Η οικονομική ακτινογραφία του Brexit: Ποιος κερδίζει και ποιος χάνει

Η οικονομική ακτινογραφία του Brexit: Ποιος κερδίζει και ποιος χάνει
Photo: REUTERS
Ειδικοί της πολιτικής οικονομίας αλλά και διεθνολόγοι μιλούν στο Fortune Greece για τις πραγματικές επιπτώσεις της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, αλλά και για το ποιες χώρες αναμένεται να επωφεληθούν.

Οι συνεχείς εξελίξεις αλλά και οι πυρετώδεις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον με τις Βρυξέλλες προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμφωνία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση ομοιάζει με ένα παιχνίδι τζένγκα, με τις δύο πλευρές να προσπαθούν πολύ προσεκτικά να αποδομήσουν την παρούσα διμερή σχέση.

Όμως, υπάρχει και μια σημαντική διαφορά. Στο δημοφιλές παιχνίδι, ο παίκτης, πριν αφαιρέσει ένα ξύλινο τουβλάκι, πρέπει πρώτα να επιθεωρήσει ολιστικά τον πύργο, και να σκεφτεί μακροχρόνια πως η κίνησή του θα τον επηρεάσει, προκειμένου να μην καταρρεύσει.

Παρακολουθώντας τις αγωνιώδεις διεργασίες για την επίτευξη συμφωνίας για το Brexit και την πιθανή επικύρωση της από το Βρετανικό κοινοβούλιο, η προσοχή των δημοσιογράφων και του κοινού εξαντλείται σχεδόν αποκλειστικά στο άμεσο, στο επόμενο βήμα. Ερωτήματα όπως το τι είδους σχέση με την Ευρώπη φαίνεται πως οικοδομεί η συμφωνία, ποιες οι επιπτώσεις της στην πολιτική οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και του κόσμου, περνάνε στα «ψιλά» και ο ορίζοντας ανάλυσης παραμένει εξαιρετικά βραχυπρόθεσμος.

Σε άρθρο των Financial Times, υπολογίστηκε πως λόγω Brexit ο κάθε πολίτης του Ηνωμένου Βασιλείου θα χάσει περίπου 2.000 λίρες ανά έτος. Καθώς η Βρετανία αποτελεί μια οικονομία που βασίζεται ιδιαίτερα στις καταναλωτικές δαπάνες, μια τέτοια εξέλιξη πρόκειται να έχει ιδιαίτερες επιπτώσεις. Όμως, αυτό δεν είναι το μόνο θέμα που πρέπει να προξενεί ανησυχία, καθώς φαίνεται να επηρεάζεται η ίδια η βιωσιμότητα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Σύμφωνα με την συμφωνία του Μπόρις Τζόνσον, η Βόρειος Ιρλανδία θα απολαμβάνει ειδικού καθεστώτος, στο οποίο παραμένει μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά ευθυγραμμίζεται στενά με την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατ΄επέκταση, το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας είναι υποχρεωμένο να ισχυριστεί ότι το επιχείρημα ότι η Ένωση είναι μια «σχέση ίσων» έχει υπονομευθεί ανεπανόρθωτα. Η Σκωτία (όπου η πλειονότητα ψήφισε υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε.) θα απαιτήσει παρόμοια μεταχείριση με τη Βόρεια Ιρλανδία, πυροδοτώντας εκ νέου τις συζητήσεις για ανεξαρτησία και δημιουργώντας τριγμούς στην συνταγματική σταθερότητα του Ηνωμένου Βασιλείου. Ήδη, η πρώτη προσφυγή για την αντισυνταγματικότητα της συμφωνίας έχει υποβληθεί σε δικαστήριο του Εδιμβούργου.

Όμως, τα οικονομικά και συνταγματικά ζητήματα που συγκεντρώνουν τα φώτα της δημοσιότητας και κυρίως συνδέονται με την Βόρεια Ιρλανδία αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Το Ηνωμένο Βασίλειο, ειδικά με την λιγότερο «στενή» σχέση που φαίνεται να θέλει να οικοδομήσει με την Ευρώπη σε σύγκριση με την συμφωνία της Τερίζα Μέη, αντιμετωπίζει και θα αντιμετωπίσει μια σειρά πάγιες προκλήσεις στους βασικούς πυλώνες οικονομικής δραστηριότητας και ίσως την ανάγκη να επανακαθορίσει την οικονομική του δομή, αλλά και την θέση του στον διεθνή καταμερισμό εργασίας.

Εξετάζοντας τους συγκεκριμένους πυλώνες, το Brexit θα καταστεί πιο συγκεκριμένο στις επιπτώσεις του. Αλλά και στα οφέλη του, καθώς δεν είναι λίγες οι χώρες και οι πόλεις που μπορεί να επιδιώξουν να κερδίσουν από αυτό.

Χρηματοπιστωτικός τομέας

Το Ηνωμένο Βασίλειο διατηρεί έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών με την Ευρώπη. Ωστόσο, ο τομέας των υπηρεσιών λειτουργεί με πλεόνασμα – που σημαίνει ότι οι εξαγωγές υπηρεσιών του Ηνωμένου Βασιλείου υπερβαίνουν τις εισαγωγές. Από τις εξαγωγές της, οι τραπεζικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αποτελούν το 26%.

Εγκαταλείποντας την ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο χάνει τα “δικαιώματα διαβατηρίου“. Το λεγόμενο «passporting» δίνει στις επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε οποιαδήποτε χώρα της Ε.Ε. το δικαίωμα να πωλούν τα αγαθά και τις υπηρεσίες τους σε όλο τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), ο οποίος σήμερα απαρτίζεται από τα 28 μέλη της ΕΕ συν την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία.

Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι σε θέση να επιτύχει συμφωνία για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ο τίτλος του Λονδίνου ως οικονομικού κόμβου της Ευρώπης θα δεχθεί ισχυρή πίεση.

epa07418957 (57/66) The City of London in London in Britain, 19 February 2019. The City, known as The Square Mile is the hstoric centre and the primary central business district of London. Britain is scheduled to leave the European Union on 29 March 2019, two years after Prime Minister Theresa May invoked Article 50, the mechanism to notify the EU of her country's intention to abandon the member's club after the tightly-contested 2016 referendum. The results of that referendum exposed a divided nation. Leave won, claiming 52 percent of the overall vote. Voters in England and Wales came out in favor of leave, while Scotland and Northern Ireland plumped for remain. It was still unclear on what terms the UK would leave the EU, with lawmakers having rejected Prime Minister Theresa May's initial deal hammered out with the EU, the fruit of years of negotiations. There was also talk of extending the March 29 deadline, which would delay Brexit, as well as the floating of a second referendum, with the opposition Labour Party of Jeremy Corbyn appearing to now throw its weight behind that. Citizens and industries across the UK, including the banking, tourism and farming sectors, and many of whom rely on exporting products or bringing in goods from Europe, will have to adapt in a post-Brexit Britain, whether there is a deal with the EU or not. EPA/NEIL HALL ATTENTION: For the full PHOTO ESSAY text please see Advisory Notice epa07418899 , epa07418900

Όπως δήλωσε στο Fortunegreece o Mark Blyth, καθηγητής διεθνούς πολιτικής οικονομίας στο Brown University, «το Ηνωμένο Βασίλειο συνήθιζε να είναι ένα ημι-αποθεματικό νόμισμα μεταξύ του ευρώ και του δολαρίου, αποκομίζοντας κέρδη από το περιθώριο των συναλλαγματικών συναλλαγών που πραγματοποιούνται μέσω του City of London. Αυτό επέτρεψε στο Ηνωμένο Βασίλειο να διατηρήσει ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που σε άλλες χώρες θα είχαν προκαλέσει νομισματικές κρίσεις. Αποτελεί λοιπόν ερώτημα, εάν το Brexit είναι «σκληρό» και η λίρα πέσει στην ίδια ισοτιμία με το δολάριο και το ευρώ, τότε τελειώνει η ικανότητα να διατηρούνται αυτά τα ελλείμματα; Αν ναι, το Brexit θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ πιο αποδιοργανωτικό από όσο νομίζουμε».

Η εταιρεία MLex εκτιμά ότι 13.500 εταιρείες της Βρετανίας βασίζονται στο «passporting», πολλές από τις οποίες χωρίς καν το γνωρίζουν. Το think-tank Bruegel με έδρα τις Βρυξέλλες, εκτιμά ότι το Λονδίνο θα μπορούσε να χάσει 10.000 τραπεζικές θέσεις εργασίας και 20.000 σε άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Ήδη πληθώρα ευρωπαϊκών πόλεων διεκδικούν μέρος της χρηματοπιστωτικής «πίτας» της Πόλης του Λονδίνου.

Ιδιαίτερα το Παρίσι, αστικό κέντρο με σημαντικό χρηματοπιστωτικό τομέα στο οποίο λαμβάνουν χώρα οι περισσότερες συναλλαγές μετά το Λονδίνο,  επιδιώκει να μπει ακόμα δυναμικότερα στο χρηματοπιστωτικό παιχνίδι.

«Η Γερμανία και η Γαλλία μοιράζουν, ας μου επιτραπεί η έκφραση, τα ιμάτια του Λονδίνου», δήλωσε στο Fortunegreece ο διεθνολόγος Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος και συμπλήρωσε πως όπως διαφαίνεται «το χρηματοπιστωτικό κομμάτι το κυνηγά ιδιαιτέρως η Γαλλία, και η Γερμανία ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για φαρμακευτικές και ερευνητικές δραστηριότητες». Εδώ και καιρό Παρίσι, Λουξεμβούργο, Βέλγιο, Λυόν και Φρανκφούρτη οργανώνουν ενημερωτικές συναντήσεις με χρηματοπιστωτικούς κολοσσούς, εξαίροντας τα πλεονεκτήματα των τόπων τους.

O καθηγητής Blyth ωστόσο τονίζει πως το Ηνωμένο Βασίλειο έχει τρία μακροπρόθεσμα διαρθρωτικά πλεονεκτήματα. Όπως ανέφερε, το πρώτο είναι η ζώνη ώρας. «Όταν είναι 7 το πρωί στην Νέα Υόρκη στο Λονδίνο είναι μεσημέρι 2μ.μ., και όταν είναι πρωί στο Λονδίνο, στο Χονγκ Κονγκ είναι μεσημέρι. Δεύτερον, η γλώσσα του χρήματος και της τεχνολογίας είναι η αγγλική και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Τρίτον, το Ηνωμένο Βασίλειο δημιουργεί πολλές θέσεις εργασίας για όλους τους νέους Ευρωπαίους που έχουν εγκαταλείψει άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τάσεις που θα παραμείνουν και μετά το Brexit. Όλα αυτά λειτουργούν προς όφελος του Ηνωμένου Βασιλείου μακροπρόθεσμα».

Γη και λιανεμπόριο

Οι έμποροι λιανικής και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες βρίσκονται ήδη σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο, καθώς έχουμε δει τους πρόσφατους αγώνες για βιωσιμότητα πολλών μεγάλων εμπορικών αλυσίδων, καθώς και την πρόσφατη κατάρρευση της παλαιότερης ταξιδιωτικής εταιρείας στον κόσμο, Thomas Cook. Τα προβλήματά τους μπορεί να μην έχουν προκληθεί από το Brexit, αλλά η αβεβαιότητα τα επιδεινώνει. Ο δείκτης FTSE 350 General Retailers Index έχει χάσει περίπου το 20% της αξίας του από το δημοψήφισμα για το Brexit.

Είναι επίσης πιθανό ότι τα περιουσιακά στοιχεία θα «αισθανθούν» τις επιπτώσεις, ιδιαίτερα εκείνα στο Λονδίνο, τα οποία τείνουν να εξαρτώνται από διεθνείς επενδυτές και ενοικιαστές. Πράγματι, γίγαντες του real estate, συμπεριλαμβανομένων των British Land και Land Securities, έχουν δει τις μετοχές τους να υποφέρουν τα τελευταία χρόνια, εν μέρει λόγω της υψηλής έκθεσής τους στην αγορά ακινήτων του Λονδίνου.

H ουσιαστική στασιμότητα στην αύξηση των τιμών των ακινήτων το 2018 σύμφωνα με τον δείκτη Nationwide. επηρεάζει τη ρευστότητα της αγοράς, με λιγότερα σπίτια προς πώληση και λιγότερους ανθρώπους που επιλέγουν να αγοράσουν πριν ξεκαθαρίσει η κατάσταση. Είναι πιθανό η συμφωνία να ανακουφίσει την αγορά, αλλά αυτό θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει τα επιτόκια, και οποιαδήποτε αύξηση των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων θα μπορούσε να περιορίσει την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων.

Ενώ γενικότερα ο τομέας των κατασκευών, έχει «κολλήσει», καταγράφοντας είτε αρνητική είναι ελάχιστη ανάπτυξη. Ιστορικά αλλά και ιδιαίτερα στην σύγχρονη εποχή, η γη και οι κατασκευές έχουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο Μark Blyth μάλιστα δεν δίστασε να χαρακτηρίσει την χώρα «ένα μάλλον προφανές γιγαντιαίο πλυντήριο χρήματος μέσω της αγοράς ακινήτων».

Χαμένοι και οι μεγάλοι όμιλοι που χρησιμοποιούσαν το Ηνωμένο Βασίλειο ως ευρωπαϊκό «προγεφύρωμα»

Πληθώρα μεγάλων ομίλων, ιδιαίτερα κατασκευαστικών, υψηλής τεχνολογίας καθώς και αυτοκινητοβιομηχανίες, χρησιμοποιούν τις εφοδιαστικές αλυσίδες του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και την θέση του στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως γέφυρα πρόσβασης στην ευρωπαϊκή αγορά. Εταιρίες όπως η Honda αλλά και άλλες ιαπωνικές αυτοκινητοβιομηχανίες θα χάσουν ιδιαίτερα από την έξοδο του Λονδίνου από την Ε.Ε., ειδικά άμα αυτή δεν συνοδευθεί από μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου.

Η «μάχη της ντομάτας»

Οι επιπτώσεις του Brexit στον αγροτικό τομέα αναμένεται να είναι εξίσου πολλές και λειτουργούν ως εξαιρετικό παράδειγμα για το πόσο πολυσύνθετο παραγωγικό ζήτημα αποτελεί, «μικροί κρίκοι μιας μεγάλης αλυσίδας που τώρα ξεκινά να ξετυλίγεται» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Δεσποτόπουλος, ο οποίος αναφέρθηκε στην «μάχη της ντομάτας».

Όπως τόνισε, «με την σημερινή κατάσταση πολλά προϊόντα είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικά προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Για παράδειγμα, έχει ξεκινήσει στην Ευρώπη, λόγω του Brexit, η ‘μάχη της ντομάτας’. Οι Ολλανδοί οι οποίοι έχουν μεγάλη παραγωγή ντομάτας την διοχετεύουν στην κεντρική Ευρώπη. Οι Ισπανοί, επειδή δεν υπάρχουν δασμοί, διοχετεύουν το μεγαλύτερο μέρος της δικιάς τους παραγωγής ντομάτας προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Το Λονδίνο δεν διαφαίνεται πως θα παραμείνει στην τελωνειακή ένωση, και έτσι οι Ισπανία έχει αρχίσει να στρέφεται προς την αγορά της κεντρικής Ευρώπης. Αυτό έχει ήδη δημιουργήσει μια κόντρα μεταξύ των ενώσεων παραγωγών Ισπανών και Ολλανδών, κάτι που έχει ρίξει την τιμή της ντομάτας διεθνώς, χωρίς να έχει συμβεί καν το Brexit. Και όσον αφορά την Ελλάδα, η οποία εισάγει ντομάτες και εξάγει ντοματοπολτό, αυτό ίσως συμφέρει τους εισαγωγείς, αλλά μιας και ο περισσότερος ελληνικός ντοματοπολτός εξάγεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε περίπτωση επιβολής δασμών, ένα ελληνικό προϊόν θα καταστεί μη ανταγωνιστικό, σε σχέση για παράδειγμα με κάποιο από την Νότια Αφρική, με την οποία το Λονδίνο μπορεί να συνάψει μια εμπορική συμφωνία καλύτερη από εκείνη με την Ευρώπη».

Κίνα και ΗΠΑ ανάμεσα στους μεγάλους νικητές

Η αποχώρηση του Λονδίνου από την κοινή αγορά θα αφήσει μια μεγάλη «τρύπα» εισαγωγών, με δεδομένο ότι η Γηραιά Αλβιώνα εισάγει αγαθά και υπηρεσίες αξίας περίπου 680 δισ. δολαρίων το χρόνο. Οι μεγάλες εξαγωγικές χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ιαπωνία αλλά ακόμα και το Βιετνάμ και η Ρωσία, αναμένεται να διεκδικήσουν δυναμικά κομμάτι της πίτας η οποία προηγουμένως καλύπτονταν από ευρωπαϊκές εισαγωγές, καθώς σύμφωνα με τον κ. Δεσποτόπουλο θα μπορούν να «παρακάμψουν τους κανόνες της ευρωπαϊκής αγοράς, και από τους οποίους δεσμεύονταν μέχρι πριν το Brexit».

Photo: pixabay.com

Σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ, η ΕΕ κινδυνεύει να χάσει εξαγωγές αξίας 34,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο δεύτερος μεγαλύτερος ηττημένος στην περίπτωση της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ δε, θα ήταν η Τουρκία, σημειώνοντας απώλεια εξαγωγών ύψους 2,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Κίνα, εν τω μεταξύ, θα μπορούσε να κερδίσει επιπλέον 10,2 δισεκατομμύρια δολάρια στις εξαγωγές προς το Ηνωμένο Βασίλειο, με τη δεύτερη θέση να ανήκει στις Ηνωμένες Πολιτείες που θα μπορούσε να προσθέσει 5,3 δισεκατομμύρια δολάρια εξαγωγών προς το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία στην τρίτη θέση με περίπου 5 δισ. Ποσά σημαντικά που θα «λείψουν από την Ευρώπη», σύμφωνα με τον διεθνολόγο κ. Δεσποτόπουλο.

Το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί το 3,5% με το 4% του παγκόσμιου ΑΕΠ, παρουσία ήδη «υπερμεγέθης» σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Brown, Mark Blyth. Οι παγκόσμιες επιπτώσεις που θα προξενήσει μέσω του Brexit αυτό το νησί, αναμένεται να είναι ακόμα πιο δυσανάλογες με το μέγεθός του.

Mπόρις Τζόνσον: Ψάχνει το πολυπόθητο «318» στο δικό του «Σούπερ Σάββατο»