το 2019 ήταν αποκαρδιωτική. Το ποσοστό ανεργίας ήταν υψηλό και το επίπεδο των μισθών χαμηλό, λόγω της πολύχρονης οικονομικής κρίσης που βίωσε η χώρα μας. Νέοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν. Εργαζόμενοι με πολύχρονη πείρα, αλλά και μεσήλικες, λίγο πριν από τη σύνταξη, έμειναν χωρίς δουλειά. Γυναίκες και άτομα με αναπηρία έγιναν αόρατοι. Η Εθνική Οικονομία κλυδωνίστηκε. Χάσαμε πολύτιμο εργατικό δυναμικό. Χάσαμε ταλέντα.

Όλα αυτά, όμως, ανήκουν πια στο παρελθόν. Έχουμε αλλάξει σελίδα και με σταθερά και στοχευμένα βήματα κερδίζουμε το χαμένο έδαφος. Το μαρτυρούν τα στοιχεία. Περισσότεροι από 310.000 Ελληνίδες και Έλληνες, μέσα σε τέσσερα χρόνια, βγήκαν από το φάσμα της ανεργίας και σήμερα εργάζονται. Ο κατώτατος αυξήθηκε 20%. Ο μέσος μισθός επίσης 20%. Έξι στους δέκα συμπολίτες μας, στον ιδιωτικό τομέα, αμείβονται πλέον με μισθούς από 1.000 έως 3.000 ευρώ και μόλις δύο στους δέκα με μισθό έως 700 ευρώ.

Αυτό τι μας δείχνει; Ότι η ασκούμενη οικονομική πολιτική φέρνει αποτελέσματα και βελτιώνει την ελληνική αγορά εργασίας, προσφέροντας καλύτερους μισθούς σε περισσότερους εργαζόμενους.

Αρκεί αυτό; Η απάντηση είναι «όχι». Πρέπει να πάμε ακόμη ταχύτερα, ώστε να ενισχυθεί περαιτέρω η αγοραστική δύναμη των πολιτών. Ο στόχος της τετραετίας είναι ο κατώτατος μισθός να φτάσει τα 950 ευρώ, από τα 780 που είναι σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό, με πρόσφατη τροπολογία, ξεκίνησε η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού, που θα ισχύσει από 1ης Απριλίου. Ώστε να συμπεριλάβει τους εποχικούς εργαζόμενους της τουριστικής περιόδου − κυρίως αυτούς που δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πρόκειται για την τέταρτη διαδοχική αύξηση στην οποία προχωρά η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Η αύξηση θα είναι σημαντική ανακούφιση όχι μόνο για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, αλλά και για όσους είναι δικαιούχοι επιδομάτων που συνδέονται με αυτόν. Η ειδική παροχή μητρότητας, το επίδομα γονικής αδείας, τα ειδικά βοηθήματα ανέργων, το επίδομα εργασίας, καθώς και τα προγράμματα κοινωφελούς χαρακτήρα της ΔΥΠΑ, είναι κάποια από τα 19 επιδόματα που συνδέονται με τον κατώτατο μισθό.

Όμως, η αλήθεια είναι ότι δεν αρκεί μόνο να εστιάσουμε σε παραδοσιακά μέτρα στη σημερινή ταχέως μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας. Ο μετασχηματισμός που βιώνει η αγορά εργασίας έχει επιτείνει την ανάγκη για γρηγορότερους και αποτελεσματικότερους μηχανισμούς ανακατανομής των θέσεων εργασίας εντός και μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων και τομέων. Τα επόμενα χρόνια αποτελούν μια ευκαιρία να χαράξουμε πολιτικές που θα δημιουργήσουν ένα μέλλον εργασίας που θα προάγει την οικονομική ένταξη. Πολιτικές που θα επηρεάσουν όχι μόνο τον ρυθμό ανάπτυξης, αλλά και την κατεύθυνσή της. Που θα προλειάνουν το έδαφος για περισσότερες, ποιοτικότερες, χωρίς αποκλεισμούς, θέσεις εργασίας.

Η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας αποτελεί, άλλωστε, τον πυρήνα των πολιτικών μας για την οικονομία, την παραγωγικότητα και τη βιωσιμότητα του κράτους πρόνοιας και του κοινωνικού μας συμβολαίου με τους συμπολίτες μας. Ο στόχος είναι σαφής: θέλουμε να βελτιώσουμε τη ζωή των εργαζομένων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, της Εθνικής Οικονομίας και των επιχειρήσεων.

Πώς θα το πετύχουμε αυτό; Σίγουρα όχι με λόγια, αλλά με πράξεις. Προχωράμε τις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της αγοράς εργασίας ως προς την απασχόληση των νέων, των γυναικών, των νεότερων και μεγαλύτερων, που, παρότι ηλικιακά είναι ενεργοί, δεν είναι ενεργοί στην αγορά εργασίας.

Επαναφέρουμε την αγορά εργασίας και το Ασφαλιστικό μας σύστημα στον ενάρετο κύκλο, προνοώντας να μη μείνει κανείς πίσω.

Η ψηφιοποίηση είναι η λύση

Ένα μέτρο που εξυπηρετεί αυτόν τον σκοπό είναι η υιοθέτηση της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας, που σηματοδοτεί την είσοδο του κόσμου της εργασίας, των επιχειρήσεων και τους ίδιου του κράτους στην ψηφιακή εποχή σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις.

Πρόκειται για ένα σημαντικό εργαλείο που προστατεύει εργαζόμενους και εργοδότες, διότι η καταχώριση των ωρών εργασίας γίνεται σε πραγματικό χρόνο και οι εργαζόμενοι αμείβονται με βάση το πόσο απασχολούνται. Επίσης στενεύουν τα περιθώρια για αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία, ενώ περιορίζονται φαινόμενα αθέμιτου ανταγωνισμού προς όφελος των συνεπών επιχειρήσεων, αναβαθμίζοντας το εργασιακό τους προφίλ για την προσέλκυση ταλέντων. Παράλληλα ενισχύεται ο εθνικός πλούτος και δημιουργείται το πλαίσιο για διαφανείς, στοχευμένους και αποτελεσματικούς ελέγχους από την Πολιτεία. Τα πρώτα στοιχεία για την επίδραση της Ψηφιακής Κάρτας στη συμμόρφωση των επιχειρήσεων και την προστασία των εργαζομένων επιβεβαιώνουν την ορθότητα του μέτρου. Οι έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν σε επιχειρήσεις που ήδη εφαρμόζουν την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, είχαν ως αποτέλεσμα τη συμμόρφωση 250 επιχειρήσεων και την καταβολή δεδουλευμένων σε 3.500 εργαζόμενους.

Επιδότηση της εργασίας, όχι της ανεργίας

Εκεί που θέλω να σταθώ είναι στην επιδότηση της εργασίας και της απασχόλησης και όχι της ανεργίας. Αντί να πλειοδοτούμε στα επιδόματα ανεργίας, έτσι ώστε ένας συμπολίτης μας που έχει χάσει τη δουλειά του να κάθεται, αυτό που κοινώς λέμε, «σπίτι του» και να λαμβάνει το επίδομα ανεργίας, η σημερινή ΔΥΠΑ χρηματοδοτεί τον εργοδότη με το μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος του εργαζομένου, έτσι ώστε να ενταχθεί ξανά στην αγορά εργασίας. Αρωγός σε αυτή την προσπάθεια αλλαγής κουλτούρας είναι τα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης προϋπολογισμού 500 εκατ. ευρώ. Ήδη υπάρχουν αρκετά προγράμματα που «τρέχουν» στην κατεύθυνση αυτή. Όπως είναι η «κοινωφελής εργασία», όπου συμπολίτες μας εργάζονται σε κοινωφελή ιδρύματα ή νοσοκομεία, προγράμματα για άτομα με αναπηρία, για νεότερους και για μακροχρόνια ανέργους ηλικίας άνω των 55 ετών. Δηλαδή επαναφέρουμε ένα σημαντικό κεφάλαιο στην αγορά εργασίας. Ο στόχος του μέτρου της επιδότησης της εργασίας είναι να ενισχύσουμε τις επιχειρήσεις, ώστε να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικές και εξωστρεφείς, για να δημιουργηθούν νέες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και για να αυξηθεί ο εθνικός πλούτος προς όφελος του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.
Συνδέουμε τα προγράμματα επιμόρφωσης και επαγγελματικής κατάρτισης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, για καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας.

Το μεγάλο ζήτημα του Δημογραφικού

Ωστόσο, παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει, προκλήσεις υπάρχουν, και μάλιστα αρκετές. Όπως η δημογραφική γήρανση, που είναι εδώ και πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Και, φυσικά, δεν μπορώ να κλείσω τα μάτια στα προβλήματα ενσωμάτωσης των γυναικών στην αγορά εργασίας. Στη δυσκολία τους να αναλάβουν θέσεις ευθύνης στις επιχειρήσεις που απασχολούνται, σε αντίθεση με τους άνδρες, που το καταφέρνουν ευκολότερα. Και στην αδήριτη ανάγκη η Πολιτεία, δηλαδή όλοι μας και πολύ περισσότερο εμείς οι πολιτικοί, να υιοθετήσουμε τα κατάλληλα μέτρα για να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα. Και όχι μόνο αυτό. Επαναφέρουμε την αγορά εργασίας και το Ασφαλιστικό μας σύστημα στον ενάρετο κύκλο, προνοώντας να μη μείνει κανείς πίσω. Η πρόοδος δεν είναι μόνο δυνατή, αλλά συμβαίνει καθημερινά.

*Το άρθρο δημοσιεύεται στο νέο τεύχος του Fortune Greece που κυκλοφορεί από την Παρασκευή 22/03 στα περίπτερα. 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: