Η χώρα που δεν έχει γνωρίσει ύφεση εδώ και 24 χρόνια!

Η χώρα που δεν έχει γνωρίσει ύφεση εδώ και 24 χρόνια!
Photo:

Η Αυστραλία δεν έχει βιώσει οικονομική ύφεση από τότε που η …Disney κυκλοφόρησε την ταινία «Η Πεντάμορφη και το Τέρας».

Η Αυστραλία δικαιούται να καυχιέται ότι είναι η μόνη ανεπτυγμένη οικονομία που δεν κατέγραψε ύφεση από το 1991, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Αυτό σημαίνει ότι η Αυστραλία κατάφερε να βγει, σε μεγάλο βαθμό, αλώβητη από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.

Η εντυπωσιακή οικονομική επίδοση της Αυστραλίας οφείλεται ως επί το πλείστον σε δύο παράγοντες: στους τεράστιους φυσικούς πόρους της χώρας και στην Κίνα. Και σε …λίγη τύχη.

Για χρόνια, η Αυστραλία κάλυπτε τις ανάγκες της Κίνας σε εμπορεύματα, έχοντας γίνει ένας σημαντικός εμπορικός εταίρος της. Όμως, οι τιμές των εμπορευμάτων έχουν καταρρεύσει το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα στον εξορυκτικό κλάδο όπου η Αυστραλία διαπρέπει. Την ίδια στιγμή, η όρεξη της Κίνας για μέταλλα και ενέργεια δεν μοιάζει πλέον μοιάζει ακόρεστη, καθώς η οικονομία της επιβραδύνεται δυσοίωνα.

Δεν προκαλεί απορία γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι στη χώρα των καγκουρό ανησυχούν για τη λέξη «ύφεση».

«Το να εξορύσσει διάφορα και να τα πουλά στην Κίνα έδωσε μεγάλη ώθηση στην Αυστραλία. Όμως, όπως όλα τα καλά πράγματα, έτσι κι αυτό φθάνει στο τέλος του. Το κύμα των εμπορευμάτων έφθασε στην κορύφωσή του», δήλωσε ο Τζος Φάινμαν, επικεφαλής οικονομολόγος στην DB Advisors της Deutsche Bank.

Τα προειδοποιητικά σήματα αναβοσβήνουν. Η αύξηση των μισθών έχει υποχωρήσει σε ιστορικό χαμηλό 17 ετών, τη στιγμή που το ποσοστό ανεργίας της χώρας πλησιάζει το ιστορικό υψηλό της τελευταίας δεκαετίας, σύμφωνα με τη UBS.

Η Αυστραλία απέφυγε δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής αύξησης του ΑΕΠ – που είναι ο τεχνικός ορισμός της ύφεσης – εξαιτίας των φυσικών της πόρων στο υπέδαφος.

Μια 20ετής άνθιση των εμπορευμάτων – που τροφοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την εκρηκτική ανάπτυξη της Κίνας – ανέβασε τις τιμές βασικών μεταλλευμάτων όπως ο σίδηρος. Η Αυστραλία, ταυτόχρονα, επωφελήθηκε από τις σταθερές ή ακόμη και σχετικά χαμηλές τιμές των εισαγωγών. Ο συνδυασμός προσέφερε μια τεράστια τονωτική ένεση στους Αυστραλούς και επέτρεψε στη χώρα να ξεπεράσει τις παγκόσμιες καταιγίδες.

Παράλληλα, η Αυστραλία αξίζει τα εύσημα για «την καλή οικονομική διαχείριση που επέδειξε», λέει η Αλέξις Γκρέι, οικονομολόγος στην Vanguard Australia.

Η ίδια επισημαίνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες, συμπεριλαμβανομένης της άρσης ελέγχων στις νομισματικές ισοτιμίες και στα επιτόκια, της κατάργησης των εμπορικών φραγμών, της ελεύθερης διακύμανσης του Δολαρίου Αυστραλίας, και της απορρύθμισης των αγορών εργασίας.

Ορισμένες απ’ αυτές τις κινήσεις έφεραν στενότερους δεσμούς μεταξύ της Αυστραλίας και της Κίνας, καθώς η τελευταία αγωνιζόταν να γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Η Κίνα σήμερα απορροφά ένα εντυπωσιακό 30% των εξαγωγών της Αυστραλίας.

Το να είναι φίλη της Κίνας ήταν τέλειο για την Αυστραλία κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2008. Αυτή ήταν η περίοδος που το Πεκίνο εγκαινίασε ισχυρά προγράμματα οικονομικής τόνωσης που ενίσχυσαν τη ζήτηση της χώρας για εμπορεύματα.

Η στενή σχέση με την Κίνα είναι λιγότερο χρήσιμη τώρα, γιατί η ανάπτυξη εκεί έχει πλέον επιβραδυνθεί στο χαμηλότερο επίπεδό της από το 2009.

«Η αυστραλιανή οικονομική ανάπτυξη συσχετίζεται πλέον πιο έντονα με την Κίνα από ό,τι πριν, και η εγχώρια οικονομία είναι ευάλωτη σε σοκ που προέρχονται από την Κίνα», τονίζει η Γκρέι.

Είτε υποκύψει η Αυστραλία στην πρώτη της ύφεση από το 1991, είτε όχι, το κλειδί για το μέλλον θα είναι η ικανότητα της χώρας να διαφοροποιήσει την οικονομία της. Αντί να ποντάρει σε υψηλότατες τιμές εμπορευμάτων, η Αυστραλία προσπαθεί έξυπνα να βρει την ισορροπία της μέσω της ενίσχυσης κλάδων όπως οι κατασκευές, η εκπαίδευση, ο χρηματοπιστωτικός τομέας, και η υγειονομική περίθαλψη. Αλλά αυτή η αλλαγή δεν θα συμβεί μέσα σε μια νύχτα, σε μια χώρα που είχε …ερωτευτεί την εξορυκτική βιομηχανία.

«Μέχρι στιγμής, αυτή η προσαρμογή συμβαίνει με πολύ αργούς ρυθμούς», καταλήγει η Γκρέι.